Ο «Νικ» τόνισε αρχικά στην κάμερα του Novasports 1: «Δεν κρατάω κακίες. Κρατάω τις ωραίες αναμνήσεις και την αγάπη του κόσμου».
Κάτι ανάλογο από Ομοσπονδία και Πολιτεία; «Δεν εξαρτάται από εμένα αυτό. Δεν ξέρω τι έχουν στο μυαλό τους.
Γενικά είμαι άνθρωπος που δεν περιμένει κάτι. Αυτό που με κάνει να χαρώ πολύ είναι παιδιά 8-10 χρονών που με βλέπουν στον δρόμο και με αναγνωρίζουν. Είμαι περήφανος γι' αυτό. Λέω άραγε πως γίνεται αυτό; Φαίνεται λοιπόν πως οι μεγάλοι έχουν μιλήσει στα μικρά παιδιά.
Εγώ ήμουν μετά το Πανεπιστήμιο και η πρώτη επαφή που είχα ήταν να μου πουν να έρθω στον Ολυμπιακό. Είπα που; Μετά και άλλες ομάδες έδειξαν ενδιαφέρον, κατέληξα στον Άρη. Ήρθα στη Θεσσαλονίκη από τη Νέα Υόρκη. Είμαι low προφίλ άνθρωπος. Μου άρεσε. Ήρθα εδώ, ηρέμησα. Είδα το μπάσκετ που υπάρχει και το επίπεδο. Αποφάσισα να το δω χρόνο με τον χρόνο, δεν είχα πάρει τελική απόφαση. Όσο περνούσαν τα χρόνια δενόμουν περισσότερο και μου άρεσε και ο κόσμος. Πιο ανθρώπινος, πιο ήρεμος.Ποτέ τα πρώτα χρόνια δεν μπορεί να είναι εύκολα».
Για το επεισόδιο στη Μπρατισλάβα: «Μικρά παιδιά ήμασταν. Είχαμε καλούτσικη ομάδα, αλλά όχι καλά αποτελέσματα και το σκέφτομαι και γελάω αυτό. Κακιά στιγμή. Τώρα το λέω και γελάω».
Το πρώτο πρωτάθλημα με τον Άρη έρχεται το 1983 και τη δημιουργία της Αυτοκρατορίας στη συνέχεια: «Σίγουρα σε ένα παζλ όταν λείπουν κομμάτια είναι καλό να τα συμπληρώνεις. Ο Άρης είχε κόσμο που ήξερε μπάσκετ και το αγαπούσε. Μια μεγάλη ομάδα δεν μπορεί να φτιαχτεί χωρίς κόσμο, δεν γίνεται. Από εκεί ξεκινήσαμε και στη συνέχεια σιγά-σιγά για μια δεκαετία φτιάξαμε αυτή την ομάδα».
Για το γεγονός ότι δεν κατακτήθηκε ευρωπαϊκός τίτλος από τον Άρη τότε: «Έπαιζαν ρόλο οι ψηλοί, μπορεί να ήταν και αυτό, ότι δεν είχαμε πολύ καλό ψηλό. Έπαιζαν ρόλο και οι ξένοι, ίσως μας έλειπε αυτό το στοιχείο ότι δεν είχαμε ένα πολύ καλό ξένο όπως ο Νόρις ή ο ΜακΓκι. Όταν παίζεις ένα Final Four, δύο ματς είναι, χρειάζεται και λίγο τύχη.
Έχει αλλάξει, όπως βλέπεις τώρα γυμνάζονται περισσότερο και είναι πιο δυνατοί. Ίσως αυτό έχει πάρει λίγο από την τεχνική και τη φαντασία του παιχνιδιού. Ο Άρης ήταν ομάδα που αν δεν έβαζε 100 πόντους έλεγες "δεν έπαιξε καλά". Εγώ διαφωνώ γι' αυτό. Υπάρχει το θέαμα. Το μπάσκετ είναι για μια οικογένεια να δει και θέαμα, έχει σημασία ποιος θα κερδίσει, αλλά υπάρχει και το θέαμα. Πλέον μετράει πολύ η νίκη, έχει γίνει 100% επαγγελματικό το άθλημα. Ήταν λίγο πιο ελεύθερο το μπάσκετ τότε, περισσότερο στα χέρια των παικτών και όχι του προπονητή. Ήταν λογικό για εμένα τότε. Αυτό με βοηθούσε, με έκανε να λειτουργώ με αυτοπεποίθηση. Ένιωθα πως όποτε είχα τη μπάλα θα έβαζα καλάθι. Περισσότερο λειτουργούσα με ένστικτο , αλλά και με τη λογική. Χρειάζεται να παίρνεις γρήγορες αποφάσεις.
Εγώ πιστεύω πως πρώτα από όλα έχεις το ταλέντο. Από τον Θεό και μετά το αξιοποιείς. Εγώ έκανα και παραπάνω από την προπόνηση την κανονική. Ό,τι αφήσεις θα σε αφήσει. Πόσα ταλέντα χάθηκαν έτσι», τόνισε για να συνεχίσει:
«Δεν μελετούσα τον αντίπαλο. Πίστευα πως με κάθε αντίπαλο θα τα κατάφερνα. Εντάξει, σχεδιάζεις μια τακτική, αλλά μέσα στον αγώνα αυτό αλλάζει».
Ο πιο δύσκολος αντίπαλος: «Ήταν πάρα πολλοί, στο ένας-ένας ήταν δύσκολο να με μαρκάρει κάποιος. Ο Ντακουρί ήταν ένας. Ένας με έναν πιστεύω πως δεν μπορούσε κάποιος στο πρώτο βήμα να με σταματήσει. Ίσως με ομαδική άμυνα, συνδυασμένη.
Όταν περνάνε τα χρόνια βρίσκεις και άλλες λύσεις για τον στόχο σου».
«Σούπερμαν δεν είναι κανείς»
Στη συνέχεια τόνισε πως δεν έχει σημασία πόσους πόντος θα βάλεις, αλλά το ποσοστό ευστοχίας: «Για να παίξεις τον ρόλο του δημιουργού πρέπει να βλέπεις και τα ποσοστά. Εγώ είχα 60% στην καριέρα μου και αυτό παίζει ρόλο. Δεν είναι πόσα βάζεις, αλλά με τι ευστοχία τα βάζεις. Βλέπεις τον Τζόρνταν και τον Μπράιαντ να βάζουν πόντους με πολλά σουτ. Εγώ δεν ήμουν ικανοποιημένος όταν έχανα πολλά σουτ.
Αν παίξεις σαν τρελός και στην άμυνα δεν μπορείς να αποδώσεις και στην επίθεση. Σούπερμαν δεν είναι κανείς. Με τιμάει η αγάπη του κόσμου. Ήξερα στα μεγάλα παιχνίδια πότε έπρεπε να παίξω την σκληρή άμυνα για να βοηθήσω την ομάδα μου, αλλά να έχω και δυνάμεις για την επίθεση».
Για το 1987: «Η ατομική βόμβα στο ελληνικό μπάσκετ. Ποτέ δεν μπορείς να πεις ότι μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο. Έβλεπα τις ομάδες και παιχνίδι με παιχνίδι πίστευα όλο και περισσότερο. Όταν φτάσαμε στα προημιτελικά πίστεψα πως δεν πρόκειται να χάσουμε άλλο ματς. Ο κόσμος μας έδωσε μεγάλα φτερά».
Τι έχει κρατήσει από το 1987: «Τη συμπεριφορά του κόσμου. Ήταν απίστευτο. Δεν το είχα ξαναζήσει ως αθλητής. Μετά τον τελικό γέμισε η Αθήνα κόσμο και δεν μπορούσαμε να φτάσουμε στο ξενοδοχείο. Όλοι χάσαμε το μυαλό μας μετά τον τελικό. Δεν περιγράφεται και δεν μπορείς να πεις τι σκεφτόσουν εκείνη τη στιγμή. Απίστευτη χαρά, τόσο απλά. Ήταν η κορυφαία στιγμή της καριέρας μου».
