Της Ελίνας Γαληνού
«Ενας άνθρωπος με όπλα βέβαια και μέσα του καιρού του, ποτισμένος όλος από την αρχαία πνευματική παράδοση, ο Γεμιστός, υψώνεται ολομόναχος για να χαράξει στο παρακμασμένο Βυζάντιο, ένα νέο δρόμο….» Αγγελος Σικελιανός
Η ζωή του Γεωργίου Γεμιστού (Πλήθωνα) συνέπεσε με τον τελευταίο αιώνα ζωής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Στα μέσα του 14ου αιώνα μ.Χ. που γεννήθηκε ο ίδιος, ο εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στον Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγο και τον Ιωάννη Κατακουζηνό, είχε λήξει προς όφελος του πρώτου, αλλά το κράτος ήταν πολύ εξασθενημένο οικονομικά και πολιτικά. Η αυτοκρατορία είχε χάσει τη ναυτική της δύναμη, ορισμένα νησιά ήταν υπό ξένη κατοχή (από την εποχή της Φραγκοκρατίας), ενώ η βυζαντινή επιρροή στην ξηρά, είχε ουσιαστικά περιοριστεί ανάμεσα στη Θράκη , τα νησιά του Β. Αιγαίου, τη Θεσσαλονίκη και την Πελοπόννησο. Οι Τούρκοι είχαν καταλάβει τη Μακεδονία και συνεχώς έδειχναν τις κατακτητικές τους διαθέσεις προς το Βυζάντιο... Η παραγωγικότητα ήταν πολύ υποβαθμισμένη, ενώ η βαριά φορολογία επέτεινε την όξυνση της κοινωνικής αδικίας. Τα ετήσια έξοδα υπερφαλάγγιζαν τα έσοδα κατά δραματικό τρόπο και η κυβέρνηση αναγκαζόταν συνεχώς να προβαίνει σε εξωτερικούς δανεισμούς ή να περιμένει τις αρωγές των προνομιούχων. Εκτός αυτών, το εξασθενημένο κράτος είχε να αντιμετωπίσει τις επεκτατικές διαθέσεις των γειτόνων του-κυρίως προερχομένων εξ΄ Ανατολής. Γενικά η παρουσία της βυζαντινής αυτοκρατορίας, ήταν πολύ αδύνατη…
Ο Πλήθων, γόνος ευκατάστατης οικογενείας, δεν περιορίστηκε στην τυπική βυζαντινή παιδεία αλλά φρόντισε να διευρύνει τις γνώσεις του εντρυφώντας σε ιστορικές και φιλοσοφικές μελέτες-κυρίως νεοπλατωνικών φιλοσόφων, βυζαντινών λογίων και κλασσικών συγγραφέων. Διδάσκαλός του υπήρξε ο Δημήτριος Κυδώνης, εις βάθος πλατωνικός και γνώστης της σχολαστικής φιλοσοφίας, ο οποίος του εμφύσησε την αγάπη προς τον Πλάτωνα. Ο Κυδώνης που ήταν και σύμβουλος του αυτοκράτορα, τον ενημέρωνε για τα πολιτικά πράγματα των καιρών καθώς και για την αδύναμη θέση του Βυζαντίου. Ήταν η εποχή εκείνη όπου η Αυτοκρατορία συμπιεσμένη ανάμεσα στις διεκδικήσεις της Δύσης και Ανατολής, καταρρακωνόταν βαθμιαία από τις εσωτερικές διαμάχες και τις εκκλησιαστικές έριδες. Ο Πλήθων προβληματίζεται σοβαρά πάνω σ΄ αυτά και αναζητεί διέξοδα. Δεν του αρέσει η ιδέα υποταγής μας στη Δύση ούτε η προσχώρηση του Κλήρου στον Καθολικισμό, όμως τον ανησυχεί και ο συναγερμός των λαών της Ανατολής. Πιστεύει ότι αυτό που χρειάζεται είναι η κοινωνικοπολιτική ανασύνταξη που θα στηρίζεται στις δυνάμεις του κράτους προκειμένου η «κακοπολιτεία» να εξαλειφθεί. Οι ελπίδες του επικεντρώνονται στη φιλοσοφία και μέσω αυτής επιχειρεί να δημιουργήσει υγιείς θρησκευτικές και κοινωνικές αρχές για τον λαό…
Κατά την άποψή του, η απουσία αρετών είναι υπαίτια της αθλιότητας και της μεγάλης παρακμής, ενώ θεωρεί ότι οι άνθρωποι υποφέρουν γιατί έχουν γίνει κακοί. Διαπιστώνει ότι το κλίμα στη Βασιλεύουσα δεν ευνοεί καθόλου την πνευματική του δράση και μεταβαίνει στο Μυστρά. Εκεί ένας κύκλος λογίων επιχειρούσε να δημιουργήσει κλίμα πνευματικής αναγέννησης ενώ η λοιπή Πελοπόννησος βίωνε μεγάλη ηθική και οικονομική παρακμή. Ο κόσμος ήταν παραδομένος σε ληστείες, συνωμοσίες και συγκρούσεις έχοντας μείνει εντελώς απαίδευτος, και ο Πλήθων καταγράφει την κατάσταση προβλέποντας τον αρνητικό της αντίκτυπο για την επιβίωση της Αυτοκρατορίας. Οργανώνει σχολή φιλοσοφίας στον Μυστρά και διορίζεται σύμβουλος του Δεσπότη του Μωρέως, ένα αξίωμα που ταυτιζόταν με το ρόλο του γνωμοδότη στη διοίκηση. Στο έργο του «Περί Πελοποννησιακών Πραγμάτων» καταδεικνύεται η άγρυπνη προσπάθειά του για την αναγέννηση της Αυτοκρατορίας, ενώ στα «Οικονομικά Μελετήματα» διατυπώνονται οι οικονομικές και πολιτικές του θεωρίες που πιστεύει ότι θα οδηγήσουν σε μια ορθολογικά δομημένη πολιτεία.
Θεωρεί ότι η επίτευξη της πραγματικής ευδαιμονίας και η εξάλειψη της κακοπολιτείας, στηρίζονται σε 3 παράγοντες. Α) στην αίσθηση της αυτονομίας β) στην ικανότητα του ανθρώπου να επικοινωνεί με τα θεία γ) στην επικοινωνία με τους συνανθρώπους μας μέσα από τη δομή και τη λειτουργία της πολιτείας. Γιατί ο άνθρωπος είναι από τη φύση του κοινωνικό και πολιτικό όν.
Το κοινωνικο-οικονομικό του πρόγραμμα στηριζόταν στη γενική ανασύνταξη των δυνάμεων του τόπου προκειμένου να αξιοποιηθούν οι γεωργικές εκτάσεις, να αυξηθούν οι οικονομικοί πόροι και να επέλθει έτσι μια εθνική αναδημιουργία Είναι υπέρ του εγχώριου στρατού και κατά των ξένων μισθοφόρων. Ο καταμερισμός της εργασίας πρέπει να γίνεται ανάλογα με τις φυσικές προδιαγραφές και κλίσεις του καθενός. Κατατάσσει τους πολίτες σε τρία γένη ανάλογα με το είδος της εργασίας τους. Το Αρχικό-διοίκηση και στρατός, το Διακονικό-κατασκευές και εμπόριο και το Αυτουργικό-νομείς και γεωργοί. Ως ενδεδειγμένο σύστημα φορολογίας, προτείνει τον ενιαίο φόρο που θα καταβάλλεται σε είδος στους αυτουργούς. Το Αρχικό γένος εφ΄ όσον δεν έχει εισοδήματα και εργάζεται για το κράτος, απαλλάσσεται από τους φόρους. Καταδικάζει το θεσμό της «αγγαρείας» ως άδικο και με δουλικό χαρακτήρα, καθώς δεν υπολογίζει τις φυσικές και πνευματικές ικανότητες του φορολογουμένου. Ο προσδιορισμός φόρων, πιστεύει ότι πρέπει να γίνεται νομοθετικά και όχι αυθαίρετα. Προτείνει την επιβολή περιορισμού στον μοναχισμό, ο οποίος είχε επεκταθεί υπερβολικά εκείνη την εποχή απορροφώντας πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό σε μη παραγωγικές εργασίες. Το βασικό του ενδιαφέρον γενικά επικεντρώνεται στην δημιουργία της Αρίστης Πολιτείας, μέσω της οποίας οι άνθρωποι μπορεί να επιτύχουν την Ευδαιμονία.
Οι ρηξικέλευθες αυτές θεωρίες του Γεμιστού, έχουν σαν πηγή έμπνευσης την Πολιτεία του Πλάτωνα, ενώ κάποιες από τις αρχές της Οικονομικής του θεωρίας, συγκλίνουν με τις εισηγήσεις του μεταγενέστερου Ανταμ Σμίθ όπως περιγράφονται στον «Πλούτο των Εθνών». Η διδασκαλία του και οι αρχές του, αν και συνάντησαν έντονες αντιδράσεις από την πλευρά του Κλήρου, υπήρξαν ευρύτατης αποδοχής από πολλούς λογίους. Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στο Μυστρά, διδάσκοντας και προτείνοντας λύσεις που ήλπιζε ότι θα αποτρέψουν την οριστική κατάρρευση… Ωστόσο, οι δυσοίωνες προβλέψεις του για την τύχη της Αυτοκρατορίας, επαληθεύτηκαν ένα χρόνο μετά τον θάνατό του, στις 29 Μαίου 1453 μ.Χ. όταν «η Πόλις Εάλω»…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου