ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ: Αν ο Πατριωτισμός είναι ουσιαστικά η συνειδητή ταύτιση του κοινού αισθήματος με μια συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων, τότε, σύμφωνα με τον Ζαν-Ζακ Ρουσσώ «Εθνικισμός είναι η ενεργητική κατάφαση του Πατριωτισμού». Σαν αποτέλεσμα αυτών των γενικών –αλλά θεμελιωδών- όρων, καμμιά από τις δυο περιπτώσεις δεν είναι δυνατόν να εγκλωβιστεί σε ένα συγκεκριμένο ύφος, προσωπείο, ή και ρητορική. Γι’ αυτό λοιπόν, δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί μια νοητή γραμμή που να χωρίζει τον Πατριωτισμό (γενικότερα) με τις όποιες αντιλήψεις πόσο μάλλον τις υπό εξέτασιν πολιτικές, αυτές δηλ που πλάθονται ξεχωριστά σε κάθε προσωπικότητα ή εντός ενός ανθρώπινου συνόλου, –γεγονός που φυσικά τον καθιστά εκμεταλλεύσιμο για όποιον ζητά την αποδοχή του συνόλου. Από εδώ φυσικά απορρέει και το συμπέρασμα ότι ο Εθνικισμός δεν είναι μια τόσο επιφανειακή Ιδεολογία, στον βαθμό που δύναται να τοποθετηθεί στα στενά πολιτικά όρια του σύγχρονου πολιτικού άξονα και να γίνει αόριστα το αποκλειστικό «κτήμα» κάποιου τμήματός του (αριστερού ή δεξιού-φιλελεύθερου ή μαρξιστικού), καθότι σαν αποτέλεσμα ιστορικής νομοτέλειας διαθέτει, στόχους, πηγές, δυναμική και προοπτικές που τον υπερβαίνουν, όπως και συγκεκριμένο εύρος και θέση στο ανθρώπινο περιβάλλον –που είναι η βάση των λαϊκών Κοινοτήτων.
ΜΑΡΞΙΣΤΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΙ
Ένας από τους πιο κοινότυπους ισχυρισμούς είναι ότι οι μαρξιστές –με μοναδική …«αποκλειστικότητα» σ’ αυτό- έθιξαν ή θίγουν τον Πατριωτισμό ευθέως, υποθάλποντας όλες τις τυχόν φυγόκεντρες τάσεις. Παρόλα αυτά λίγοι είναι εκείνοι οι οποίοι βλέποντας την πραγματικότητα, απαλλαγμένοι από τις παρωπίδες ενός στείρου και υστερικά μισαλλόδοξου αντικομμουνισμού που δημιούργησε το σημερινό καθεστώς, θα υποστήριζαν ότι το έπραξαν απείρως πιο αποτελεσματικά, εντάσσοντάς τον στα δικά τους μέτρα: αυτά του διεθνισμού τους και του διαλεκτικού/ιστορικού υλισμού.
Κάτι τέτοιο βέβαια, έπραξαν πριν από αυτούς και οι φιλελεύθεροι, αρχικά με την «αναγνώριση» του Δικαιώματος της Αυτοδιάθεσης και στην συνέχεια με την γαλούχηση των μαζών, παραπλανώντας τες πως τα όποια κρατικά μορφώματα που προέκυψαν μετά την «Γαλλική Επανάσταση» ανήκουν στα Έθνη έτσι όπως τα όρισαν εκείνοι φθάνοντας μέχρι και στον δικό τους ορισμό του «Εθνικού Κράτους». Έναν ορισμό, που υπ’ αυτή την σκοπιά παραχάραξης της πραγματικότητας, μπορεί να χαρακτηριστεί το λιγότερο υπερβολικός ή και εσκεμμένα κατασκευασμένο άλλοθι, μιας και θεωρώντας σαν «Έθνος» το σύνολο των κατοίκων-υπηκόων μιας χώρας ανεξαρτήτου καταγωγής (αναδεικνύοντάς τους de jure σε πολίτες –κοσμοπολιτισμός, υπόδειξη του «συντακτικού λαού» και αστικός «πατριωτισμός»), τότε ο ανεδαφικός προσδιορισμός «Εθνικός» δίπλα από το «Κράτος» είναι απλά μια –μάλλον ειρωνική- επανάληψη του ιδίου.
Αν λοιπόν, κάποιος αναζητήσει τον χαρακτήρα της «Πατριωτικής Αριστεράς», τότε είναι σίγουρο ότι θα τον συναντήσει εγκλωβισμένο σε αυτού του είδους τα πλαίσια. Καθώς η μαρξιστική Αριστερά, είναι η λογική συνέχεια –κι αυτό δεν το αρνείται ούτε η ίδια- του κομβικού σημείου για την σύγχρονη πολιτική Ιστορία, που ονομάζεται «Γαλλική Επανάσταση» και «Διαφωτισμός». Κι ως εκ τούτου μια αντιφατική προέκταση ή και –γιατί όχι;- μια παραμόρφωση της Αναγεννησιακής ουμανιστικής κοινωνιολογικής θεώρησης (που σαν «πατέρα» της θα μπορούσαμε να προσδιορίσουμε ιστορικά, τον Γεώργιο Πλήθωνα –και την Πλατωνική Ακαδημία της Φλωρεντίας, Accademia Platonica- απεμπολώντας τον όμως από την περαιτέρω πορεία της που έφθασε μέχρι και τον χριστιανικό προτεσταντισμό κλπ), γέννημα του δυτικού –αστικού- εγωκεντρικού ανθρωπισμού, κληρονομώντας όλες τις αντιφυσικές ατομιστικές του προεκτάσεις, και του λεγόμενου Ορθολογισμού. Αυτά τα χαρακτηριστικά εξάλλου, δεν έλειψαν ποτέ από την ρητορική της.
“ΠΟΙΑ ΠΑΤΡΙΔΑ;”
ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΣΚΟΠΙΑ
Σαν το πιο σύγχρονο υπόδειγμα «μαρξιστικού πατριωτισμού» θα μπορούσε να θεωρηθεί η περίπτωση της καστρικής Κούβας αλλά και γενικότερα η επιρροή που άσκησε αυτή μεταγενέστερα και σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής με τις σημερινές αριστερές τους κυβερνήσεις, όπως στην Βενεζουέλα (Ούγκο Τσάβες) και την Βολιβία (Έβο Μοράλες). Ίσως μάλιστα μια εικόνα να είναι αρκετή, όπως αυτή του «ηρωοποιημένου» Αργεντινού, πρωταγωνιστή της κουβανικής κομμουνιστικής εξέγερσης Τσε (Ερνέστο) Γκεβάρα, που όπως είναι σε πολλούς γνωστό υπέγραφε με το εξής μότο: «Πατρίδα ή Θάνατος» (“Patria o Muerte”). Αν μάλιστα –για να χρησιμοποιήσουμε κι ένα εγχώριο παράδειγμα-, αναλογιστούμε και τον εμφορούμενο «πατριωτισμό» των κομμουνιστών κατά την διάρκεια του Ελληνικού Εμφυλίου, τότε θα μπορούσε κάποιος να οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι οι μαρξιστές –παρότι ξεκάθαρα διεθνιστές-, χρησιμοποιούν τον Πατριωτισμό σαν άλλοθι και για να αποκτήσουν απήχηση και έρεισμα Πίστης στις λαϊκές μάζες.
«Ο γαλβανισμός με το εθνικό πνεύμα, η προετοιμασία για πιο σκληρούς στόχους, για να αντέξουν σε πιο βίαιες καταστολές. Το μίσος σαν παράγοντας της πάλης: το αδιάλλακτο μίσος εναντίον του εχθρού, που σπρώχνει πέρα από τα φυσικά όρια του ανθρώπου», «…η ένοπλη λαϊκή πάλη είναι πάνω από όλα πατριωτική. Ο σωστός διεθνιστής είναι πάνω απ’ όλα σωστός πατριώτης. Ο σωστός πατριώτης είναι ο καλύτερος διεθνιστής». Ερνέστο Γκεβάρα
Το μεγάλο ερώτημα όμως που προκύπτει από όλες τις (ομολογουμένως; πολλές) αντίστοιχες περιπτώσεις είναι: «Σε ποια Πατρίδα αναφέρονται;».
Αν λοιπόν, κατοπτεύσουμε την μαρξιστική λογική, «πατρίδα» είναι ο χώρος που κατοικεί κι έμαθε να διεκδικεί, ένα σύνολο ατόμων –ορισμός που δεν είναι όμως ανεξαρτήτως της κοινωνικής (ταξικής) τους θέσης. Τα άτομα αυτά, για να μπορέσουν να εδραιώσουν την ισχύ τους κοινωνικά και κοινοτικά, δημιουργούν Κράτη, δηλ τον επίσημο θεσμό της εξουσίας και του ελέγχου στα παραγωγικά μέσα, που σε γενικές γραμμές με αυτό τον τρόπο, τους δίδεται την αίσθηση της διαφοροποίησης από το υπόλοιπο ανθρώπινο δυναμικό της υφηλίου. Προχωρώντας όμως ένα βήμα πιο μπροστά, σύμφωνα πάντα με τις μαρξιστικές θέσεις, οι «πατρίδες» αυτές, έχοντας κρατική οντότητα, εκφράζουν την θέληση της συνομοταξίας των ανθρώπων και τους σκοπούς που τις δημιούργησαν: δηλ της εκάστοτε άρχουσας τάξης. Έτσι νομοτελειακά, αυτή η θέληση καταπιέζει τις άλλες κατώτερες τάξεις οι οποίες δεν μπόρεσαν εξαιτίας της επιβεβλημένης εξαθλίωσής τους, να λάβουν μέρος στον πλήρη σχηματισμό της «πατρίδας». Γι’ αυτό τον λόγο οι μαρξιστές «ακολουθώντας την θέληση των προλεταρίων που δεν ανέχονται την καταπίεση», την απορρίπτουν.
Η «πατρίδα» λοιπόν, του Γκεβάρα, αλλά και των μαρξιστών γενικότερα (δηλ η σταθερά στην οποία οφείλουν να ομολογούν πίστη), δεν είναι άλλη από την υλική απεικόνιση της μαρξιστικής ουτοπίας –ή της προσπάθειας προς αυτήν: όπως απετέλεσε η ΕΣΣΔ των μπολσεβίκων η «πατρίδα όλων των μαρξιστών», κυρίως κατά την σταλινική περίοδο(1) –αλλά και μέχρι την άνευ όρων παράδοση της τελευταίας-, η μαοϊκή Κίνα, η καστρική Κούβα κοκ. Ο χώρο(χρόνο)ς όπου το «παγκόσμιο προλεταριάτο» –αυτοί δηλ οι «κοινωνικά απόκληροι» που μέχρι εκείνη την στιγμή «δεν έχουν Πατρίδα»- εισέρχεται «ελεύθερα» στην νέα «αταξική» (ουσιαστικά μονοταξική) κοινωνία του –όπου και μέλος αυτής της «πατρίδας» ορίζεται πάλι ο «υπήκοός» της.
Σε αυτό το σημείο, γίνεται εμφανής και η ομοιότητα του φιλελεύθερου οραματισμού με τον μαρξιστικό –πέραν της «ιστορικής αναγκαιότητας» σύμφωνα με το θεώρημα του Μαρξ, όπου παρουσιάζεται μια γραμμική έκφανση πορείας της Ιστορίας: δουλοκτητική-φεουδαρχική-αστική (φιλελεύθερη)-κομμουνιστική (αταξική) κοινωνία, όπου η μια ιστορική φάση είναι το απαραίτητο βήμα που οδηγεί στην επόμενη, σε μια εναλλαγή στην οποία συμβάλουν οι τρόποι παραγωγής (πχ χειροκίνητος μύλος-ατμομηχανή). Βέβαια, είναι πολύ δύσκολο, να διαχωριστούν οι έννοιες Πατρίδα, Πολίτης, Κράτος, Λαός κλπ κάτω από αυτό το πρίσμα, καθώς είναι διατυπωμένο εκατέρωθεν, και με την μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια, ότι πρώτα ο φιλελευθερισμός και μετά ο μαρξισμός είναι η ίδια η άρνηση της ιδέας περί της συγκρότησης ενός Κράτους (και της επιθυμίας ή της αναγκαιότητας του για έναν Λαό) αλλά και της όποιας έννοιας που ακούει στο όνομα Έθνος και Πατρίδα. Ο πρώτος διότι πιστεύει πως κάτι τέτοιο καταπιέζει την εξέλιξη της διεθνούς αγοράς και τους «νόμους απελευθέρωσής» της, και ο δεύτερος διότι εμποδίζει την «εξελικτική πορεία» του εργαζόμενου ανθρώπου-προλεταρίου, προς την κομμουνιστική «αταξική» κοινωνία. Τόσο λοιπόν οι λέξεις, όσο οι έννοιες και οι ορισμοί είναι παντελώς άσχετοι με την σημερινή πραγματικότητα, εφόσον αυτές οι δυο θεωρήσεις –ειρωνικά μάλλον-, ισχυρίζονται ότι «δεν έχουν να πάρουν τίποτα –κι επομένως να διατηρήσουν-…» (Κ.Μάρξ) από τα ως τώρα σχηματισμένα ιστορικά μορφώματα και τις σταθερές τους αξίες –όπως είναι η Παράδοση-, ακόμα κι αν κάποιες από τις παραμέτρους που τα διέπουν (όπως θα μπορούσε να χαρακτηριστεί Φυλή πριν από την εποχή της παγκοσμιοποίησης) σχηματίσθηκαν από την Φύση.
Το λεγόμενο πάλι «τέλος της Ιστορίας» είναι ένας ακόμη προβληματισμός που σχετίζεται με το ζήτημα. Εφόσον ο Μάρξ θεωρεί, ότι η Ιστορία γράφεται επειδή το προστάζει η ανά τους αιώνες ταξική πάλη («ο μοχλός» της Ιστορίας»), τότε η ανθρωπότητα φθάνοντας στην «αταξική» κοινωνία, δίνει το «χαριστικό πλήγμα» της …«Ειρήνης» στην Ιστορία, μιας και «δεν θα απομείνει τίποτε άλλο που να αξίζει να αναφερθεί» (όπως τα Έθνη, οι Πολιτισμοί και οι διαμάχες τους ένοπλες ή άοπλες). «Περιέργως», το ίδιο υποστηρίζουν και οι ταγοί της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης σήμερα, οι οποίοι επιζητούν αρχικά την αλλοίωση-ποδηγέτηση (με τον πολύπολιτισμό), και σε τελικό στάδιο, την καταστροφή κάθε Εθνικής υπόστασης (του Γένους), επιφέροντας το «τέλος της Ιστορίας», προς χάριν μιας «Ειρήνης» (ΡΑΧ) πάνω στην οποία μπορεί να εδραιωθεί η παγκόσμια αγορά και φυσικά η ισχύς της «κοσμοκρατορίας» τους.
ΠΑΤΡΙΔΑ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟΣ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ
Αλλά σε αυτό το σημείο δεν είναι δυνατόν, παρά να βαδίσει ο συλλογισμός μας προς τις ιστορικές διαδικασίες οι οποίες δημιούργησαν τα Έθνη, (όπως αυτά ορίζονται σύμφωνα με τις αρχές του Ηροδότου: όμαιμον, ομόγλωσσον, ομότροπον) και οι οποίες ισοπεδώνονται επιτηδευμένα και χωρίς ουσιαστικό λόγο προς χάριν αυθαίρετων αξιωμάτων και ενός εκκοσμικευμένου μεσσιανισμού, όπως η «προφητεία» που παρουσιάζει την «αταξική» κομμουνιστική κοινωνία σαν το αναπόφευκτο «χρέος» της Ιστορίας προς τον Μάρξ!
Ο Εθνικισμός ΜΑΣ, δεν παραγνωρίζει ολόκληρη, ή τμηματικά (δημιουργώντας «άλματα»), την πορεία της Ιστορίας, όπως κάνουν οι άλλες δυο μεγάλες πολιτικές θεωρήσεις, απορρίπτοντας ή αναδιαμορφώνοντάς (παραχαράσσοντας) την μόνο και μόνο διότι δεν «ταιριάξει» με την κοινωνικοπολιτική τους τοποθέτηση, που ουσιαστικά είναι απόρροια της ανικανότητάς τους να εξέλθουν από τα στενά χρονικά όρια της σημερινής εποχής. Είναι ακριβώς το αντίθετο: το γνήσιο και μονογενές τέκνον της Ιστορίας –όπως θα έλεγε κι ο Όστβαλντ Σπέγκλερ. Κι αυτό γιατί η Ιστορία, γράφεται από την δράση των Λαών και στηρίζεται στην ύπαρξη των Εθνών, ακολουθώντας τους κατάδικούς της νόμους και κανόνες.
Δεν πιστεύει ότι η Πατρίδα (ετυμολογικά η Γη των Πατέρων-προγόνων) έχει μοναχά υλική απεικόνιση αλλά και Ιδεατή. Αν πάλι, προσεγγίσουμε υλικά την Πατρίδα, τότε δεν θα μπορούσε παρά να χαρακτηριστεί σαν το ιστορικό κεκτημένο ενός συγκεκριμένου Λαού.
Γνωρίζει καλά να διαχωρίζει τις έννοιες (2). Ένας Λαός, προϋπάρχει του Έθνους, κι ένα Έθνος συνήθως (αν όχι πάντα) προϋπάρχει του ενιαίου Κράτους. Ως εκ τούτου, η Πατρίδα, ο Λαός και τα λεγόμενα ιστορικά Έθνη προϋπήρχαν την φιλελεύθερης θεώρησης που διατυπώθηκε και διακηρύχθηκε για πρώτη φορά τους τελευταίους μόνο δυο αιώνες. Σε αυτό το σημείο φυσικά, έρχεται και η –παραπάνω από εμφανής- ρήξη με τον «ιστορικό» παραλογισμό του φιλελευθερισμού, του μαρξισμού και των υποπροϊόντων τους (αστικός «πατριωτισμός», κοσμοπολιτισμός, σοσιαλδημοκρατία κλπ).
Ταυτόχρονα, δηλώνει την άκρατη αντίθεση του με την σημερινή κατάσταση-εγκαθίδρυση της πολυπολιτισμικής καπιταλιστικής «πατρίδας», αναγνωρίζοντας ότι Ελεύθερη Πατρίδα νοείται μόνον όταν υπάρχει Λαϊκή Κυριαρχία σε αυτήν. Γι’ αυτό και δεν μπορεί παρά να αναγνωρίζει στο πρόσωπο όλων των σημερινών καταπιεστών, των πλουτοκρατικών «νόμων», των πολιτευμάτων και των εξουσιαστικών μορφωμάτων (τα «κράτη») τους, που απορρέουν από τα προηγούμενα. την τροχοπέδη στην απαραίτητη –για την επιβίωση- κοινωνική αναδιάρθρωση και εξελικτική πρόοδο της λαϊκής Κοινότητας. Για τους Εθνικιστές, το σύνολο αυτών δεν μπορεί παρά να αποτελείται από ΜΑΣΤΡΟΠΟΥΣ, ΠΑΡΑΧΑΡΑΚΤΕΣ, ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΤΕΣ, ΚΛΕΦΤΕΣ και ΚΑΤΑΧΡΑΣΤΕΣ, της Πατρίδας και του Λαϊκού Μόχθου.
Και τέλος, επιδιώκει την ριζική κοινωνική Αλλαγή, προς χάριν της λαϊκής βάσης (δηλ τον Εθνικό και Σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της Κοινωνίας) ανοικοδομώντας την ρημαγμένη από την σύγχρονη σκλαβιά, Πατρίδα –κρατώντας την ακέραιη από τις επιθέσεις των διεθνιστών και των επιβουλών της παγκοσμιοποίησης.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Ιδιαίτερα η περίοδος διακυβέρνησης του Ι.Στάλιν –περίοδος στιγματισμένη από τον μακιαβελισμό του επικεφαλής της και την συγκρότηση του κομμουνιστικού αστυνομικού κράτους-, χαρακτηρίστηκε από ορισμένους του αντιπάλους κι οπαδούς του εσωκομματικού του εχθρού Λ.Τρότσκυ, αντιδραστική στον μαρξισμό και «φασίζουσα». Οι ίδιοι όμως άνθρωποι που τον κατηγορούσαν περί αυτού συμμετείχαν εξίσου στην διακυβέρνηση των μπολσεβίκων καθήμενοι και οι ίδιοι στον εξουσιαστικό θώκο αυτόκλητα, καθιστώντας τους εαυτούς τους σαν την άρχουσα ομάδα-τάξη (δικτατορία του προλεταριάτου), και πολλές φορές τον συναγωνίζονταν ακόμα και στην πρακτική (όπως την συγκρότηση της NKVD –δηλ του εσωκομματικού τους στρατού- που θεωρείται ο πρόγονος της KGB). Συγκεκριμένα κατά το διάστημα (λενινιστική περίοδος) που ο Στάλιν διατελούσε υπουργός εθνοτήτων στην ΕΣΣΔ, ο Τρότσκυ ήταν υπουργός εξωτερικών, συμβάλλοντας και οι δυο στην καταστροφή της Εθνικής συνείδησης, τον εκτοπισμό και την γενοκτονία των διαφόρων πληθυσμών που κατοικούσαν στην επικράτειά τους αλλά κι «εξάγοντάς» τις τακτικές τους (περίπτωση της κεμαλικής Τουρκίας). Αυτά βέβαια τα γεγονότα, δεν εμπόδισαν την προπαγάνδα τους κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο –πρόκειται για την περίοδο κατά την οποία μάλλον για πρώτη φορά, χρησιμοποιήθηκε ο Πατριωτισμός με προφανή σκοπό την επικράτηση των κομμουνιστών σε αυτόν-, όπου συνηθιζόταν να γίνεται λόγος για τον «Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο» και την «Ρωσική Πατρίδα»… Ο ακόλουθος χαρακτηρισμός είναι ενδεικτικός του κατά πόσον είναι σεβαστό ένα Έθνος και οι παράμετροι που το διέπουν για τον σταλινισμό:
«Το Έθνος είναι μια ιστορικά καθορισμένη, σταθερή κοινότητα ανθρώπων, διαμορφωμένης στις βάσεις μιας κοινής γλώσσας, της επικρατείας (χώρου), της οικονομικής ζωής των και του επίπλαστου ψυχολογικού κατασκευάσματος που εκδηλώνεται σαν κοινή κουλτούρα».
ΜΑΡΞΙΣΤΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΙ
Ένας από τους πιο κοινότυπους ισχυρισμούς είναι ότι οι μαρξιστές –με μοναδική …«αποκλειστικότητα» σ’ αυτό- έθιξαν ή θίγουν τον Πατριωτισμό ευθέως, υποθάλποντας όλες τις τυχόν φυγόκεντρες τάσεις. Παρόλα αυτά λίγοι είναι εκείνοι οι οποίοι βλέποντας την πραγματικότητα, απαλλαγμένοι από τις παρωπίδες ενός στείρου και υστερικά μισαλλόδοξου αντικομμουνισμού που δημιούργησε το σημερινό καθεστώς, θα υποστήριζαν ότι το έπραξαν απείρως πιο αποτελεσματικά, εντάσσοντάς τον στα δικά τους μέτρα: αυτά του διεθνισμού τους και του διαλεκτικού/ιστορικού υλισμού.
Κάτι τέτοιο βέβαια, έπραξαν πριν από αυτούς και οι φιλελεύθεροι, αρχικά με την «αναγνώριση» του Δικαιώματος της Αυτοδιάθεσης και στην συνέχεια με την γαλούχηση των μαζών, παραπλανώντας τες πως τα όποια κρατικά μορφώματα που προέκυψαν μετά την «Γαλλική Επανάσταση» ανήκουν στα Έθνη έτσι όπως τα όρισαν εκείνοι φθάνοντας μέχρι και στον δικό τους ορισμό του «Εθνικού Κράτους». Έναν ορισμό, που υπ’ αυτή την σκοπιά παραχάραξης της πραγματικότητας, μπορεί να χαρακτηριστεί το λιγότερο υπερβολικός ή και εσκεμμένα κατασκευασμένο άλλοθι, μιας και θεωρώντας σαν «Έθνος» το σύνολο των κατοίκων-υπηκόων μιας χώρας ανεξαρτήτου καταγωγής (αναδεικνύοντάς τους de jure σε πολίτες –κοσμοπολιτισμός, υπόδειξη του «συντακτικού λαού» και αστικός «πατριωτισμός»), τότε ο ανεδαφικός προσδιορισμός «Εθνικός» δίπλα από το «Κράτος» είναι απλά μια –μάλλον ειρωνική- επανάληψη του ιδίου.
Αν λοιπόν, κάποιος αναζητήσει τον χαρακτήρα της «Πατριωτικής Αριστεράς», τότε είναι σίγουρο ότι θα τον συναντήσει εγκλωβισμένο σε αυτού του είδους τα πλαίσια. Καθώς η μαρξιστική Αριστερά, είναι η λογική συνέχεια –κι αυτό δεν το αρνείται ούτε η ίδια- του κομβικού σημείου για την σύγχρονη πολιτική Ιστορία, που ονομάζεται «Γαλλική Επανάσταση» και «Διαφωτισμός». Κι ως εκ τούτου μια αντιφατική προέκταση ή και –γιατί όχι;- μια παραμόρφωση της Αναγεννησιακής ουμανιστικής κοινωνιολογικής θεώρησης (που σαν «πατέρα» της θα μπορούσαμε να προσδιορίσουμε ιστορικά, τον Γεώργιο Πλήθωνα –και την Πλατωνική Ακαδημία της Φλωρεντίας, Accademia Platonica- απεμπολώντας τον όμως από την περαιτέρω πορεία της που έφθασε μέχρι και τον χριστιανικό προτεσταντισμό κλπ), γέννημα του δυτικού –αστικού- εγωκεντρικού ανθρωπισμού, κληρονομώντας όλες τις αντιφυσικές ατομιστικές του προεκτάσεις, και του λεγόμενου Ορθολογισμού. Αυτά τα χαρακτηριστικά εξάλλου, δεν έλειψαν ποτέ από την ρητορική της.
“ΠΟΙΑ ΠΑΤΡΙΔΑ;”
ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΣΚΟΠΙΑ
Σαν το πιο σύγχρονο υπόδειγμα «μαρξιστικού πατριωτισμού» θα μπορούσε να θεωρηθεί η περίπτωση της καστρικής Κούβας αλλά και γενικότερα η επιρροή που άσκησε αυτή μεταγενέστερα και σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής με τις σημερινές αριστερές τους κυβερνήσεις, όπως στην Βενεζουέλα (Ούγκο Τσάβες) και την Βολιβία (Έβο Μοράλες). Ίσως μάλιστα μια εικόνα να είναι αρκετή, όπως αυτή του «ηρωοποιημένου» Αργεντινού, πρωταγωνιστή της κουβανικής κομμουνιστικής εξέγερσης Τσε (Ερνέστο) Γκεβάρα, που όπως είναι σε πολλούς γνωστό υπέγραφε με το εξής μότο: «Πατρίδα ή Θάνατος» (“Patria o Muerte”). Αν μάλιστα –για να χρησιμοποιήσουμε κι ένα εγχώριο παράδειγμα-, αναλογιστούμε και τον εμφορούμενο «πατριωτισμό» των κομμουνιστών κατά την διάρκεια του Ελληνικού Εμφυλίου, τότε θα μπορούσε κάποιος να οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι οι μαρξιστές –παρότι ξεκάθαρα διεθνιστές-, χρησιμοποιούν τον Πατριωτισμό σαν άλλοθι και για να αποκτήσουν απήχηση και έρεισμα Πίστης στις λαϊκές μάζες.
«Ο γαλβανισμός με το εθνικό πνεύμα, η προετοιμασία για πιο σκληρούς στόχους, για να αντέξουν σε πιο βίαιες καταστολές. Το μίσος σαν παράγοντας της πάλης: το αδιάλλακτο μίσος εναντίον του εχθρού, που σπρώχνει πέρα από τα φυσικά όρια του ανθρώπου», «…η ένοπλη λαϊκή πάλη είναι πάνω από όλα πατριωτική. Ο σωστός διεθνιστής είναι πάνω απ’ όλα σωστός πατριώτης. Ο σωστός πατριώτης είναι ο καλύτερος διεθνιστής». Ερνέστο Γκεβάρα
Το μεγάλο ερώτημα όμως που προκύπτει από όλες τις (ομολογουμένως; πολλές) αντίστοιχες περιπτώσεις είναι: «Σε ποια Πατρίδα αναφέρονται;».
Αν λοιπόν, κατοπτεύσουμε την μαρξιστική λογική, «πατρίδα» είναι ο χώρος που κατοικεί κι έμαθε να διεκδικεί, ένα σύνολο ατόμων –ορισμός που δεν είναι όμως ανεξαρτήτως της κοινωνικής (ταξικής) τους θέσης. Τα άτομα αυτά, για να μπορέσουν να εδραιώσουν την ισχύ τους κοινωνικά και κοινοτικά, δημιουργούν Κράτη, δηλ τον επίσημο θεσμό της εξουσίας και του ελέγχου στα παραγωγικά μέσα, που σε γενικές γραμμές με αυτό τον τρόπο, τους δίδεται την αίσθηση της διαφοροποίησης από το υπόλοιπο ανθρώπινο δυναμικό της υφηλίου. Προχωρώντας όμως ένα βήμα πιο μπροστά, σύμφωνα πάντα με τις μαρξιστικές θέσεις, οι «πατρίδες» αυτές, έχοντας κρατική οντότητα, εκφράζουν την θέληση της συνομοταξίας των ανθρώπων και τους σκοπούς που τις δημιούργησαν: δηλ της εκάστοτε άρχουσας τάξης. Έτσι νομοτελειακά, αυτή η θέληση καταπιέζει τις άλλες κατώτερες τάξεις οι οποίες δεν μπόρεσαν εξαιτίας της επιβεβλημένης εξαθλίωσής τους, να λάβουν μέρος στον πλήρη σχηματισμό της «πατρίδας». Γι’ αυτό τον λόγο οι μαρξιστές «ακολουθώντας την θέληση των προλεταρίων που δεν ανέχονται την καταπίεση», την απορρίπτουν.
«Εξάλλου κατηγορούν τους κομμουνιστές πως θέλουν να καταργήσουν την πατρίδα, την εθνικότητα. Οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα. Δεν μπορείς να τους πάρεις αυτό που δεν έχουν». Κομμουνιστικό Μανιφέστο, Κάρλ Μάρξ και Φρίντριχ Ένγκελς.
«…Ο κομμουνιστής, όχι μόνο μπορεί αλλά επιβάλλεται να είναι και πατριώτης». Μάο Τσε Τούνγκ.Η «πατρίδα» λοιπόν, του Γκεβάρα, αλλά και των μαρξιστών γενικότερα (δηλ η σταθερά στην οποία οφείλουν να ομολογούν πίστη), δεν είναι άλλη από την υλική απεικόνιση της μαρξιστικής ουτοπίας –ή της προσπάθειας προς αυτήν: όπως απετέλεσε η ΕΣΣΔ των μπολσεβίκων η «πατρίδα όλων των μαρξιστών», κυρίως κατά την σταλινική περίοδο(1) –αλλά και μέχρι την άνευ όρων παράδοση της τελευταίας-, η μαοϊκή Κίνα, η καστρική Κούβα κοκ. Ο χώρο(χρόνο)ς όπου το «παγκόσμιο προλεταριάτο» –αυτοί δηλ οι «κοινωνικά απόκληροι» που μέχρι εκείνη την στιγμή «δεν έχουν Πατρίδα»- εισέρχεται «ελεύθερα» στην νέα «αταξική» (ουσιαστικά μονοταξική) κοινωνία του –όπου και μέλος αυτής της «πατρίδας» ορίζεται πάλι ο «υπήκοός» της.
Σε αυτό το σημείο, γίνεται εμφανής και η ομοιότητα του φιλελεύθερου οραματισμού με τον μαρξιστικό –πέραν της «ιστορικής αναγκαιότητας» σύμφωνα με το θεώρημα του Μαρξ, όπου παρουσιάζεται μια γραμμική έκφανση πορείας της Ιστορίας: δουλοκτητική-φεουδαρχική-αστική (φιλελεύθερη)-κομμουνιστική (αταξική) κοινωνία, όπου η μια ιστορική φάση είναι το απαραίτητο βήμα που οδηγεί στην επόμενη, σε μια εναλλαγή στην οποία συμβάλουν οι τρόποι παραγωγής (πχ χειροκίνητος μύλος-ατμομηχανή). Βέβαια, είναι πολύ δύσκολο, να διαχωριστούν οι έννοιες Πατρίδα, Πολίτης, Κράτος, Λαός κλπ κάτω από αυτό το πρίσμα, καθώς είναι διατυπωμένο εκατέρωθεν, και με την μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια, ότι πρώτα ο φιλελευθερισμός και μετά ο μαρξισμός είναι η ίδια η άρνηση της ιδέας περί της συγκρότησης ενός Κράτους (και της επιθυμίας ή της αναγκαιότητας του για έναν Λαό) αλλά και της όποιας έννοιας που ακούει στο όνομα Έθνος και Πατρίδα. Ο πρώτος διότι πιστεύει πως κάτι τέτοιο καταπιέζει την εξέλιξη της διεθνούς αγοράς και τους «νόμους απελευθέρωσής» της, και ο δεύτερος διότι εμποδίζει την «εξελικτική πορεία» του εργαζόμενου ανθρώπου-προλεταρίου, προς την κομμουνιστική «αταξική» κοινωνία. Τόσο λοιπόν οι λέξεις, όσο οι έννοιες και οι ορισμοί είναι παντελώς άσχετοι με την σημερινή πραγματικότητα, εφόσον αυτές οι δυο θεωρήσεις –ειρωνικά μάλλον-, ισχυρίζονται ότι «δεν έχουν να πάρουν τίποτα –κι επομένως να διατηρήσουν-…» (Κ.Μάρξ) από τα ως τώρα σχηματισμένα ιστορικά μορφώματα και τις σταθερές τους αξίες –όπως είναι η Παράδοση-, ακόμα κι αν κάποιες από τις παραμέτρους που τα διέπουν (όπως θα μπορούσε να χαρακτηριστεί Φυλή πριν από την εποχή της παγκοσμιοποίησης) σχηματίσθηκαν από την Φύση.
Το λεγόμενο πάλι «τέλος της Ιστορίας» είναι ένας ακόμη προβληματισμός που σχετίζεται με το ζήτημα. Εφόσον ο Μάρξ θεωρεί, ότι η Ιστορία γράφεται επειδή το προστάζει η ανά τους αιώνες ταξική πάλη («ο μοχλός» της Ιστορίας»), τότε η ανθρωπότητα φθάνοντας στην «αταξική» κοινωνία, δίνει το «χαριστικό πλήγμα» της …«Ειρήνης» στην Ιστορία, μιας και «δεν θα απομείνει τίποτε άλλο που να αξίζει να αναφερθεί» (όπως τα Έθνη, οι Πολιτισμοί και οι διαμάχες τους ένοπλες ή άοπλες). «Περιέργως», το ίδιο υποστηρίζουν και οι ταγοί της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης σήμερα, οι οποίοι επιζητούν αρχικά την αλλοίωση-ποδηγέτηση (με τον πολύπολιτισμό), και σε τελικό στάδιο, την καταστροφή κάθε Εθνικής υπόστασης (του Γένους), επιφέροντας το «τέλος της Ιστορίας», προς χάριν μιας «Ειρήνης» (ΡΑΧ) πάνω στην οποία μπορεί να εδραιωθεί η παγκόσμια αγορά και φυσικά η ισχύς της «κοσμοκρατορίας» τους.
ΠΑΤΡΙΔΑ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟΣ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ
Αλλά σε αυτό το σημείο δεν είναι δυνατόν, παρά να βαδίσει ο συλλογισμός μας προς τις ιστορικές διαδικασίες οι οποίες δημιούργησαν τα Έθνη, (όπως αυτά ορίζονται σύμφωνα με τις αρχές του Ηροδότου: όμαιμον, ομόγλωσσον, ομότροπον) και οι οποίες ισοπεδώνονται επιτηδευμένα και χωρίς ουσιαστικό λόγο προς χάριν αυθαίρετων αξιωμάτων και ενός εκκοσμικευμένου μεσσιανισμού, όπως η «προφητεία» που παρουσιάζει την «αταξική» κομμουνιστική κοινωνία σαν το αναπόφευκτο «χρέος» της Ιστορίας προς τον Μάρξ!
Ο Εθνικισμός ΜΑΣ, δεν παραγνωρίζει ολόκληρη, ή τμηματικά (δημιουργώντας «άλματα»), την πορεία της Ιστορίας, όπως κάνουν οι άλλες δυο μεγάλες πολιτικές θεωρήσεις, απορρίπτοντας ή αναδιαμορφώνοντάς (παραχαράσσοντας) την μόνο και μόνο διότι δεν «ταιριάξει» με την κοινωνικοπολιτική τους τοποθέτηση, που ουσιαστικά είναι απόρροια της ανικανότητάς τους να εξέλθουν από τα στενά χρονικά όρια της σημερινής εποχής. Είναι ακριβώς το αντίθετο: το γνήσιο και μονογενές τέκνον της Ιστορίας –όπως θα έλεγε κι ο Όστβαλντ Σπέγκλερ. Κι αυτό γιατί η Ιστορία, γράφεται από την δράση των Λαών και στηρίζεται στην ύπαρξη των Εθνών, ακολουθώντας τους κατάδικούς της νόμους και κανόνες.
Δεν πιστεύει ότι η Πατρίδα (ετυμολογικά η Γη των Πατέρων-προγόνων) έχει μοναχά υλική απεικόνιση αλλά και Ιδεατή. Αν πάλι, προσεγγίσουμε υλικά την Πατρίδα, τότε δεν θα μπορούσε παρά να χαρακτηριστεί σαν το ιστορικό κεκτημένο ενός συγκεκριμένου Λαού.
Γνωρίζει καλά να διαχωρίζει τις έννοιες (2). Ένας Λαός, προϋπάρχει του Έθνους, κι ένα Έθνος συνήθως (αν όχι πάντα) προϋπάρχει του ενιαίου Κράτους. Ως εκ τούτου, η Πατρίδα, ο Λαός και τα λεγόμενα ιστορικά Έθνη προϋπήρχαν την φιλελεύθερης θεώρησης που διατυπώθηκε και διακηρύχθηκε για πρώτη φορά τους τελευταίους μόνο δυο αιώνες. Σε αυτό το σημείο φυσικά, έρχεται και η –παραπάνω από εμφανής- ρήξη με τον «ιστορικό» παραλογισμό του φιλελευθερισμού, του μαρξισμού και των υποπροϊόντων τους (αστικός «πατριωτισμός», κοσμοπολιτισμός, σοσιαλδημοκρατία κλπ).
Ταυτόχρονα, δηλώνει την άκρατη αντίθεση του με την σημερινή κατάσταση-εγκαθίδρυση της πολυπολιτισμικής καπιταλιστικής «πατρίδας», αναγνωρίζοντας ότι Ελεύθερη Πατρίδα νοείται μόνον όταν υπάρχει Λαϊκή Κυριαρχία σε αυτήν. Γι’ αυτό και δεν μπορεί παρά να αναγνωρίζει στο πρόσωπο όλων των σημερινών καταπιεστών, των πλουτοκρατικών «νόμων», των πολιτευμάτων και των εξουσιαστικών μορφωμάτων (τα «κράτη») τους, που απορρέουν από τα προηγούμενα. την τροχοπέδη στην απαραίτητη –για την επιβίωση- κοινωνική αναδιάρθρωση και εξελικτική πρόοδο της λαϊκής Κοινότητας. Για τους Εθνικιστές, το σύνολο αυτών δεν μπορεί παρά να αποτελείται από ΜΑΣΤΡΟΠΟΥΣ, ΠΑΡΑΧΑΡΑΚΤΕΣ, ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΤΕΣ, ΚΛΕΦΤΕΣ και ΚΑΤΑΧΡΑΣΤΕΣ, της Πατρίδας και του Λαϊκού Μόχθου.
Και τέλος, επιδιώκει την ριζική κοινωνική Αλλαγή, προς χάριν της λαϊκής βάσης (δηλ τον Εθνικό και Σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της Κοινωνίας) ανοικοδομώντας την ρημαγμένη από την σύγχρονη σκλαβιά, Πατρίδα –κρατώντας την ακέραιη από τις επιθέσεις των διεθνιστών και των επιβουλών της παγκοσμιοποίησης.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Ιδιαίτερα η περίοδος διακυβέρνησης του Ι.Στάλιν –περίοδος στιγματισμένη από τον μακιαβελισμό του επικεφαλής της και την συγκρότηση του κομμουνιστικού αστυνομικού κράτους-, χαρακτηρίστηκε από ορισμένους του αντιπάλους κι οπαδούς του εσωκομματικού του εχθρού Λ.Τρότσκυ, αντιδραστική στον μαρξισμό και «φασίζουσα». Οι ίδιοι όμως άνθρωποι που τον κατηγορούσαν περί αυτού συμμετείχαν εξίσου στην διακυβέρνηση των μπολσεβίκων καθήμενοι και οι ίδιοι στον εξουσιαστικό θώκο αυτόκλητα, καθιστώντας τους εαυτούς τους σαν την άρχουσα ομάδα-τάξη (δικτατορία του προλεταριάτου), και πολλές φορές τον συναγωνίζονταν ακόμα και στην πρακτική (όπως την συγκρότηση της NKVD –δηλ του εσωκομματικού τους στρατού- που θεωρείται ο πρόγονος της KGB). Συγκεκριμένα κατά το διάστημα (λενινιστική περίοδος) που ο Στάλιν διατελούσε υπουργός εθνοτήτων στην ΕΣΣΔ, ο Τρότσκυ ήταν υπουργός εξωτερικών, συμβάλλοντας και οι δυο στην καταστροφή της Εθνικής συνείδησης, τον εκτοπισμό και την γενοκτονία των διαφόρων πληθυσμών που κατοικούσαν στην επικράτειά τους αλλά κι «εξάγοντάς» τις τακτικές τους (περίπτωση της κεμαλικής Τουρκίας). Αυτά βέβαια τα γεγονότα, δεν εμπόδισαν την προπαγάνδα τους κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο –πρόκειται για την περίοδο κατά την οποία μάλλον για πρώτη φορά, χρησιμοποιήθηκε ο Πατριωτισμός με προφανή σκοπό την επικράτηση των κομμουνιστών σε αυτόν-, όπου συνηθιζόταν να γίνεται λόγος για τον «Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο» και την «Ρωσική Πατρίδα»… Ο ακόλουθος χαρακτηρισμός είναι ενδεικτικός του κατά πόσον είναι σεβαστό ένα Έθνος και οι παράμετροι που το διέπουν για τον σταλινισμό:
«Το Έθνος είναι μια ιστορικά καθορισμένη, σταθερή κοινότητα ανθρώπων, διαμορφωμένης στις βάσεις μιας κοινής γλώσσας, της επικρατείας (χώρου), της οικονομικής ζωής των και του επίπλαστου ψυχολογικού κατασκευάσματος που εκδηλώνεται σαν κοινή κουλτούρα».
Ιωσήφ Στάλιν, «Μαρξισμός και Εθνικό Ζήτημα» Βιέννη έτος 1913
2. Υπάρχουν αρκετοί «ορισμοί» του Έθνους-Λαού. Οι δυο βασικότεροι είναι ο «εθνοτικός» και ο «συντακτικός». Ο «εθνοτικός» Λαός είναι η φυσική ερμηνεία και ορίζεται από το θεώρημα του Ηροδότου (ομόγλωσσον, ομότροπον, όμαιμον). Ο «συντακτικός» ορίζεται στη βάση ενός κοινωνικού συμβολαίου (Ζ.Ζ.Ρουσσώ) και καθορίζεται σαν ένας πολιτικός Λαός, σαν ένας «κυρίαρχος Λαός» που λεει και το σύνταγμα της Ελλάδος. Υπό λογικές και φυσιολογικές συνθήκες, η μια έννοια («εθνοτικός» Λαός) θα έπρεπε να θεωρείται η απαραίτητη παράμετρος συγκρότησης της δεύτερης («συντακτικός» Λαός), χωρίς να υπάρχει σύγχυση μεταξύ των δυο… Αντίθετα με αυτήν την απαράβατη σειρά, σήμερα οι δυο ορισμοί συνηθίζεται να συμπλέκονται με προφανή σκοπό την «νομιμοποίηση» κι ενδυνάμωση του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος. ΠΗΓΗ:xryshaygh.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου