Ο ακαδημαϊκός σερ Βασίλειος Μαρκεζίνης παρουσίασε χθες το νέο του βιβλίο και ανέλυσε τη σχέση μεταξύ εξωτερικής και οικονομικής πολιτικής. «Οι μισθοί», τόνισε, «και αν χαθούν μπορούν να επανέλθουν. |
Στην ανάγκη εφαρμογής ενός νέου δόγματος για την ελληνική εξωτερική πολιτική, η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη δύσκολη οικονομική κατάσταση που περνά η χώρα, επικεντρώθηκε η χθεσινή ομιλία του ακαδημαϊκού σερ Βασίλειου Μαρκεζίνη, τίτλος που του απονεμήθηκε το 2005 από τη βασίλισσα της Αγγλίας για τις εξαίρετες υπηρεσίες του στις διεθνείς νομικές σχέσεις.
Κατά την παρουσίαση του νέου του βιβλίου, με τίτλο «Μια νέα εξωτερική πολιτική για την Ελλάδα» (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Λιβάνη»), που πραγματοποιήθηκε στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία», ενώπιον τουλάχιστον δύο χιλιάδων ατόμων, μεταξύ των οποίων ακαδημαϊκοί, πολιτικοί, επιχειρηματίες, καθώς και του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου, ο συγγραφέας ανέλυσε την παρούσα συγκυρία και τη σχέση εξωτερικής και οικονομικής πολιτικής, ενώ έβαλε κατά του τρόπου διαχείρισης των δύο αυτών κομβικών ζητημάτων για τη χώρα μας, επισημαίνοντας ότι στο οικονομικό πεδίο «η Ελλάδα δεν έχει ακόμα πιάσει πάτο».
Εσπευσε, μάλιστα, να τονίσει ότι «στην παρούσα φάση η Ελλάδα βρίσκεται στο σταυροδρόμι της ιστορίας της, το κράτος δεν δουλεύει, ο πολιτικός κόσμος έχει κουραστεί και εν τέλει μπορεί όλοι να φάγαμε, αλλά άλλοι έφαγαν ψίχουλα, ενώ άλλοι έφαγαν τον αγλέουρα», ενώ σημείωσε ότι «οι Ελληνες δεν θέλουν εκδίκηση και εξεταστικές επιτροπές, αλλά δικαιοσύνη για εκείνους που διέπραξαν ποινικά αδικήματα».
Οπως υποστήριξε στην εισαγωγή του ο κ. Μαρκεζίνης, «τα οικονομικά, τα εξωτερικά και
τα ηθικά προβλήματα της χώρας μας συνδέονται μεταξύ τους, με τη διαφορά ότι τα οικονομικά προβλήματα πονάνε σήμερα, ενώ τα προβλήματα στην εξωτερική πολιτική θα πονάνε αύριο». Σημείωσε δε ότι «ο 13ος και ο 14ος μισθός μπορεί να επανέλθει με μια απλή απόφαση για τους εργαζομένους, ενώ, αν προχωρήσουμε σε οποιουδήποτε είδους απεμπόληση κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας, αυτά δεν μπορούν να επανέλθουν». Οι προβλέψεις του για το οικονομικό μέλλον της χώρας ήταν ιδιαίτερα δυσοίωνες, λέγοντας ότι «η χώρα δεν έχει πιάσει ακόμα πάτο», αποδίδοντας τα τελευταία θετικά σχόλια των ξένων επιτελών στο γεγονός ότι «οι πρώτοι που θα ζημιωθούν, αν η Ελλάδα... βαρέσει κανόνι, είναι οι Γερμανοί και οι Γάλλοι τραπεζίτες».
Η σύνδεση εξωτερικών και οικονομικών θεμάτων, σύμφωνα με τον κ. Μαρκεζίνη, είναι δεδομένη, αφού «όπως και στο θέμα της οικονομίας η πολιτική ηγεσία (υπό τον Κ. Καραμανλή), προ επέκτασης της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, μιλούσε για θωρακισμένη οικονομία (έφερε, μάλιστα, ως παράδειγμα σπατάλης τα 500 εκατ. ευρώ που δόθηκαν ως ενίσχυση στους αγρότες) και δεν συζητούσαμε για τις άμυνες που πρέπει να αναπτύξουμε ώστε να αντιμετωπίσουμε το μέλλον, έτσι και στην εξωτερική μας πολιτική βρισκόμαστε ante portas (προ των πυλών) με εξωτερικές απειλές και ενδεχόμενους συμβιβασμούς, αλλά και πάλι δεν συζητάμε γι’ αυτό και κυρίως δεν προετοιμαζόμαστε για το μέλλον».
Βολές εξαπέλυσε και κατά των νυν κυβερνώντων, λέγοντας ότι «φταίνε γιατί καθυστέρησαν, αρνήθηκαν να δουν την πραγματικότητα, είπαν ότι υπάρχουν χρήματα, ενώ δεν υπήρχαν».
Η εξωτερική πολιτική να αποφασίζεται από εμάς
«Να δώσουμε χώρο στην ευρω-ρωσική συνεργασία»
«Να δώσουμε χώρο στην ευρω-ρωσική συνεργασία»
Ο κ. Μαρκεζίνης, αναφερόμενος στο θέμα του βιβλίου του για μια νέα εξωτερική πολιτική για την Ελλάδα, υποστήριξε ότι «η σωστή εξωτερική πολιτική εξαρτάται από το όραμα, την εσωτερική ωριμότητα και την αποφασιστικότητα», επισημαίνοντας ότι «αυτές είναι πολύ ωραίες λέξεις, αλλά δεν τις βλέπω στην πράξη...», ενώ έκανε λόγο για «διαχρονική παραπλάνηση του λαού από τους κυβερνώντες».
Στη συνέχεια, ανέφερε ότι «η χώρα μας δυστυχώς δεν μπορεί να ασκήσει την εξωτερική πολιτική που θέλει ή έχει τη δυνατότητα να ασκήσει και αυτό οφείλεται τόσο στις εξωτερικές πιέσεις όσο και στα εσωτερικά μας προβλήματα».
Κι αφού προέβαλε βίντεο του χαρακτηριστικού διαλόγου το 1977 στη Βουλή μεταξύ του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κωνσταντίνου Καραμανλή, με τον δεύτερο να λέει ότι «ανήκομεν εις την Δύσιν» και τον πρώτο να απαντά ότι «ανήκομεν στους Ελληνες», τόνισε ότι η εξωτερική πολιτική πρέπει να αποφασίζεται από εμάς και όχι από το «πραιτόριο της οδού Κηφισίας», «δείχνοντας» προφανώς την αμερικανική πρεσβεία.
Εφερε δε ως παράδειγμα τη Βρετανία όπου και η Θάτσερ και ο Μπλερ, σε συνεργασία με τους υπουργούς των Εξωτερικών, έκαναν θετικά βήματα, «ενώ εδώ στην Ελλάδα, ιδιαίτερα στη δεύτερη θητεία της κυβέρνησης Καραμανλή (με υπουργό Εξωτερικών την Ντόρα Μπακογιάννη), η συνεργασία αυτή δεν υπήρχε». Ο κ. Μαρκεζίνης επεσήμανε ότι «πρέπει να δώσουμε στον εαυτό μας περισσότερο χώρο στην ευρω-ρωσική συνεργασία», την οποία «de facto» προωθούν Γερμανοί και Γάλλοι, ώστε «καίτοι μικρή χώρα να διαδραματίσουμε ρόλο», τάχθηκε υπέρ της ενίσχυσης των δεσμών μας με την Κίνα, ενώ είπε πως «πρέπει να καλύψουμε τις προ έτους ψυχρές σχέσεις μας με τη Γερμανία, διότι χρειαζόμαστε τη συγκεκριμένη δύναμη».
Τάχθηκε μάλιστα αναφανδόν υπέρ της «πολυδιάστατης ελληνικής εξωτερικής πολιτικής -»πολυγαμική» είναι ο όρος που χρησιμοποίησε-, διότι -όπως είπε- έχει το άρωμα της ανηθικότητας που ταιριάζει απόλυτα με την ιδέα της εξωτερικής πολιτικής». Σε ό,τι αφορά τα Ελληνοτουρκικά, τόνισε ότι «για μένα, η οικονομική συν-εκμετάλλευση του Αιγαίου ισοδυναμεί με παραχώρηση», ενώ εξέφρασε την πλήρη αντίθεσή του τόσο στον τρόπο διαχείρισης των λεγόμενων «μυστικών κονδυλίων» όσο και στη χρηματοδότηση των ΜΗΚΥΟ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου