Έχουν ήδη συμπληρωθεί έξι έτη από την απόρριψη του σχεδίου Ανάν στις 24/4/2004 και τη διάσωση της Κυπριακής Δημοκρατίας…
Στις 24 Απριλίου του 2004, επτά μέρες πριν από την αναπόφευκτη ένταξη της ΚΔ στην ΕΕ (με λελυμένο ή μη το κυπριακό ζήτημα), η Ελληνοκυπριακή Κοινότητα και η «Τουρκοκυπριακή Κοινότητα» εκλήθησαν σε ταυτόχρονα χωριστά δημοψηφίσματα να αποδεχθούν ή να απορρίψουν το σχέδιο (του ΓΓ του ΟΗΕ Κόφι Ανάν ως τη συνολική επίλυση του κυπριακού ζητήματος.
Η κεντρική φιλοσοφία του σχεδίου Ανάν ήταν η εξίσωση της τουρκικής μειονότητας του 18% με την ελληνική πλειονότητα του 82%, άρα η καταστρατήγηση της αρχής «ένας άνθρωπος, μία ψήφος» και άρα η καταστρατήγηση της αρχής της ισότητας επί της οποίας εδράζεται το δημοκρατικό σύστημα διακυβερνήσεως. Δηλαδή, η κεντρική φιλοσοφία του σχεδίου Αννάν ήταν η διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και ως συστήματος διακυβερνήσεως και ως υποκειμένου διεθνούς δικαίου και η δημιουργία από παρθενογένεση ενός κρατικού μορφώματος, το οποίο θα αποτελείτο από το Ελληνικό και το Τουρκικό Κρατίδιο και από την Ομοσπονδιακή (Κεντρική) Κυβέρνηση, όπου οι αποφάσεις θα ελαμβάνοντο κατ’ ουσία ομόφωνα, ειδάλλως ο τελευταίος λόγος θα ανήκε σε τρεις ξένους δικαστές, διορισμένους από ξένες δυνάμεις ερήμην οιασδήποτε δημοκρατικής διαδικασίας. Επί των ερειπίων δηλαδή της ΚΔ θα εθεμελιώνετο ιδιότυπο καθεστώς φυλετικών διακρίσεων με ελίτ φυλή τους «Τουρκοκυπρίους» και «παιδιά ενός κατώτερου Θεού τους Έλληνες της Κύπρου».
Η επικυριαρχία της Τουρκίας επεκτείνετο σε ολόκληρη την Κύπρο πλην των Βρετανικών Βάσεων οι οποίες αναβαθμίζονταν με καθεστώς κράτους. Το κρατικό μόρφωμα ουσιαστικά θα ήταν ανοχύρωτη πολιτεία, αφού ενώ θα στερούνταν του δικαιώματος της αυτοάμυνας και της διαθέσεως ιδίων ενόπλων δυνάμεων, η Τουρκία θα είχε δικαίωμα μονομερούς στρατιωτικής επεμβάσεως και από το έδαφος της Κύπρου (με την τουρκική στρατιωτική δύναμη η οποία θα στάθμευε στην νήσο) και από την μικρασιατική ενδοχώρα. Τα ανθρώπινα δικαιώματα των Ελλήνων της Κύπρου κατευνουχίζοντο ποικιλοτρόπως. Ο ορυκτός πλούτος της Κύπρου περιερχόταν στην κατοχή της Τουρκίας και της Βρετανίας. Ο εποικισμός, ο οποίος σύμφωνα με το διεθνές δίκαιον είναι έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, «νομιμοποιείτο», καθότι ουδείς έποικος ήταν υπόχρεος να εγκαταλείψει την Κύπρο. Η οικονομία του κρατικού μορφώματος καθίστατο όμηρος της τουρκικής οικονομίας και οι Έλληνες της Κύπρου ήταν υπόχρεοι να υποστούν το δυσβάστακτο οικονομικό βάρος της νέας τάξεως πραγμάτων για πολλές δεκαετίες. Η εφαρμογή της, διερχομένης από διάφορα χρονικά στάδια λύσεως, θα εξηρτάτο από την «καλή θέληση» της Τουρκίας, χωρίς να υπάρχει οιοσδήποτε μηχανισμός επιβολής της.
Καταληκτικώς, το σχέδιο Ανάν δεν ήταν μόνο μία συγκροτημένη προσπάθεια νομιμοποιήσεως των τετελεσμένων της παράνομης τουρκικής εισβολής και κατοχής, αλλά ήταν επιπλέον, μία προσπάθεια υφαρπαγής ολόκληρης της νήσου από την Τουρκία, την Βρετανία και άλλες ξένες δυνάμεις.
Ενδεχόμενη ένταξη της ΚΔ στην ΕΕ χωρίς την αποδοχή του σχεδίου Ανάν θα «μετατόπιζε την ισορροπία ισχύος» (υπέρ των Ελλήνων) όπως κοινομολόγησε και ο τότε υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ Colin Powell, ο οποίος ηγείτο μιας ενορχηστρωμένης εκστρατείας απειλών και πιέσεων προς τους Έλληνες της Κύπρου για να συνθηκολογήσουν.
Στο παρανόμως κατεχόμενο από την Τουρκία τμήμα της ΚΔ, οι «Τουρκοκύπριοι», (οι Τούρκοι της Κύπρου μαζί με περίπου 100,000 Τούρκους εποίκους, οι οποίοι «εψήφισαν» παραβιάζοντας κατάφορα το διεθνές δίκαιον), «ενέκριναν» το σχέδιο Ανάν με μεγάλη «πλειοψηφία» («65%»).
Στο ελεύθερο τμήμα της ΚΔ, οι Έλληνες της Κύπρου (εν μέσω απειλών και πιέσεων έσωθεν και έξωθεν), με σημαιοφόρο τον τότε ΠτΚΔ Τάσσο Παπαδόπουλο, απέρριψαν το σχέδιο Ανάν με συντριπτική πλειοψηφία (76%) και διέσωσαν την ΚΔ, η οποία στη συνέχεια κατέστη χωρίς όρους ισότιμο μέλος της ΕΕ (την 1/5/2004) πολλαπλασιάζουσα τον συντελεστήν ισχύος της, καθότι, μεταξύ άλλων, εθωρακίσθη και από το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο (το οποίον θα έπρεπε πλέον να δεσπόζει σε οιανδήποτε μελλοντική λύση του κυπριακού ζητήματος) και απέκτησε και ρόλο ελεγκτή και κριτή του, ευρωπαϊκού προσανατολισμού της Τουρκίας ο οποίος άπτεται των ζωτικών τουρκικών συμφερόντων.
Η ευρωπαϊκή πορεία, την οποίαν η ΚΔ (ως μέλος της ΕΕ απο την 1/5/2004) έχει την δυνατότητα είτε να παγοποιήσει είτε να ακυρώσει, είναι η μόνη διέξοδος της Τουρκίας για να αποφύγει καταλυτικές εξελίξεις ένεκα της αναπόφευκτης «μοιραίας» συγκρούσεως του ολοκληρωτικού κεμαλικού καθεστώτος με τον χρόνο και ένεκα ενδογενών φυγοκέντρων δυνάμεων, οι οποίες ενώ ευρίσκοντο σε κατάσταση ληθάργου επί μισό αιώνα, έχουν αρχίσει από τη δεκαετία του 1980 να αφυπνίζονται και να μορφοποιούν κατάσταση εξεγέρσεως εξ αιτίας πληθώρας εξελίξεων στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Τουρκίας, του Βορείου Ιράκ και του Βορειοδυτικού Ιράν καθώς και ευρύτερα. Από την 1/5/2004, η ανάγκη εξουδετερώσεως της ΚΔ κατέστη υψίστης σημασίας για τα ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας.
Διακυβέρνηση Τάσσου Παπαδόπουλου μετά την ένταξη της ΚΔ στην ΕΕ
Η ΚΔ μετά την ένταξη της στην ΕΕ απέκτησε και νέα ερείσματα ισχύος, με την δημιουργία της Aποκλειστικής Oικονομικής Zώνης (ΑΟΖ) στις θάλασσες οι οποίες περικλείουν την νήσο (σύμφωνα με τους κανόνες του Δικαίου της Θάλασσας και με την έγκριση της EΕ και επιπλέον με την οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Aίγυπτο και το Λίβανο στη βάση της μέσης γραμμής) καθώς και με την ένταξη της στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) της ΕΕ την 1/1/2008 με ισχυρή οικονομία.
Ο τότε ΠτΚΔ Τάσσος Παπαδόπουλος, ως ένας από τους κριτές της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας, την υπέβαλε σε οδυνηρή δοκιμασία και επέτυχε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σωρεία ευνοϊκών αποφάσεων, οι οποίες ενίσχυσαν περαιτέρω το εν σχέσει με την Κύπρο Ευρωπαϊκό Κεκτημένο, το οποίον προδιέγραφε (αναπόφευκτα πλέον) το νέο γονιδιακό ιδίωμα του περιεχομένου της λύσεως του κυπριακού ζητήματος, καθότι (ο Τάσσος Παπαδόπουλος) ως διαπραγματευτής, με την συμφωνία της 8/7/2006 και την επιστολή Καμπάρι, αχρήστευσε οιανδήποτε περίπτωση επαναφοράς του σχεδίου Ανάν ή παρομοίου του (εκτός και εάν διέπραττε το μέγα στρατηγικό σφάλμα η ελληνική πλευρά και το επανέφερε η ίδια στο μέλλον).
Η τότε Κυβέρνηση του Τάσσου Παπαδόπουλου απέκρουσε επίσης ικανοποιητικώς πολλές «επιθέσεις» εναντίον των ζωτικών συμφερόντων της ΚΔ απο την Τουρκία και τους συμμάχους της (είτε στο διεθνές πεδίον είτε στην ΕΕ), με προεξάρχουσα την αναχαίτιση της προσπάθειας για έμμεση αναγνώριση του παρανόμου κατοχικού μορφώματος μέσω κανονισμού για απευθείας εμπόριο μεταξύ της «Τουρκοκυπριακής Κοινότητας» και της ΕΕ.
Ο τότε ΠτΚΔ Τάσσος Παπαδόπουλος διέπραξε όμως και ένα σημαντικό σφάλμα, το οποίον έμελλε να αποδειχθεί καθοριστικό και ως προς τον ίδιο και ως προς την ΚΔ. Αντί να απαιτήσει ουσιαστικά και απτά ανταλλάγματα, όπως την αποχώρηση των τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων και των εποίκων και την επιστροφή των προσφύγων, συναίνεσε απλώς στην εφαρμογή του πρωτοκόλλου της Άγκυρας προκειμένου να μην ανακόψει την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου του 2004. Και όταν η Τουρκία, ούτε αυτή την υποχρέωση ετήρησε, της έδωσε παράταση και κατέληξε να την περιμένει να εφαρμόσει το πρωτόκολλο της Άγκυρας μετά την λήξη της προεδρικής του θητείας.
Η προοπτική να επανασυναντήσει τον Τάσσον Παπαδόπουλον ως διαπραγματευτή στις αναμενόμενες νέες συνομιλίες για την λύση του κυπριακού ζητήματος, οι οποίες θα προηγούντο της νέας κρίσιμης ευρωπαϊκής εξετάσεως τον Δεκέμβριο του 2009, όπου θα τον επανυφίστατο και ως έναν από τους κριτές, ουδόλως ενθουσίαζε την Τουρκία και τους συμμάχους της. Ο Τάσσος Παπαδόπουλος έπληττε τα τουρκικά ζωτικά συμφέροντα και έπρεπε να απομακρυνθεί από την εξουσία.
Τον Φεβρουάριο του 2008, ο Λαός, πεπλανημένος από βασικούς υποψηφίους (οι οποίοι κεκαλυμμένοι με επιτηδευμένα προσωπεία απέκρυβαν την ανανική τους προσήλωση) καθώς και από πρωτοφανή καταιγισμό παραπληροφορήσεως (απο πληθώρα μέσων ενημερώσεως έσωθεν και έξωθεν της νήσου), παραγνώρισε την ήπια διεκδικητική πολιτική του Τάσσου Παπαδόπουλου, η οποία απεδείχθη επωφελής σε ικανοποιητικό βαθμό για την ΚΔ (απόρριψη σχεδίου Ανάν και διάσωση της ΚΔ, σταδιακή επανατοποθέτηση του Κυπριακού ζητήματος μακριά απο ανανική λύση, ένταξη ΚΔ στην ΟΝΕ, καθορισμός ΑΟΖ κλπ) και απέκλεισε τον Τάσσο Παπαδόπουλο απο τον 1ο γύρο των προεδρικών εκλογών και έχρισε στην συνέχεια Πρόεδρο της ΚΔ τον Κον Δημήτρη Χριστόφια. Η Τουρκία και οι σύμμαχοι της δεν έκρυβαν την ανακούφιση τους πριν ακόμη τελειώσει η καταμέτρηση των ψήφων του 1ου γύρου.
Κυοφορούμενο νέο σχέδιο για την επίλυση του κυπριακού ζητήματος με σφραγίδα Χριστόφια.
Στην κοινή δήλωση της 23 Μαϊου 2008 με τον Κο Μεχμέτ Αλι Ταλάτ, ο Πρόεδρος της ΚΔ Κος Δημήτρης Χριστόφιας προσεγγίζοντας τις πάγιες τουρκικές αξιώσεις, προσέφερε στην τουρκική πλευρά, ερήμην Λαού, τον «Συνεταιρισμό (Partnership) Δύο Συνιστώντων (Constituent) Πολιτειών ή Κρατών» (States – ασαφής ορολογία επιδεχόμενη αποκλίνουσες ερμηνείες), τον οποίο έκτοτε η Άγκυρα περιφέρει διεθνώς ως τρόπαιο της. Με πληθυσμό στον οποίον υπερισχύουν οι έποικοι έναντι των Τούρκων της Κύπρου, το «Τουρκικό Κυπριακό Constituent State» (και όχι πλέον η «Τουρκοκυπριακή Κοινότητα») είναι το παράνομο και πλήρως ελεγχόμενο από την Τουρκία κατοχικό καθεστώς, το οποίον θα συστήσει τον «Συνεταιρισμό». Δηλαδή, το «Τουρκικό Κυπριακό Constituent State» θα καταστεί, συνιδρυτής, συνιδιοκτήτης, συγκυρίαρχος του «Συνεταιρισμού», ο οποίος θα αντικαταστήσει (διαλύσει, εξαφανίσει) το νομίμως ελεγχόμενο από τους (αποτελούντες το 82% του νομίμου πληθυσμού) Έλληνες της Κύπρου και διεθνώς αναγνωρισμένο κράτος της ΚΔ, ως «μετεξελίχθη» βάσει του ψηφίσματος 186 του ΣΑ του ΟΗΕ, της 4/3/1964. Στην κοινή δήλωση της 30 Μαρτίου 2010 με τον Κον Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, ο Κος Δημήτης Χριστόφιας προσέγγισε ακόμη περισσότερο τις Τουρκικές αξιώσεις προσφέροντας και τον «διαμοιρασμό της εξουσίας» («Power Sharing»). Η κοινή δήλωση αναφέρεται σε «σημαντικές συγκλίσεις στην διακυβέρνηση και στον διαμοιρασμό της εξουσίας» (ο οποίος σύμφωνα με την διατύπωση είναι συμπεφωνημένος και δεδομένος), καθώς και (σε σημαντικές συγκλίσεις) «στην οικονομία και στα θέματα σχετικά με την ΕΕ». Οι σημαντικές συγκλίσεις στην διακυβέρνηση παραπέμπουν στην παραχώρηση/προσφορά του κου Δημήτρη Χριστόφια ότι ο αποδεκτός πλέον διαμοιρασμός της εξουσίας θα εκφράζεται (υλοποιείται/ισχύει) με την, μεταξύ της τουρκικής μειονότητας του 18% και της ελληνικής πλειονότητας του 82%, εκ περιτροπής άσκηση της εξουσίας στην Ομοσπονδιακή (Κεντρική) Κυβέρνηση του κυοφορούμενου κρατικού μορφώματος.
Ταυτισμένες με την κεντρική φιλοσοφία του σχεδίου Ανάν και σε εγγύτητα με τις τουρκικές αξιώσεις, οι παραχωρήσεις/προσφορές Χριστόφια οι οποίες αφορούν στον πυρήνα του κυπριακού ζητήματος, δηλαδή στόν έλεγχο της νήσου Κύπρου, αποτελούν ήδη πολύ σημαντικό πολιτικό κεκτημένο για την τουρκική πλευρά ανεξαρτήτως επιλύσεως του κυπριακού ζητήματος.
Εξ αιτίας των παραχωρήσεων/προσφορών Χριστόφια, δημιουργείται πρόσφορο έδαφος για την τουρκική πλευρά και τους συμμάχους της για να στοχεύσουν και προς το ΣΑ του ΟΗΕ. Εάν, εξ αιτίας των κοινών δηλώσεων Χριστόφια-Ταλάτ της 23/5/2008 και της 30/3/2010 εμπεριέχεται, σε μελλοντικό ψήφισμα του ΣΑ του ΟΗΕ, διατύπωση, η οποία είτε άμεσα είτε έμμεσα θα αναφέρεται (ή θα παραπέμπει) σε «συνεταιρισμό δύο Constituent States» ή σε «εκ περιτροπής άσκηση της εξουσίας» ή σε διαμοιρασμό της εξουσίας («Power Sharing»), όχι μόνον θα λειτουργεί (στο μέλλον) ως ένα ασφυκτικό και εξευτελιστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα πρέπει να εκφυλίζονται οιεσδήποτε μελλοντικές (ανούσιες πλέον) διεκδικήσεις των Ελλήνων της Κύπρου για επίλυση του κυπριακού ζητήματος, αλλά επίσης θα διαβρώνει τα ψηφίσματα 186, 541 και 550 τα οποία μέχρι τώρα όχι μόνον προάσπιζαν και διαφύλατταν ουσιαστικά και αποτελεσματικά την ΚΔ ως υποκείμενον διεθνούς δικαίου αλλά επιπλέον απαγόρευαν και καταδίκαζαν οιανδήποτε (παρελθούσα ή μελλοντική) αποσχιστική ενέργεια των «Τουρκοκυπρίων».
Εφ’ όσον το 18% θα άρχει εναλλάξ ή θα συνάρχει με το 82% στο νέον κρατικό μόρφωμα (το οποίον θα ενσαρκωθεί από την θανάτωση της Κυπριακής Δημοκρατίας), ουδόλως θα ισχύει η αρχή «ένας άνθρωπος, μία ψήφος» και άρα ουδόλως θα ισχύει η αρχή της ισότητας (ότι ισχύει για κάποιον/αν να ισχύει το ίδιο και για οιον/οιανδήποτε άλλον/η).
Υπάρχει άραγε αντάλλαγμα; Είναι δυνατόν να αποδεχθεί οιοσ/οιαδήποτε την καταστρατήγηση της αρχής της ισότητας έναντι οιουδήποτε ανταλλάγματος;
Το δημοκρατικό σύστημα διακυβερνήσεως το οποίον εφηυρέθη από τον Κλεισθένη το 508 πΧ, εδράζεται επί της αρχής της ισότητας.
Η (πολιτική) ελευθερία έχει έννοια και ουσία εφόσον ισχύει η αρχή της ισότητας. Το “δίκαιον” παράγεται από το “δίχα” το οποίον σημαίνει μοίρασμα, μισά-μισά, δηλαδή και η δικαιοσύνη ζει και αναπνέει από την αρχή της ισότητας.
Τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα ισχύουν εφόσον ισχύει η αρχή της ισότητας. «Liberté, Equalité, Fraternité» («Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφοσύνη») ήταν το σύνθημα της Γαλλικής επαναστάσεως το 1789. 159 έτη αργότερα (στις 10 Δεκεμβρίου του 1948), το σύνθημα της Γαλλικής Επαναστάσεως έμελλε να γίνει το πρώτον άρθρο της Οικουμενικής Διακηρύξεως των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: «All human beings are born free and equal in dignity and rights. They are endowed with reason and conscience and should act towards one another in a spirit of brotherhood».
«One man, one woman, one vote, one government and everyone equal under the law.» («Ένας άνθρωπος, μία ψήφος, μια κυβέρνηση και όλοι/ες ίσοι/ες έναντι του νόμου.») ήταν το σύνθημα του Nelson Rolihlahla Mandela με το οποίον απελευθέρωσε την πατρίδα του Νότιον Αφρική από τον ζυγό του apartheid.
Εάν σε μελλοντικό περί Κύπρου ψήφισμα του ΣΑ του ΟΗΕ εμπεριέχεται διατύπωση για «συνεταιρισμό δύο Constituent States» ή για «διαμοιρασμό της εξουσίας» («Power Sharing») ή για «εναλλάξ άσκηση της εξουσίας» μεταξύ της Ελληνικής πλειονότητας του 82% και της τουρκικής μειονότητας του 18%, τότε θα καταστρατηγείται η αρχή «ένας άνθρωπος, μία ψήφος» και άρα θα καταστρατηγείται και η αρχή της ισότητας και άρα το σύστημα διακυβερνήσεως, στο νέο κρατικό μόρφωμα (το οποίο θα ενσαρκωθεί απο τη θανάτωση της Κυπριακής Δημοκρατίας), δεν θα είναι δημοκρατικό αλλά ιδιότυπο καθεστώς φυλετικών διακρίσεων με ελίτ φυλή τους «Τουρκοκυπρίους» και «παιδιά ενός κατώτερου Θεού τους Έλληνες της Κύπρου». Είναι ορατός πλέον ο ολέθριος κίνδυνος για την ΚΔ και τους Έλληνες της Κύπρου, σε μελλοντικό ψήφισμα του ΣΑ του ΟΗΕ να περιληφθεί (είτε άμεσα είτε έμμεσα) διατύπωση, η οποία να υιοθετεί τις παραχωρήσεις/προσφορές Χριστόφια και άρα να υιοθετεί την κεντρική φιλοσοφία του απορριφθέντος σχεδίου Ανάν. Σε τέτοια περίπτωση η δήθεν ασφαλιστική δικλείδα της κοινής δηλώσεως Χριστόφια-Ταλάτ της 30/3/2010 «nothing is agreed unless everything is agreed» («ουδέν είναι συμφωνημένο εκτός εάν συμφωνηθούν όλα»), ουδεμία σημασία θα έχει.
Η ΚΔ απομονωμένη στη γωνία
Μετά την ένταξη της στην ΕΕ, η ΚΔ, υπό την ιδιότητα της ως ισότιμου κράτους μέλους της ΕΕ, αντί να απαιτήσει την αποχώρηση των τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων και των εποίκων και επιστροφή των προσφύγων στις εστίες τους υπό συνθήκες ασφαλείας και αποκατάσταση της νομιμότητας, απλά «συναίνεσε» στην εφαρμογή του πρωτοκόλλου της Άγκυρας για να μην ανακόψει τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της Τουρκίας. Τον Δεκέμβριο του 2009, η σύνοδος κορυφής της ΕΕ ουδεμία κύρωση επέβαλε κατά της Τουρκίας, η οποία για τρίτη φορά αρνήθηκε να συμμορφωθεί με αυτή την ελάχιστη συμβατική υποχρέωση, να εφαρμόσει δηλαδή το πρωτόκολλο της Άγκυρας, προκειμένου να μην εμφανιστεί ότι αναγνωρίζει έστω και έμμεσα την ύπαρξη της ΚΔ (όπως αυτή μετεξελίχθη με βάση το ψήφισμα 186 της 4/3/1964).
Εφόσον η Τουρκία παρασπόνδησε για τρίτη φορά και δεν πραγματοποίησε αυτή την ελάχιστη υποχρέωση της και εφόσον η ΚΔ, μη αξιοποιώντας τα ερείσματα ισχύος τα οποία απέκτησε με την ένταξη της στην ΕΕ, επέτρεψε στην Τουρκία να περάσει αβρόχοις ποσίν για μία ακόμη φορά, επιβεβαιώθηκε στην πράξη με έμφαση η τάση αυτοχειρίας η οποία άρχισε να μορφοποιείται από την Άνοιξη του 2008 με τις προτάσεις/προσφορές Χριστόφια (για επίλυση του κυπριακού ζητήματος), ότι δηλαδή η ΚΔ αντιμετωπίζει τον εαυτό της ως κράτος μειωμένων δικαιωμάτων και ελαχίστων αντιστάσεων το οποίον οδεύει προς αυτοδιάλυση.
Μήνες πριν από την αξιολόγηση του Δεκεμβρίου του 2009, η ΚΔ έστελνε το μήνυμα προς πάσα κατεύθυνση ότι δεν θα εκτροχιάσει την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας, διότι αν το πράξει «θα πληγεί η οιαδήποτε προοπτική (θετικής για την ίδια) επιλύσεως του κυπριακού ζητήματος». Αντί δηλαδή η ΚΔ, αξιοποιώντας και τα θεσμικά και πολιτικά όπλα τα οποία διαθέτει ως κράτος μέλος της ΕΕ, να ακολουθεί συγκροτημένη πολιτική αφαιρέσεως τουρκικής ισχύος και προσθέσεως (ελληνικής) κυπριακής ισχύος, και σε αυτή τη βάση να επιδιώκει την (θετική για την ίδια) επίλυση του κυπριακού ζητήματος, πράττει συνειδητά το αντίθετο. Η μη αξιοποίηση όμως των ερεισμάτων ισχύος εντός βεβαίως του κρισίμου χρόνου συνιστά ολέθριο σφάλμα ιδίως μάλιστα στο στρατηγικότερο σημείο του πλανήτη.
Η ΚΔ εφόσον διέπραξε το μέγα στρατηγικό σφάλμα και επέτρεψε στην Τουρκία να περάσει αλώβητη και από το ορόσημο του Δεκεμβρίου του 2009, βρίσκεται η ίδια πλέον στην γωνία και υφίσταται αλλεπάλληλα κτυπήματα τα οποία απειλούν την ίδια την ύπαρξη της.
Η ΚΔ απομονωμένη στη γωνία - Απόφαση ΕΔΑΔ
Στις 12 Μαρτίου του 2010 οι εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες Κύπριοι πρόσφυγες υπέστησαν συντριπτικό πλήγμα από την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ). Το ΕΔΑΔ, παραγνωρίζοντας το διεθνές δίκαιο και τα περί Κύπρου ψηφίσματα του ΟΗΕ, με μια προκλητική απόφαση απέρριψε όλες τις προσφυγές των Ελλήνων Κυπρίων προσφύγων, οι οποίες αφορούσαν σε περιουσίες τους στα κατεχόμενα, ανεγνώρισε την παράνομη επιτροπή αποζημιώσεων του Αττίλα και υπέδειξε στους πρόσφυγες είτε να αποταθούν προς αυτήν, όχι βεβαίως για να τους αποκαταστήσει κάποτε τις περιουσίες τους, αλλά πόσα χρήματα επιθυμεί να τους δώσει ως «αποζημίωση» είτε να αναμένουν την επίλυση του κυπριακού ζητήματος. Το ΕΔΑΔ αποφάσισε δηλαδή επι της ουσίας να «δώσει» τις περιουσίες των Ελλήνων προσφύγων στους Τούρκους κατακτητές και σφετεριστές είτε αυτοί είναι έποικοι είτε Τούρκοι της Κύπρου.
Το ΕΔΑΔ ενώ απέστρεψε το «πρόσωπο» του από τα θύματα τα οποία εναπόθεσαν τις όποιες ελπίδες τους για απόδοση δικαιοσύνης προς αυτό, αντιθέτως εξέφρασε πλήρη ευαισθησία προς τους Τούρκους κατακτητές τονίζοντας ότι δεν επιθυμεί «να επιβάλει μίαν άνευ όρων υποχρέωση σε μία κυβέρνηση να ξεκινήσει την βίαιη εκδίωξη και την μετεγκατάσταση ενός μεγάλου αριθμού ανδρών, γυναικών και παιδιών, έστω κι αν ο σκοπός είναι να αποκαταστήσει τα δικαιώματα θυμάτων παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων», όπως αναφέρει στην απόφασή του. «Η κατοχή του περιουσιακού τίτλου, έπειτα από τόσα χρόνια, έχει απολέσει την ισχύ της από άποψη πρακτικού αποτελέσματος» προσθέτει.
Δηλαδή το ΕΔΑΔ, αντί να ενεργήσει ως υπερασπιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως όφειλε, ενήργησε ως πειθήνιο όργανο της Αδικίας. Το νομικό προηγούμενο το οποίον δημιούργησε είναι πρωτοφανές: Παράνομη μεν η τουρκική εισβολή, «νόμιμο» δε το πλιάτσικο της τουρκικής κατοχής! Δηλαδή οιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα (μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης) θα μπορεί να εισβάλλει «παράνομα» σε κάποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα (μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης) και να αρπάζει «νόμιμα» τα εδάφη της! Η απόφαση αυτή δεν συνιστά μόνον δικαστική και πολιτική συντριβή της ΚΔ αλλά και κατά κράτος εξευτελισμό του ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού ο οποίος πλέον θεμελιώνεται επι της Αδικίας. Η Τουρκία (ο εισβολέας) πανηγυρίζει την σπουδαιότερη και σημαντικότερη νίκη της στο κυπριακό ζήτημα από το 1974. Η λεηλασία των περιουσιών των Ελλήνων Κυπρίων προσφύγων έχει «νομιμοποιηθεί» με την σφραγίδα του ΕΔΑΔ!
Η ΚΔ απομονωμένη στη γωνία - Απ’ ευθείας εμπόριο ΕΕ με τα κατεχόμενα
Στις 25 Μαρτίου 2010, εγνώσθη οτι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, παραγνωρίζοντας το διεθνές δίκαιο, τα περί Κύπρου ψηφίσματα του ΟΗΕ καθώς και το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο, προωθεί τον λεγόμενο Κανονισμό για το απευθείας εμπόριο μεταξύ της ΕΕ και της «Τουρκοκυπριακής Κοινότητας» (με «νομική βάση» το εμπόριο μεταξύ ΕΕ και τρίτων κρατών) στο Ευρωκοινοβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ενδεχομένη έγκριση του οποίου θα σημαίνει αφενός έμμεση αναγνώριση από την ΕΕ του παρανόμου κατοχικού μορφώματος ως κράτους και αφετέρου υποβάθμιση της ΚΔ ως υποκειμένου διεθνούς δικαίου.
Ενώ η πρόθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (με την έγκριση και της Κυπρίας Επιτρόπου κςας Ανδρούλλας Βασιλείου!) για προώθηση του «Κανονισμού» είχε δημοσιοποιηθεί από τις αρχές Δεκεμβρίου του 2009 μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, η ΚΔ έλαβε γνώση της προθέσεως την 25/3/2010! Αν και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα έπρεπε ως όφειλε να πληροφορήσει εγκαίρως και επισήμως (και όχι μόνο μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου) την ΚΔ, εντούτοις η Κυβέρνηση ενός ημικατεχόμενου κράτους θα έπρεπε να βρίσκεται σε εγρήγορση και να παρακολουθεί τα πάντα στην ΕΕ και να αρπάζει στον αέρα εν τη γενέσει τους οιεσδήποτε πληροφορίες την αφορούν.
Αν επί της διαδικασίας η κυβέρνηση Χριστόφια επέδειξε ολιγωρία, επί της ουσίας επέδειξε πλήρη ανεπάρκεια. Ακόμη και εάν η Κυβέρνηση Χριστόφια δεν ήξερε για την πρόθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα έπρεπε να την προβλέψει και αξιοποιώντας τα θεσμικά και πολιτικά ερείσματα της ως κράτους μέλους της ΕΕ θα έπρεπε, αντί άπρακτη να παρακολουθεί την Τουρκία να περνάει αλώβητη απο το ορόσημο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου του 2009, να διασφαλίσει την δια παντός ακύρωση οιασδήποτε προθέσεως προωθήσεως του «Κανονισμού».
Η ΚΔ απομονωμένη στη γωνία – Αερομεταφορές
Συμφωνία Τουρκίας ΕΕ παρακάμπτοντας την ΚΔ
Στις 25 Μαρτίου 2010 επίσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μονόγραφε αεροπορική συμφωνία με την Τουρκία, το περιεχόμενο της οποίας αφενός αποτελεί ουσιαστικά και μέρος του κεκτημένου στο κλειστό Κεφάλαιο των Μεταφορών, και αφετέρου είναι η πρώτη συμφωνία τέτοιου είδους την οποίαν υπογράφει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η οποία (συμφωνία) περιέχει όρους οι οποίοι εξυπηρετούν απόλυτα την Τουρκία, επιτρέποντάς της να μην αναγνωρίσει την ΚΔ. Ενώ η Συμφωνία αναφέρεται στα 27 κράτη-μέλη, στο κείμενο το οποίο μονογραφήθηκε χωρίς να αντιδράσει η ΚΔ, περιλαμβάνεται ο όρος ότι η Τουρκία μπορεί να αρνηθεί πτήσεις από αεροπορικές εταιρείες και κράτη -μέλη της ΕΕ με τα οποία η ίδια δεν έχει άμεση διμερή αεροπορική συμφωνία (υπονοώντας δηλαδή την ΚΔ και μόνον αυτή).
A.K.
ΑΡΔΗΝ