Για το 1988 και τις φήμες για κόντρα με την ΕΟΚ πριν το ΠροΟλυμπιακό στην Ολλανδία: «Ειλικρινά δεν θυμάμαι τι είχε γίνει. Ειλικρινά δεν το θυμάμαι, ίσως χρειαζόμουν λίγο ξεκούραση παραπάνω, αλλά πραγματικά δεν θυμάμαι τι είχε γίνει».
Για το 1989 και το ματς με τη Σοβιετική Ένωση: «Ήταν σίγουρα από τα μεγαλύτερα. Θυμάμαι μπήκαμε αποφασισμένοι. Θέλαμε να δώσουμε αποδείξεις και να δείχναμε σε όλους πως δεν ήταν τυχαίο ό,τι έγινε το 1987. Ήμουν σε φόρμα τότε. Ήμουν σίγουρος πως ο Φάνης θα το βάλει. Ήταν η στιγμή, ο Φάνης και έτσι σήκωσα τα χέρια μου και πανηγύρισα, ήμουν σίγουρος πως θα το βάλει. Εκείνη τη στιγμή χρειάζεται ψυχραιμία και σωστή απόφαση. Για να βάλεις τέτοιο σουτ θα πρέπει να πιστέψεις στον εαυτό σου και ότι το σκορ ήταν... 2-2. Προλαβαίνεις κάποιες φορές να σκεφτείς πριν από μεγάλα σουτ».
Για το εάν φοβήθηκε κάποιο σουτ: «Υπάρχουν μέρες που δεν είσαι καλά, δεν νιώθεις καλά. Δεν βγαίνει αυτό που θες από εσένα. Τότε πρέπει να φερθείς έξυπνα. Να κάνεις το σωστό γι την ομάδα και όχι για τον εαυτό σου. Υπήρχαν και μέρες που δεν ήμουν καλά. Να νιώθεις τα πόδια σου να μην τα νιώθεις καλά. Όταν παίζεις δεν πονάς, εγώ τουλάχιστον. Όποτε δεν μπαίνεις σωστά στο ματς με σωστό ζέσταμα, μπορεί να τραυματιστείς. Διαφορετικά δεν τραυματίζεσαι».
Για την απουσία στο Παγκόσμιο του 1990 στην Αργεντινή: «Όταν μια ομάδα χάνει ένα όπλο, η ομάδα κάποιες φορές κολλάει. Είδες τώρα και στο ΝΒΑ υπάρχουν τραυματισμοί και κάποιες ομάδες κολλάνε».
Για το Ευρωμπάσκετ του 1991 στη Ρώμη: «Ψυχολογικά δεν ήταν έτοιμη η ομάδα για αυτό το τουρνουά. Ήταν καλή ομάδα, αλλά όχι έτοιμη ψυχολογικά. Είχαμε χάσει απρόσμενα ένα ματς από την Τσεχοσλοβακία. Ο κόσμος όταν έχει συνηθίσει νίκες, περιμένει τα ίδια».
Για τα χαμένα Final Four και πότε έφτασε πιο κοντά στον τίτλο: «Στη Γερμανία νομίζω, φτάσαμε πολύ κοντά να κερδίσουμε τη Μακάμπι. Ήταν μια μεγάλη ευκαιρία εκείνη».
Για το τέλος της συνεργασίας με Άρη το 1992: «Ήταν μια στιγμή πολύ δύσκολη για εμένα. Μετά από 12 χρόνια χώρισαν οι δρόμοι. Μέσα μου δεν μπορούσα να φανταστώ πως θα φοράω άλλη φανέλα εκείνη την εποχή. Δεν κατάλαβα γιατί έγινε ποτέ αυτό. Δεν με ενδιέφερε να μάθω, είμαι περήφανος. Δεν ήξερα τους λόγους και δεν κάθισα να εξετάσω τους λόγους και γιατί έγινε αυτό. Ακόμη και σήμερα δεν το ξέρω. Το τι έχει ο καθένας στο μυαλό του δεν μπορώ να το ξέρω. Ό,τι έγινε έγινε. Από εκεί και πέρα δεν με ενδιαφέρει γιατί. Δεν ήθελα ποτέ να φύγω από τον Άρη. Μετά πήγα στον Παναθηναϊκό, μου φέρθηκαν πολύ καλά τα αδέλφια, οι κύριοι Γιαννακόπουλοι».
«Δεν έχω κόντρα με κανέναν»
Για την κόντρα με τον Πολίτη: «Δεν έχω κόντρα με κανέναν. Με αυτά που έχω προσφέρει σε όλη μου τη ζωή και στην καριέρα μου, ένιωθα πως έπρεπε να σε αντιμετωπίζουν κάπως διαφορετικά. Και έπαιζα ακόμη σε υψηλό επίπεδο. Πήρα μια απόφαση εγώ, κανείς δεν την πήρε για εμένα και είπα "δεν μπορεί εμένα να με αντιμετωπίζουν έτσι". Και είπα μετά "τέλος, μαχαίρι".
Για το εάν ο σταρ πρέπει να προσαρμόζεται στην ομάδα ή η ομάδα στον σταρ: «Πρέπει να γίνεται ένας συνδυασμός, να ρίχνουν και οι δύο πλευρές νερό στο κρασί τους. Ίσως έπρεπε να γίνει έτσι. Το κόστος ήταν βαρύ. Όταν κάνεις κάτι μια ολόκληρη ζωή και το κόβεις έτσι, είναι βαρύ. Ήταν δύσκολο, πάρα πολύ δύσκολο. Στις ΗΠΑ έχουν σχολή για τους παίκτες που σταματάνε, οπότε μπορεί κανείς να καταλάβει πως δεν είναι εύκολο. Τότε είχα και την κατασκήνωση με τα παιδιά. Δεν μπορώ να πω ότι η προσαρμογή ήταν και τόσο δύσκολη για εμένα».
Για το εάν παίζει μπάσκετ: «Όχι, σπάνια. Περισσότερο γυμναστική κάνω. Ναι, τάβλι παίζω. Καθηγητής είμαι στο τάβλι (γέλια)».
Για το εάν είναι παντού πρώτος σε ό,τι ασχολείται: «Όχι, δεν γίνεται αυτό. Δεν ξέρω κολύμπι. Ούτε χορό για παράδειγμα (γέλια)».
Για το εάν παρακολουθεί μπάσκετ τώρα: «Όσο μπορώ. Πολλές φορές όταν κάνεις πράγματα σε όλη σου τη ζωή, λίγο σε κουράζουν».
Παπαλουκάς, Διαμαντίδης, Σπανούλης. Όλα αυτά είναι τα "παιδιά" του Γκάλη. Πως τους κρίνεις; «Είναι επαγγελματίες. Φυσικά και έχουν ταλέντο τα παιδιά. Έχουν τον στόχο τους, ξέρουν τι πρέπει να κάνουν για να κερδίζει η ομάδα τους. Έχει η Ελλάδα ταλέντα, έχει βγάλει νέους παίκτες η Ελλάδα».
Το Α και το Ω είναι ο επαγγελματισμός: «Πιστεύω πως ναι. Εγώ ήξερα αυτό το πράγμα να κάνω, ήξερα να βγάζω ψωμί από αυτό και έπρεπε να δίνεις όλο σου τον εαυτό σε αυτό. Αυτό είναι το Α και το Ω. Πρέπει να αφοσιώνεσαι σε αυτό που κάνεις, να το κάνεις καλά, να το αγαπάς, γιατί μόνο τότε βγαίνει κάτι καλό. Πρέπει να δίνεσαι σε αυτό που κάνεις. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος».
Πως βιώνεις την κατάσταση σήμερα: «Κάποιοι δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους. Κάποιοι πήραν το μήνυμα, αλλά δεν ήξερα να το αξιοποιήσουν ή δεν το πήραν ποτέ».
Για τη μη ενασχόληση του με την Πολιτική: «Άποψη έχω, αλλά δεν ήθελα να ασχοληθώ. Εάν δεν αγαπάς κάτι, δεν μπορείς να το κάνεις».
Παπαλουκάς, Διαμαντίδης ή Σπανούλης: «Kαλοί και οι τρεις παίκτες. Δεν θέλω να ξεχωρίσω κάποιον. Ο Σπανούλης θέλει να μπαίνει πιο πολύ κοντά στο καλάθι. Εγώ την έβρισκα να μπαίνω στους ψηλούς. Γι' αυτό λέω ο Σπανούλης».
Για τον Ιωαννίδη: Kαλός φίλος. «Ήξερε σε ποιον να... βαρέσει για να χτυπήσει κάποιον άλλον. Μίλαγε αλλού και τα... έλεγε σε άλλον, για να τα ακούσει άλλος. Έξυπνος άνθρωπος, καλός προπονητής και φίλος. Πιστεύω του αρέσει η πολιτική, δεν το κάνει για να το κάνει. Με τον Γιάννη Ιωαννίδη έχουμε σκοτωθεί πολλές φορές, αλλά έτσι γίνεται σε μια "οικογένεια". Δεν θυμάμαι τι είχα πει στη Βουλγαρία τότε. Μπορεί και να το είχα πει».
Για τον Γιαννάκη: «Αυτά τα λέει ο κόσμος. Πολύ καλό παιδί ο Παναγιώτης. Καλός παίκτης. Δεν μπορεί να είστε σκοτωμένοι και να έχετε τόσο καλή σχέση μέσα στο γήπεδο».
Για τον Ανέστη Πεταλίδη: «Πατέρας. Ο πρώτος άνθρωπος που με είδε στο αεροδρόμιο όταν ήρθε. Τα έλεγε όλα στα ίσα, αγαπούσε το μπάσκετ. Ο Άρης του χρωστάει ακόμη».
Για τον Ίβκοβιτς: «Όταν τον είχα προπονητή μια χαρά συνεργασία είχαμε. Άξιος προπονητής και γνώστης του αθλήματος. Δεν μπορώ να πω ότι είχα κόντρα μαζί του. Θέλω να πιστεύω πως είναι τρομερός γνώστης του μπάσκετ, δεν μπορεί κανείς να πει το αντίθετο. Ξέρει να βγάζει ταλέντα, όχι να έχεις μόνο έτοιμους παίκτες να παίζεις. Δεν μπορώ να πω».
Για τον Βασιλακόπουλο: «Συνεργασία για χρόνια. Καλές σχέσεις. Δεν έχουμε προσωπική επαφή, τι κόντρα να έχουμε;».
Για τους δημοσιογράφους: «Κάποιες φορές οι δημιοσιογράφοι ψάχνουν πράγματα για να σε χτυπήσουν εκεί που δεν μπορούν να σε χτυπήσουν όταν είσαι μεγάλος παίκτης. Δεν έχει να κάνει με τους δημοσιογράφους, αλλά με το πως είμαι εγώ. Δεν ήθελα να μιλάω συνέχεια για τον εαυτό μου. Να προστατεύω τον εαυτό μου ήξερα καλά, δεν μπορούσε κάποιος να με κάνει να απαντήσω εάν δεν ήθελα. Με τους ρυθμούς που ζούσα και έπαιζα, ήθελα να βγαίνει με φίλος, αν ξεκουράζομαι και όχι να δίνω συνεντεύξεις».
Για την απόφαση του να μην παίξει στο ματς προς τιμήν του: «Γιατί να παίξω; Ο κόσμος πρέπει να με θυμάται όπως ήμουν εκείνη την εποχή. Να παίξω γιατί; Δεν έχει να δει κάτι ο κόσμος από εμένα, δεν μπορεί να κερδίσει κάτι ο κόσμος εάν παίξω τώρα».
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου