Ο Γιάννης Λαμπίρης γράφει για τον Νίκο Γκάλη και θυμάται στιγμές της καριέρας του όπως τις έζησε.Πάνε σχεδόν τριάντα χρόνια και όμως μοιάζει σαν να είναι χθες. Εκείνα τα απογεύματα του Σαββάτου του 1983, 1984 και 1985 (ως μαθητευόμενος δημοσιογράφος πλέον) όπου ψάχναμε να στριμωχτούμε σε μια γωνιά στα Ιλίσια, στην Νήαρ Ηστ, στον "Τάφο του Ινδού", στο Παγκράτι, στη Νίκαια, στη Νέα Φιλαδέλφεια και σε όλα τα άλλα γήπεδα της Αττικής, όπου ερχόταν να παίξει ο θίασος του Άρη, του Γκάλη, του Γιαννάκη του Ιωαννίδη.
Ναι θίασος ήταν στα μάτια κάθε μπασκετόφιλου, ή μάλλον στα μάτια κάθε ανθρώπου που θαύμαζε το ωραίο, το μαγικό, το απίθανο. Αυτά που έκανε ο Νίκος Γκάλης (παρασύροντας και τους υπόλοιπους παίκτες σε ένα φρενήρη ρυθμό) ήταν έξω από κάθε φαντασία και δεν χρειαζόταν να είσαι φίλος του μπάσκετ για να τα θαυμάσεις. Είναι όπως όταν βρίσκεσαι σε μια συναυλία και η αρμονία των ήχων πλημμυρίζει κάθε σου κύτταρο.
Είναι όπως όταν θαυμάζεις έναν ζωγράφο την ώρα της δημιουργίας και τον βλέπεις με τα χρώματα του να γεμίζει τον καμβά.
Είναι όπως όταν στέκεσαι μπροστά σε ένα θαύμα της φύσης, χαζεύοντας ένα ουράνιο τόξο ή τους καταρράκτες, ή το βόρειο σέλας, ή μια ανατολή και μια δύση του ήλιου.
Ναι αυτά τα συναισθήματα ένοιωθες όταν (είχες την τύχη) να βλέπεις από κοντά τον Νίκο Γκάλη και την παρέα του.
Ειλικρινά, σε εκείνη την εποχή, που εκ των πραγμάτων τα εξωτερικά ερεθίσματα ήταν σαφώς λιγότερα (έως εκμηδενισμένα) σε σχέση με την εποχή της πληροφορικής και της τεχνολογίας, οι παραστάσεις του "ιπτάμενου" Νίκ έφτιαχναν τα απογεύματά μας και μπορώ να πω την εβδομάδα μας μέχρι να τον ξαναδούμε από κοντά ή από την τηλεόραση στο επόμενο σώου του, Η προσμονή ήταν μεγάλη αλλά αποτελούσε και το κίνητρο για να περάσει πιο γρήγορα ο χρόνος.
Η θεία τύχη να ασχοληθούμε με αυτό το επάγγελμα, μας έφερε ακόμα πιο κοντά του, δίπλα του, στα αποδυτήρια πλέον, στις αποστολές, στην εθνική, στον Αρη και αργότερα στον Παναθηναϊκό.
Ζώντας πλέον πιο κοντά του, τουλάχιστον για μια δεκαετία, τον θαυμάσαμε ακόμα περισσότερο πολύ απλά γιατί από κοντά διαπιστώσαμε ότι είναι γήινος, ανθρώπινος σαν και μας. Άρα τα κατορθώματά του απέκτησαν ακόμα πιο μυθική διάσταση.
Το τζάμπ σούτ όπου τα παπούτσια του έφταναν στο κεφάλι του αντιπάλου (όπως πολύ εύστοχα θυμήθηκε πριν από λίγες μέρες ο νέος ομοσπονδιακός τεχνικός Αντρέα Τρινκιέρι). Η εκπληκτική του διείσδυση κόντρα σε έναν, δύο, τρεις ή και πέντε (!) αντιπάλους, ακόμα και αν αυτός ήταν ο θηριώδης Τσατσένκο.
Η ασύλληπτη πάσα του, με κλειστά μάτια, που χρόνια μετά την είδαμε και σε άλλες βερσιόν από κορυφαίους πασέρ του Ευρωπαϊκού και Ελληνικού μπάσκετ.
Η δύναμή του τόσο στο άλμα, όσο και στην αποφυγή αντιπάλων και αυτό το σπάσιμο μέσης στον αέρα, που θύμιζε αρτίστα της ενόργανης γυμναστικής.
Είναι τόσα πολλά αυτά που έκανε και κάθε φορά έβαζες στοίχημα με τον εαυτό σου, σιγοψιθυρίζοντας από μέσα σου, ώστε μην σε ακούσει κανείς και εκτεθείς:
"Δεν μπορεί να το κάνει αυτό. Είναι αδύνατον". Και όμως ο Γκάλης είχε τον τρόπο να σε ξαφνιάζει και την τελευταία στιγμή.
Είχαμε την ατυχία να καλύπτουμε για την εφημερίδα μας (Τα ΝΕΑ), το παιχνίδι Αμπελοκήπων-Παναθηναϊκού εκείνη την αποφράδα ημέρα, που γυρίζει ακόμα, μετά από τόσα χρόνια, στο μυαλό μας ως κακό όνειρο (όπως και η εικόνα με τον τραυματισμό του Γιάνκοβιτς).
Είναι από τις μέρες που θέλεις να ξεχάσεις, να μην πιστέψεις ότι δεν θα ξαναδείς τον Νίκο Γκάλη να αγωνίζεται. Σίγουρα πλησίαζε προς το τέλος της καριέρας του αλλά έγινε πιο βίαιο και απότομο και δεν του άξιζε.
Θέλαμε να τον δούμε όπως τον έτερο μεγάλο του Αρη και του ελληνικού μπάσκετ, τον Παναγιώτη Γιαννάκη να γνωρίζει την αποθέωση στο Παρίσι με τον Παναθηναϊκό το 1996 ως Πρωταθλητής Ευρώπης και ως αρχηγός σηκώνοντας το πρώτο βαρύτιμο ελληνικό πρωταθλητριών.
Και λίγους μήνες αργότερα στο "Τζόρτζια Ντόμ" της Ατλάντα να αποθεώνεται εκ νέου από συμπαίκτες και αντιπάλους στο μυθικό φινάλε της καριέρας του και στην εθνική ομάδα, στον αγώνα με τη Βραζιλία στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1996.
Ας είναι, ακόμα και αν δεν είχε το φινάλε που άρμοζε σε έναν από τους μεγαλύτερους αρτίστες όλων των εποχών σε όλα τα αθλήματα, εμείς θα τον θυμόμαστε πάντα όπως τον γνωρίζαμε. Πολύ ψηλά, εκεί που έφτανε όταν ετοιμαζόταν να σουτάρει.
Νίκο Γκάλη,
"Τhanks for the memories".ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου