ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ

ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ

Κυριακή 15 Ιουλίου 2012

Η αλήθεια για το “πραξικόπημα” της 15ης Ιουλίου 1974

Κάθε χρόνο τέτοια μέρα, επέτειο του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 1974, ακούμε πολλά και διάφορα από τους πάντες. Όλοι γίνονται ιστορικοί, κριτές και εκτιμητές των γεγονότων και αραδιάζουν ο καθένας τις απόψεις του. Το ενοχλητικό όμως είναι ότι δεν φροντίζουν να εντοπίσουν ΤΙ πραγματικά οδήγησε τα πράγματα στην έκρυθμη κατάσταση της 15ης Ιουλίου 1974. Αρκούνται σε βερμπαλισμούς εκστομίζοντας διάφορους χαρακτηρισμούς (προδότες Γριβικούς, τσογλάνια της ΕΟΚΑ Β΄, ήρωες αντιστασιακούς, γι΄ αυτούς που αδράξανε τις πύλες και τις ανοίξαν στον εχθρό κ.α). Μίλησε πέρσι “πολιτικά” ο Χ”Γεωργίου αναφερόμενος σε “αναιμικούς εθνικιστές”, “ψευτοπαλλικαράδες της οντζιάς” και τον “άθλιο τον Γρίβα”. Και όλα αυτά για να φανατίσουν το ακροατήριο, για να ηλεκτρίσουν την ατμόσφαιρα. Και μετά τίποτα. Είπε πρόπερσι ο κ. Χριστόφιας ότι λαοί που ξεχνούν την ιστορία τους δεν έχουν όραμα για το μέλλον. Και αντί να αναφέρει τα γεγονότα που μας οδήγησαν στο πραξικόπημα για να τα αποφύγουν οι νεότεροι, αρκέστηκε στην «απαγγελία» των αφορισμών, που τις τελευταίες μέρες έχουν γίνει μόδα. Εκδηλώσεις τιμής στους αντιστασιακούς του πραξικοπήματος, ομιλίες επί ομιλιών και οι ομιλητές να ευλογούν τα γένια τους. Πίσω όμως από τις φωταψίες, τα συνθήματα, τους αφορισμούς και τις κόκκινες, πράσινες, μπλε και μαύρες σημαίες στέκεται η αληθινή ιστορία. Αυτή που περιμένει να σβήσουν τα φώτα και να απομακρυνθούν οι πολιτικοί από το βήμα για να αρχίσει να μιλά σ΄ αυτούς που θέλουν πραγματικά να την ακούσουν. Οι άλλοι ας αρκεστούν στα συλλαλητήρια και στις εκατέρωθεν αλληλοκατηγορίες.
Πιο κάτω παραθέτουμε ορισμένα στοιχεία, όσα μπορέσαμε να βρούμε, για τα γεγονότα που οδήγησαν στο πραξικόπημα.
Αρχικά πρέπει να σημειωθεί ότι το πραξικόπημα δεν έγινε ξαφνικά μια μέρα και δεν αιφνιδίασε κανένα. Η έκρυθμη κατάσταση δεν δημιουργήθηκε το πρωινό της 15ης Ιουλίου αλλά από τις 16 Αυγούστου του 1960 όταν Μακάριος και Καραμανλής έβαζαν τις υπογραφές τους για την ίδρυση του νέου κράτους, της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αμέσως μετά τρία χρόνια ο Μακάριος, δείχνει φανερά ότι όχι μόνο δεν θα δεχόταν σε καμία περίπτωση Ένωση , την οποία είχε ενταφιάσει με τις συμφωνίες του 1960, αλλά επιπλέον δεν θα δεχόταν να υποτιμάται η θέση του ως προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και σε αυτό το πλαίσιο όριζε τις σχέσεις του με την Αθήνα. Δεν είχε έρθει σε ρήξη μόνο με το Απριλιανό καθεστώς αλλά και με τον Καραμανλή και τον Παπανδρέου. Έτσι παρά τις προειδοποιήσεις της Αθήνας για αντιδράσεις της Τουρκίας σε ενδεχόμενη τροποποίηση του Συντάγματος, αυτός το 1963 προτείνει τα 13 σημεία τα οποία απετέλεσαν την πρώτη αφορμή επίθεσης της Τουρκίας στην Κύπρο αλλά και έναρξης διακοινοτικών ταραχών 1963/64. Όταν το 1967 δημιουργείται νέα πολιτική κατάσταση στην Αθήνα τα πράγματα δυσκολεύουν. Οι συνεχείς προτροπές των Αθηνών προς τον Μακάριο και οι υπόδειξη ότι η Αθήνα προηγείται ως εθνικό κέντρο και η Λευκωσία έπεται και υπάκουει, προκάλεσαν την δυσφορία του.
Την δυσφορία του και την ανυπακοή του προς του Συνταγματάρχες υποδαύλιζαν οι «αντιστασιακοί εκ Παρισίων» οι οποίοι έβρισκαν στο πρόσωπο του Μακαρίου το τελευταίο προπύργιο του «αντιχουντικού» Ελληνισμού. Η Αθήνα έχοντας συνειδητοποιήσει ότι ο Μακάριος σε καμία περίπτωση δεν θα δεχόταν αδιαμαρτύρητα το προβάδισμα του Εθνικού κέντρου έναντι της Λευκωσίας χρησιμοποιεί τους Ελλαδίτες αξιωματικούς της ΕΛ.ΔΥ.Κ. και της Εθνικής Φρουράς για να τον αποδυναμώσουν. Έτσι άρχισε να βλέπει τους πάντες ως εχθρούς του. Άρχισε να βλέπει με κάθε δυσπιστία τις προθέσεις των Αθηνών για διευθέτηση στο πλέον χρονίζων πρόβλήμα του Κυπριακού. Βλέπει παντού εγκάθετους και επίδοξους δολοφόνους του. Για τον λόγο αυτό θεσπίζει και εξοπλίζει μια προσωπική του φρουρά.(Εφεδρικό).
Άρχισε να διώκει τους πολιτικούς αντιπάλους του και να χρησιμοποιεί συστηματικά τα βασανιστήρια για να αποσπάσει ομολογίες. Οι πολιτικοί αντίπαλοί του αποκλείσθηκαν από την πολιτική ζωή και από όλα τα δημόσια αξιώματα. Στην κατάσταση αυτή δεν ήταν δυνατόν να μην υπάρξουν αντιδράσεις. Το 1971 με τη μυστική κάθοδο του στρατηγού Γρίβα συγκροτείται η ΕΟΚΑ Β και αναλαμβάνει άμεσα δράση υποσκάπτοντας το προσωποκεντρικό καθεστώς του Μακαρίου. Εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι ο Στρατηγός Γρίβας εγκατέλειψαν τον μάταιο τούτο κόσμο στις 27 Ιανουαρίου 1974. 6 μήνες δηλαδή πριν εκδηλωθεί το πραξικόπημα.
Η διευκρίνηση γίνεται γιατί αρκετοί που μπορούν να χαρακτηριστούν επιεικώς ανιστόρητοι καταλογίζουν στον Στρατηγό το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου.Η ελάχιστη κοινή λογική δέχεται εύκολα την υπόθεση ότι αν ο Στρατηγός είχε ιδρύσει την ΕΟΚΑ Β με στόχο το πραξικόπημα θα το έκανε ο ίδιος στα 3 χρόνια μεταξύ 1971 -ίδρυση της ΕΟΚΑ Β- και 27 Ιανουαρίου 1974 οπόταν απεβίωσε και θα έδρεπε ο ίδιος τις δάφνες από το επιτυχές εγχείρημα. Γιατί είναι αδιανόητο να σκεφθούμε ότι ένας στρατιωτικός που αγωνίστηκε στη Μικρά Ασία κατά των Τούρκων, στην Β. Ήπειρο κατά των Ιταλών, στην Αθήνα κατά των Γερμανών, στο Θησείο κατά των Κομμουνιστών και κυρίως στην Κύπρο νικηφόρα κατά των πάνοπλων Βρετανών, δεν θα κατάφερνε, έχοντας την υποστήριξη της ΕΛ.ΔΥ.Κ. και της Ε.Φ. να ανατρέψει ενόπλως έναν άνθρωπο που είχε την υποστήριξη μερικών “εφεδρικών”. Και όμως δεν έγινε έτσι, γιατί απλά ο Στρατηγός ίδρυσε την ΕΟΚΑ Β ως αντίπαλο δέος προς τους χειρισμούς του Μακαρίου και τις αυθαιρεσίες των “υποτελών” του.
Αλλά και ο ίδιος ο Μακάριος αντί να προσπαθήσει να βρει μια χρυσή τομή που θα επέφερε την ηρεμία ενισχύει την προσωπική του φρουρά (Εφεδρικό) με τσέχικα όπλα και διαπράττει αναρίθμητες πολιτικές δολοφονίες, συμπεριλαμβανομένης της σφαγής του υπ’ αριθμ. 2 ανθρώπου του, του Γεωρκάτζη, αν όχι με τις ευλογίες του, τουλάχιστον με πλήρη αδιαφορία και απάθεια εκ μέρους του. Το συσσωρευόμενο μίσος κλιμακώθηκε με τα χρόνια, κι ακόμα και οι πιο στενοί του φίλοι απογοητεύθηκαν. Για να χρησιμοποιήσω τα τελευταία λόγια του Γεωρκάτζη πριν τη δολοφονία του, ο Μακάριος “πέταγε στα σκουπίδια τους φίλους του, σαν στιμμένες λεμονόκουπες”. Αξίζει επίσης να σημειωθεί, ότι ο άνθρωπος που ανέτρεψε τον Μακάριο, ο Νίκος Σαμψών, πρώην αγωνιστής της ΕΟΚΑ, συμπεριλαμβανόταν κάποτε μεταξύ των φίλων του. Η εφημερίδα του “Μάχη” επιχορηγείτο από τη Μονή Κύκκου, την πραγματική Τράπεζα Κύπρου, που ήλεγχε ο Μακάριος. Και ο Σαμψών, όπως και τόσοι άλλοι, με τον καιρό απογοητεύθηκε από τους μακιαβελλικούς χειρισμούς του Μακαρίου.
Ο Μακάριος στις 25 Απριλίου κήρυξε την EΟKA B  παράνομη οργάνωση και αφού κατάλαβε ότι η «πηγή του κακού» ήταν οι Ελλαδίτες αξιωματικοί της Ε.Φ οι οποίοι ενεργούσαν ως όργανα της Αθήνας εναντίον του, στρέφει εκεί την προσοχή του. Έχουν προηγηθεί οι συνομιλίες του Έβρου και άλλες προσπάθειες συνεννόησης Ελλάδας-Τουρκίας τις οποίες ο Μακάριος πάντοτε τορπίλιζε, αφού του είχε γίνει πλέον εμμονή ότι Τουρκία και Ελλάδα είχαν συμφωνήσει για την τύχη της Κύπρου. Για τον λόγο αυτό οι σχέσεις Μακάριου Αθηνών γίνονται όλο και πιο ψυχρές με τον πρώτο να προσπαθεί να «ξεφορτωθεί» ή τουλάχιστον να μειώσει το γόητρο των Ελλαδιτών αξιωματικών, γύρω από τους οποίους συγκεντρώνονταν οι αντιφρονούντες του Μακαρίου. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι ένα από τα επιχειρήματα των αντιφρονούντων, ήταν ότι ο Μακάριος έκανε «της κεφαλής του» και δεν υπολόγιζε καθόλου την μητέρα πατρίδα. Για τους Κύπριους αγωνιστές η Ελλάδα, όποια κυβέρνηση και αν κυβερνούσε, όποιο πολιτικό σύστημα και αν επικρατούσε, ήταν πάντοτε το μητροπολιτικό κέντρο και θα έπρεπε η Κυπριακή ηγεσία να συμμορφώνεται μ΄ αυτό. Προς αποδυνάμωση των Ελλαδιτών αξιωματικών και σε μια προσπάθεια ελέγχου της Ε.Φ ο Μακάριος απορρίπτει. τον κατάλογο των 57 Δοκίμων Εφέδρων Αξιωματικών, ο οποίος είχε καταρτιστεί από τον επιτελάρχη του ΓEEΦ, και περιείχε αντιμακαριακούς. Οι ΔΕΑ παρά τις διαμαρτυρίες του Μακαρίου εγγράφονται κανονικά στις στρατιωτικές σχολές τις Ελλάδος. Αυτό κάνει τον Μακάριο πιο αποφασιστικό στην προσπάθεια του να κτυπήσει τη «ρίζα του κακού».
Tην 1η Ιουλίου 1974 με προτροπή του, το Υπουργικό Συμβούλιο πήρε απόφαση για μείωση της θητείας της Εθνικής Φρουράς στους 14 μήνες. Σκοπός της απόφασης ήταν να μειωθεί η ανάγκη της Εθνικής Φρουράς σε αξιωματικούς, αφού ο Mακάριος πήρε ήδη απόφαση να ζητήσει από την Αθήνα την ανάκληση όλων των Eλλαδιτών που υπηρετούσαν στη δύναμη. Στις 3 Ιουλίου ο πρέσβης της Kύπρου στην Aθήνα επέδωσε στον Γκιζίκη τη γνωστή επιστολή Mακαρίου. Ήταν ένα κείμενο σκληρό, με το οποίο ο Mακάριος, χωρίς διπλωματικότητα, επέρριπτε στην Αθήνα όλη την ευθύνη για την αστάθεια στην Kύπρο και ζητούσε την ανάκληση όλων των Eλλαδιτών αξιωματικών.
Επιστολή Μακαρίου προς Φ. Γκιζίκη
Κύριε Πρόεδρε,
Μετά βαθείας θλίψεως είμαι υποχρεωμένος να εκθέσω προς υμάς ωρισμένας απαραδέκτους εν Κύπρω καταστάσεις και γεγονότα, δια τα οποία θεωρώ υπεύθυνον την Ελληνικήν Κυβέρνησιν.
Από της λαθραίας αφίξεως εις Κύπρον του Στρατηγού Γρίβα, κατά Σεπτέμβριον του 1971, εκυκλοφόρουν φήμαι και υπήρχον βάσιμοι ενδείξεις, ότι ούτος ήλθεν εις Κύπρον κατά προτροπήν και ενθάρρυνσιν ωρισμένων εν Αθήναις κύκλων. Βέβαιον πάντως είναι, ότι ο Γρίβας, από των πρώτων ημερών της ενταύθα αφίξεώς του, είχεν επαφήν μετά υπηρετούντων εις την Εθνικήν Φρουράν αξιωματικών εξ Ελλάδος, παρά των οποίων έτυχε βοηθείας και συμπαραστάσεως εις την προσπάθειάν του να σχηματίση παράνομον οργάνωσιν και να αγωνισθή, δήθεν, δια την Ένωσιν. Και κατήρτησε την εγκληματικήν οργάνωσιν “ΕΟΚΑ Β”, η οποία κατέστη αιτία και πηγή πολλών δεινών δια την Κύπρον. Γνωστή είναι η δράσις της οργανώσεως αυτής, η οποία, υπό πατριωτικόν μανδύαν και ενωτικήν συνθηματολόγησιν, διέπραξε πολιτικάς δολοφονίας και πολλά άλλα εγκλήματα. Η στελεχουμένη και ελεγχομένη υπό Ελλήνων αξιωματικών Εθνική Φρουρά υπήρξεν εξ αρχής ο εις έμψυχον και άψυχον υλικόν κυριώτερος τροφοδότης της “ΕΟΚΑ Β”, της οποίας τα μέλη και οι υποστηρικταί έλαβον τον εύφημoν τίτλον και αυτοαπεκλήθησαν “ενωτικοί” και “ενωτική παράταξις”.
Πολλάκις διηρωτήθην, διατί μία παράνομος και επιζήμιος εθνικώς οργάνωσις, η οποία επιφέρει διαιρέσεις και διχονοίας, διανοίγει ρήγματα εις το εσωτερικόν μας μέτωπον και οδηγεί τον Κυπριακόν Ελληνισμόν προς εμψύλιον σπαραγμόν, υποστηρίζεται υπό Ελλήνων αξιωματικών. Και πλειστάκις επίσης διηρωτήθην, κατά πόσον η τοιαύτη υποστήριξις τυγχάνει της εγκρίσεως της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Έκαμα διαφόρους σκέψεις και υποθετικούς συλλογισμούς, δια να εύρω λογικήν απάντησιν εις τας απορίας και τα ερωτήματά μου. Ουδεμία απάντησις, υπό οιασδήποτε προϋποθέσεις και συλλογισμούς, ήτο δυνατόν να στηριχθή επί λογικής βάσεως. Αλλ’αδιάψευστον πραγματικότητα αποτελεί η υποστήριξις της “ΕΟΚΑ Β” υπό Ελλήνων αξιωματικών. Τα εις διαφόρους περιοχάς της νήσου στρατόπεδα της Εθνικής Φρουράς και οι πλησίον αυτών χώροι κατακοσμούνται με συνθήματα υπέρ του Γρίβα και της “ΕΟΚΑ Β”, ως και με συνθήματα κατά της Κυπριακής Κυβερνήσεως, και ιδιαιτέρως κατ’εμού. Εντός των στρατοπέδων της Εθνικής Φρουράς, απροκάλυπτος πολλάκις είναι η υπό των Ελλήνων αξιωματικών προπαγάνδα υπέρ της “ΕΟΚΑ Β”. Γνωστόν και αδιάψευστον είναι επίσης το γεγονός, ότι ο αντιπολιτευόμενος και υποστηρίζων την εγκληματικήν δραστηριότητα της “ΕΟΚΑ Β” κυπριακός τύπος, έχων πηγήν χρηματοδοτήσεως τας Αθήνας, λαμβάνει καθοδήγησιν και γραμμήν από τους υπευθύνους του 20υ Επιτελικού Γραφείου και του εν Κύπρω Κλιμακίου της Ελληνικής Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Κ.Υ.Π.).
Είναι αληθές ότι, οσάκις διεβιβάζοντο υπ’εμού παράπονα προς την Ελληνικήν Κυβέρνησιν, δια την στάσιν και συμπεριφοράν ωρισμένων αξιωματικών, είχον την απάντησιν ότι δεν έπρεπε να διστάζω όπως καταγγέλλω αυτούς ονομαστικώς και αναφέρω τας συγκεκριμένας κατ’αυτών κατηγορίας, δια να ανακαλώνται εκ Κύπρου. Εις μίαν μόνον περίπτωσιν έπραξα τούτο. Μού είναι δυσάρεοτον το τοιούτον έργον. Αλλά και το κακόν δεν θεραπεύεται δια της κατ’αυτόν τον τρόπον αντιμετωπίσεώς του. Σημασίαν έχει η εκρίζωσις και πρόληψις του κακού, και ουχί απλώς η αντιμετώπισις των εκ τούτου επιπτώσεων.
Λυπούμαι να είπω, κύριε Πρόεδρε, ότι η ρίζα του κακού είναι πολύ βαθεία και φθάνει μέχρις Αθηνών. Εκείθεν τροφοδοτείται και εκείθεν συντηρείται και απλούται αναπτυσσόμενον το δένδρον του κακού, του οποίου τους πικρούς καρπούς γεύεται σήμερόν ο Κυπριακός Ελληνισμός. Και δια να είμαι απολύτως σαφής, λέγω ότι στελέχη του στρατιωτικού καθεστώτος της Ελλάδος υποστηρίζουν και κατευθύνουν την δραστηριότητα της τρομοκρατικής οργανώσεως “ΕΟΚΑ Β”. Εντεύθεν εξηγείται και η ανάμιξις Ελλήνων αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς εις την παρανομίαν, την συνωμοσίαν και εις άλλας απαραδέκτους καταστάσεις. Περί της ενοχής των κύκλων του στρατιωτικού καθεστώτος καταμαρτυρούν έγγραφα, τα οποία ευρέθησαν προσφάτως εις την κατοχήν ιθυνόντων στελεχών της “ΕΟΚΑ Β”. Εκ του Εθνικού Κέντρου απεστέλλοντο αφθόνως χρήματα δια την συντήρησιν της οργανώσεως, εδίδοντο εντολαί δια την αρχηγίαν, μετά τον θάνατον του Γρίβα και την ανάκλησιν του μετ’αυτού ελθόντος εις Κύπρον ταγματάρχου Καρούσου, γενικώς δε εξ Αθηνών κατηυθύνοντο τα πάντα. Η γνησιότης των εγγράφων τούτων δεν είναι δυνατόν να τεθή εν αμφιβόλω, διότι και τα δακτυλογραφημένα εξ αυτών έχουν διορθώσεις δια χειρός γενομένας και γνωστός είναι ο γραφικός χαρακτήρ του γράψαντος. Ενδεικτικώς επισυνάπτω έν τοιούτον έγγραφον.
Είχον πάντοτε ως αρχήν και επανειλημμένως εδήλωσα, ότι η συνεργασία μου μετά της εκάστοτε Ελληνικής Κυβερνήσεως αποτελεί δι’εμέ εθνικόν καθήκον. Το εθνικόν συμφέρον υπαγορεύει την αρμονικήν και στενήν συνεργασίαν Αθηνών και Λευκωσίας. Οιαδήποτε και αν ήτο η Κυβέρνησις της Ελλάδος, ήτο δι’εμέ η Κυβέρνησις της Μητρός Πατρίδος και έπρεπε να συνεργάζωμαι μετ’αυτής. Δεν δύναμαι να είπω ότι τρέφω ιδιαιτέραν συμπάθειαν προς στρατιωτικά καθεστώτα, και μάλιστα εις την Ελλάδα, την χώραν, η οποία εγέννησε και ελίκνισε την δημοκρατίαν. Αλλά και εις αυτήν την περίπτωσιν δεν παρεξέκλινα της αρχής μου περί συνεργασίας. Αντιλαμβάνεσθε όμως, κύριε Πρόεδρε, τας θλιβεράς σκέψεις αι οποίαι βασανιστικώς με απασχολούν, κατόπιν της διαπιστώσεως, ότι άνθρωποι της Κυβερνήσεως της Ελλάδος εξυφαίνουν αδιαλείπτως κατ’εμού συνωμοσίας και, όπερ το χειρότερον, διαιρούν και εξωθούν τον Κυπριακόν Ελληνισμόν εις την δι’αλληλοσπαραγμού καταστροφήν. Ουχί άπαξ μέχρι τούδε ησθάνθην, και εις τινας περιπτώσεις σχεδόν εψηλάφησα, εκτεινομένην αοράτως εξ Αθηνών χείρα, αναζητούσαν προς αφανισμόν την ανθρωπίνην ύπαρξίν μου. Χάριν, όμως, εθνικής σκοπιμότητος, ετήρησα σιγήν. Και αυτό ακόμη το πονηρόν πνεύμα, υπό του οποίου εκυριεύθησαν οι τρεις καθαιρεθέντες Κύπριοι Μητροπολίται, οι μεγάλην κρίσιν προκαλέσαντες εν τη Εκκλησία, είχε πηγήν εκπορεύσεώς του τας Αθήνας. Ουδέν όμως, εν προκειμένω, είπον Σκέπτομαι μόνον και διαλογίζομαι, προς τί πάντα ταύτα. Θα εξηκολούθουν δε να τηρώ σιγήν περί της ευθύνης και του ρόλου της Ελληνικής Κυβερνήσεως εις το σημερινόν δράμα της Κύπρου, εάν επί της σκηνής του δράματος ήμην ο μόνος πάσχων. Αλλ’η συγκάλυψις και η σιωπή δεν επιτρέπονται, όταν πάσχη ολόκληρος ο Κυπριακός Ελληνισμός, όταν Έλληνες αξιωματικοί της Εθνικής Φρουράς, κατά προτροπήν εξ Αθηνών, υποστηρίζουν την “ΕΟΚΑ Β” εις εγκληματικήν δραστηριότητα, περιλαμβάνουσαν πολιτικάς δολοφονίας και, γενικώς, αποσκοπούσαν εις την διάλυσιν του κράτους.
Εις την προσπάθειαν διαλύσεως της κρατικής υποστάσεως της Κύπρου, μεγάλη είναι η ευθύνη της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Το Κυπριακόν κράτος πρέπει να διαλυθή μόνον εις περίπτωσιν Ενώσεως. Μη καθισταμένης, όμως, εφικτής της Ενώσεως, επιβάλλεται η ιοχυροποίησις της κρατικής υποστάσεως της Κύπρου. Η Ελληνική Κυβέρνησις, δια της όλης στάσεώς της έναντι του θέματος της Εθνικής Φρουράς, ασκεί καταλυτικήν πολιτικήν επί του Κυπριακού κράτους. Προ μηνών, το εξ Ελλήνων αξιωματικών αποτελούμενον Γενικόν Επιτελείον της Εθνικής Φρουράς υπέβαλεν εις την Κυπριακήν Κυβέρνησιν, προς έγκρισιν, κατάλογον υποψηφίων δοκίμων εφέδρων αξιωματικών, οίτινες θα εφοίτων εις ειδικήν οχολήν, δια να υπηρετήσουν ακολούθως, κατά την διάρκειαν της στρατιωτικής θητείας των, ως αξιωματικοί. Εκ του υποβληθέντος καταλόγου, δεν ενεκρίθησαν υπό του Υπουργικού Συμβουλίου πεντήκοντα επτά εκ των υποψηφίων. Ειδοποιήθη περί τούτου γραπτώς το Γενικόν Επιτελείον. Παρά ταύτα, κατόπιν οδηγιών εξ Αθηνών, το Επιτελείον ουδόλως έλαβεν υπ’όψιν την απόφασιν του Υπουργικού Συμβουλίου, έχοντος, βάσει νόμου, το απόλυτον δικαίωμα διορισμού αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς. Ενεργούν ασυδότως και αυθαιρέτως, το Γενικόν Επιτελείον κατεπάτησε νόμους, περιφρόνησε την απόφασιν της Κυπριακής Κυβερνήσεως, και ενέγραψεν εις την Σχολήν Αξιωματικών τους μη εγκριθέντας υποψηφίους. Απολύτως απαράδεκτη, θεωρώ την τοιαύτην στάσιν του εκ της Ελληνικής Κυβερνήσεως εξαρτωμένου Γενικού Επιτελείου της Εθνικής Φρουράς. Η Εθνική Φρουρά είναι όργανον του Κυπριακού κράτους και υπ’αυτού πρέπει να ελέγχεται, και ουχί εξ Αθηνών. Η θεωρία περί ενιαίου αμυντικού χώρου Ελλάδος-Κύπρου έχει την συναισθηματικήν πλευράν της. Αλλ’εν τη πραγματικότητι διάφορος είναι η κατάστασις. Η Εθνική Φρουρά, ως έχουν σήμερον η σύνθεσις και η στελέχωσίς της, εξετράπη του σκοπού της και κατέστη εκτροφείον παρανόμων, κέντρον συνωμοσιών κατά του κράτους και πηγή τροφοδοσίας της “ΕΟΚΑ Β”. Αρκεί να λεχθεί ότι, κατά την προσφάτως ενταθείσαν τρομοκρατικήν δραστηριότητα της “ΕΟΚΑ Β”, αυτοκίνητα της Εθνικής Φρουράς μετέφερον οπλισμόν και μετεκίνουν εν ασφαλεία μέλη της οργανώσεως, των οποίων επέκειτο η σύλληψις. Και δια την εκτροπήν αυτήν της Εθνικής Φρουράς απόλυτον την ευθύνην έχουν Έλληνες αξιωματικοί, μερικοί των οποίων είναι από ποδών μέχρι κεφαλής αναμεμιγμένοι και συμμέτοχοι εις την δραστηριότητα της “ΕΟΚΑ Β”. Και εις τούτο ευθύνης άμοιρον δεν είναι το Εθνικόν Κέντρον. Ηδύνατο η Ελληνική Κυβέρνησις, δι’απλού νεύματός της, να θέση τέρμα εις την θλιβεράν αυτήν κατάστασιν. Ηδύνατο το Εθνικόν Κέντρον να διατάξη τον τερματισμόν της βίας και της τρομοκρατίας υπό της “ΕΟΚΑ Β”, διότι εξ Αθηνών αντλεί η οργάνωσις τα μέσα συντηρήσεως και την δύναμίν της, ως εγγράφως μαρτυρούν τεκμήρια και αποδείξεις. Δεν έπραξεν, όμως, τούτο η Ελληνική Κυβέρνησις. Ως ένδειξιν μιας ανεπιτρέπτου καταστάσεως σημειώ ενταύθα παρενθετικώς, ότι και εις Αθήνας ανεγράφησαν προσφάτως συνθήματα κατ’εμού και υπέρ της “ΕΟΚΑ Β”, εις τους τοίχους ναών και άλλων κτιρίων, συμπεριλαμβανομένου και του κτιρίου της Κυπριακής Πρεσβείας. Και η Ελληνική Κυβέρνησις, καίτοι γνωρίζει τους δράστας, ουδενός επεδίωξε την σύλληψιν και την τιμωρίαν, ανεχομένη κατ’αυτόν τον τρόπον προπαγάνδαν υπέρ της “ΕΟΚΑ Β”.
Πολλα έχω να είπω, κύριε Πρόεδρε, αλλά δεν νομίζω ότι πρέπει να μακρηγορήσω περισσότερον. Και δια να καταλήξω, διαβιβάζω ότι η υπό Ελλήνων αξιωματικών στελεχουμένη Εθνική Φρουρά, της οποίας το κατάντημα εκλόνισε την προς αυτήν εμπιστοσύνην του Κυπριακού λαού, θα αναδιαρθρωθή επί νέας βάσεως. Εμείωσα την στρατιωτικήν θητείαν, δια να ελαττωθή η οροφή της Εθνικής Φρουράς και το μέγεθος του κακού. Πιθανώς να παρατηρηθή, ότι η ελάττωσις της δυνάμεως της Εθνικής Φρουράς, λόγω συντμήσεως της στρατιωτικής θητείας, δεν καθιστά αυτήν ικανήν να ανταποκριθή εις την αποστολήν της εν περιπτώσει εθνικού κινδύνου. Δια λόγους, τους οποίους δεν επιθυμώ ενταύθα να εκθέσω, δεν συμμερίζομαι αυτήν την άποψιν. Και θα παρεκάλουν, όπως ανακληθούν οι στελεχούντες την Εθνικήν Φρουράν αξιωματικοί εξ Ελλάδος. Η παραμονή των εις την Εθνικήν Φρουράν και η υπ’αυτών διοίκησίς της θα είναι επιζήμιος εις τας σχέσεις Αθηνών και Λευκωσίας. Θα ήμην, εν τούτοις, ευτυχής, εάν ηθέλετε να αποστείλητε εις Κύπρον περί τους εκατόν αξιωματικούς, ως εκπαιδευτάς και στρατιωτικούς συμβούλους, δια να βοηθήσουν εις την αναδιοργάνωσιν και αναδιάρθρωσιν των ενόπλων δυνάμεων της Κύπρου. Ελπίζω, εν τω μεταξύ, να εδόθησαν εντολαί εξ Αθηνών εις την “ΕΟΚΑ Β” όπως τερματίση την δραστηριότητά της, καίτοι, εφ’όσον αύτη δεν διαλύεται οριστικώς, δεν αποκλείεται νέον κύμα βίας και δολοφονιών.
Θλίβομαι, κύριε Πρόεδρε, διότι ευρέθην εις την ανάγκην να είπω πολλά δυσάρεστα, δια να περιγράψω εις αδράς γραμμάς, με γλώσσαν ωμής ειλικρινείας, την από μακρού υφισταμένην εν Κύπρω αξιοθρήνητον κατάστασιν. Τούτο, όμως, επιβάλλει το εθνικόν συμφέρον, το οποίον έχω πάντοτε γνώμονα όλων των ενεργειών μου. Δεν επιθυμώ διακοπήν της συνεργασίας μου μετά της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Δέον, όμως, να ληφθή υπ’όψιν, ότι δεν είμαι διωρισμένος νομάρχης ή τοποτηρητής εν Κύπρω της Ελληνικής Κυβερνήσεως, αλλ’εκλεγμένος ηγέτης μεγάλου τμήματος του Ελληνισμού και απαιτώ ανάλογον προς εμέ συμπεριφοράν του Εθνικού Κέντρου.
Το περιεχόμενον της παρούσης δεν είναι απόρρητον.
Μετ’εγκαρδίων ευχών,
Ο Κύπρου Μακάριος
2.7.1974
Οι δύο αυτές απανωτές και επιθετικές προς την Αθήνα ενέργειες ήταν η σταγόνα που γέμισε το ποτήρι. Ο Μακάριος γνώριζε ότι η Αθήνα είχε έτοιμο σχέδιο ανατροπής του και γι΄ αυτό μας προκαλεί μεγάλη έκπληξη πως έθεσε αυτά τα αιτήματα υπό τύπον τελεσιγράφου. Σαν να επεδίωκε την έκρηξη της σιγοκαίουσας πυρκαγιάς. Η απάντηση δεν θα ερχόταν στα χαρτιά αλλά μέσω των πυροβόλων τη 15η Ιουλίου. Και εδώ υπάρχει μια ασάφεια η οποία ίσως επειδή εξυπηρετεί κάποιες σκοπιμότητες αφήνεται να αιωρείται στον αέρα. Οι άντρες της ΕΟΚΑ Β δεν ήταν πρωταγωνιστές αλλά ουραγοί των εξελίξεων και δεν χρησιμοποιήθηκαν παρά μετά από πάροδο 2-3 ημερών από την εκδήλωση του πραξικοπήματος. Και αυτό γιατί μετά τον θάνατο του Στρατηγού Γρίβα τον Ιανουάριο του 1974 η ΕΟΚΑ Β βρισκόταν σε αποσύνθεση και δεν ενέπνεε την εμπιστοσύνη των Ελλαδιτών αξιωματικών για ένα τέτοιο σημαντικό εγχείρημα .
ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ ΟΤΑΝ ξημέρωσε η Δευτέρα 15η του Ιούλη, τα άρματα μάχης ήσαν έτοιμα για το στόχο τους: «Tα τανκς εκινήθησαν εκ του στρατοπέδου της Kοκκινοτριμιθιάς προς Λευκωσίαν περί την 8.15΄ π.μ., με κατευθύνσεις το Προεδρικόν Mέγαρον, το κτίριον της Aρχής Tηλεπικοινωνιών και το κτίριον της Aρχιεπισκοπής» Στις 6.20 το πρωί ο Αρχιεπίσκοπος, Πρόεδρος Μακάριος, αναχώρησε από την προεδρική κατοικία Τροόδους και έφθασε στο Προεδρικό λίγο πριν τις 8. Σχεδόν την ίδια ώρα, κάτοικοι Αθαλάσσας και Παλουριώτισσας βλέπουν τα άρματα να βγαίνουν από τα στρατόπεδα και να κατευθύνονται προς τη Λευκωσία.
Οι περισσότεροι από αυτούς δεν ανησύχησαν ιδιαίτερα, γιατί η θέα των αρμάτων στους δρόμους δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο. Την ίδια διαδρομή ακολουθούσαν με κατεύθυνση το Τσέρι όπου εκτελούσαν ασκήσεις. Η ώρα πήγε 8.25. Μερικά από τα άρματα που ανέβαιναν προς το Προεδρικό σταματούν για λίγα λεπτά σε απόσταση 600 περίπου μέτρων. Ο υπεύθυνος της προεδρικής Φρουράς υποψιάστηκε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και σήμανε αμέσως συναγερμό. Δεν πρόλαβαν να συνταχθούν οι άνδρες της φρουράς και ακούστηκε ο πρώτος πολυβολισμός. Ενα άρμα κατευθύνεται στην κλειδωμένη καγκελόπορτα του Προεδρικού που βρίσκεται μέσα από την κεντρική πύλη και το σπάζει. Το ακολουθούν άλλα άρματα, εκ των οποίων ένα κτυπήθηκε από αντιαρματικό και ακινητοποιείται. Αρχίζει η σφοδρή μάχη. Ενώ τα άρματα κτυπούσαν από πολύ κοντά, άλλα άρματα και δυνάμεις, κυρίως από Ελλαδίτες και Καταδρομείς, σχημάτισαν κλοιό σε σχήμα πετάλου καλύπτοντας τη βόρεια, ανατολική και νότια πλευρά του Μεγάρου. Την ίδια ώρα, άρχισε σφυροκόπημα του Προεδρικού με βλήματα όλμους που έπεφταν από την περιοχή του Χατζηκυριάκειου Mεγάρου.
«Εκ διαφόρων σημείων της Λευκωσίας ηκούοντο πυροβολισμοί, οι δε πολίται έσπευδαν έντρομοι να καταφύγουν εις ασφαλή μέρη. Ήτο πλέον φανερόν, ότι η Eθνική Φρουρά είχεν επέμβει διά να ανατρέψη τον Kύπριον Πρόεδρον και να καταλάβη την εξουσίαν, διά να φέρη πλησιέστερον την Ένωσιν, ως επίστευον οι περισσότεροι των μετεχόντων της κινήσεως αξιωματικοί – εξαιρουμένων, βεβαίως, των μεμυημένων εις το σχέδιον του «Γραφείου Kύπρου» του Γ.E.EΘ.A. Eκ των Kυπρίων πολιτών πολλοί ήσαν, ως ήτο φυσικόν, οι πανηγυρίζοντες, αλλά πολλοί και οι καταρώμενοι και απειλούντες. Yπήρξαν, μάλιστα, μερικοί εκ των τελευταίων τούτων, οι οποίοι ηκούσθησαν να λέγουν: «Eπενέβητε, αλλά το παιγνίδι δεν ετελείωσε. Nα δούμε τι θα κάνετε τώρα με τους Tούρκους. Διότι θα έλθουν οι Tούρκοι. Mακάρι να έλθουν οι Tούρκοι!» – υπενθυμίζοντες, ούτω, την γνωστήν φράσιν «κρειττότερόν έστιν ειδέναι εν μέση τη Πόλει φακιόλον βασιλεύον Tούρκων ή καλύπτραν Λατινικήν» ή το «κρείττον εμπεσείν εις χείρας των Tούρκων ή Φράγκων!»
Το Προεδρικό έπαιρνε φωτιά και η μάχη συνεχιζόταν.
Ο Μακάριος (μαζί με τους Νεοφύτου, Θρασυβούλου και Ποταμάρη) εγκαταλείπουν την κόλαση του Προεδρικού και επιβιβάζονται σ’ ένα «Μini 1000» που σταμάτησαν στο δρόμο και ξεκινούν με κατεύθυνση το Μετόχι του Κύκκου, κατόπιν οδηγιών του Μακαρίου. Εκατόν μέτρα παρακάτω το αυτοκίνητο ακινητοποιείται από έλλειψη καυσίμων. Φάνηκαν τυχεροί, όμως, γιατί αμέσως περνά από κοντά τους ένα άλλο αυτοκίνητο. Μερικά μέτρα πιο κάτω συναντούν τον λοχαγό του Εφεδρικού Παστελλόπουλο και σταματούν. Φάνηκαν τυχεροί γιατί ο λοχαγός τούς απέτρεψε από του να μεταβούν στο Μετόχι. Εκεί διεξαγόταν σφοδρότατη μάχη. Στράφηκαν αμέσως προς τα πίσω και ο Μακάριος ζητά από τη συνοδεία του να παραμείνουν στη Λευκωσία. Ζήτησε να τον μεταφέρουν στο σπίτι του φίλου του Γ. Χαραλάμπους, ιδιοκτήτη του ομώνυμου καφεκοπτείου. Ετσι κι έγινε, αλλά για καλή τους τύχη, ο Γ. Χαραλάμπους απουσίαζε. Βγήκαν από τη Λευκωσία και μετέβησαν στην Κλήρου όπου στάθμευσαν για λίγο στο σπίτι ενός αστυνομικού. Πήραν πρόχειρα μια «βούρκα» με λίγα τρόφιμα και ξεκίνησαν προς τα ορεινά. . «Eγκαταλείπων την Λευκωσίαν, είχε την εντύπωσιν ότι θα επανήρχετο εις διάστημα δύο ή τριών ωρών, αφού θα είχον εξουδετερωθή οι κινηματίαι υπό του Eφεδρικού Σώματος. Kαι τούτο, διότι κατ’ αρχάς επίστευεν, ότι η πραξικοπηματική επιχείρησις διεξήγετο υπό της E.O.K.A., η οποία είχε κατορθώσει να εξασφαλίση μερικά άρματα μάχης – αφού, μάλιστα, εις συνωμοτικά έγγραφα περιελθόντα εις χείρας του κατά το θέρος του 1973, προεβλέπετο η έξοδος αρμάτων τα οποία θα ωδήγουν μεμυημένοι εις την E.O.K.A. εθνοφρουροί (Σχέδιον «Aπόλλων»).
Tην έκτασιν και την σοβαρότητα του πραξικοπήματος επληροφορήθη ο Mακάριος εις τον Kύκκον περί την μεσημβρίαν της Δευτέρας, ότε διάφοροι αναφοραί τον έπεισαν, ότι η Eθνική Φρουρά, εις Λευκωσίαν τουλάχιστον, ανεμίχθη επί ευρείας κλίμακας και πάση δυνάμει. Πάντως, και εκείνην ακόμη την στιγμήν, ήλπιζεν ότι η εξέγερσις του λαού, η δράσις των ανδρών του Eφεδρικού Σώματος και εκείνη των μυστικών φιλοκυβερνητικών ομάδων, θα συνέτριβον την Eθνικήν Φρουράν ή θα εδημιούργουν δι’ αυτήν αφόρητον κατάστασιν. Πέρασαν αρκετά χωριά και κατέληξαν στο Τρόοδος και από εκεί στο Μοναστήρι του Κύκκου.»
Στη διαδρομή ο Μακάριος πληροφορείται συνεχώς από ΡΙΚ ότι «είναι νεκρός» καθώς ακούγεται η διακήρυξη των Κυπριακών ενόπλων δυνάμεων. Ελληνοκυπριακέ λαέ,
Η τραγική κατάσταση των τελευταίων μηνών, στην Κύπρο, μάς οδηγούσε κατευθείαν σε εμφύλιο πόλεμο. Η προκληθείσα αναταραχή στους κόλπους της εκκλησίας και ο αυξανόμενος κίνδυνος οι ένοπλες δυνάμεις να τεθούν υπό τον έλεγχο αναρχικών και εγκληματικών στοιχείων, με ανυπολόγιστες συνέπειες για το μέλλον της Κύπρου, οδήγησαν τις ένοπλες δυνάμεις στην απόφαση να εκτοπίσουν τους υπεύθυνους της ανωμαλίας, δηλαδή τον πρόεδρο της Δημοκρατίας και την κυβέρνησή του, που σφετερίσθηκαν την εξουσία της κυβέρνησης για μακρό διάστημα, χωρίς την ελεύθερη αποδοχή του λαού της Κύπρου, και που καταβάλλουν κάθε επιτρεπτή και μη προσπάθεια για να διατηρήσουν το προσωποπαγές καθεστώς, το οποίο δημιούργησαν.
Οι ένοπλες δυνάμεις θα ορίσουν προσωρινή κυβέρνηση εθνικής ενότητας.
15.7 .1974
Ο Μακάριος έμεινε για λίγο στο Μοναστήρι και σκεφτόταν να μεταβεί στη Λεμεσό, όμως, όταν άκουσε ότι στην Πάφο οι αντιστασιακοί έπνιξαν το πραξικόπημα προτού καν εκδηλωθεί, αποφάσισε να πάει στην Πάφο, απ’ όπου ο «Ελεύθερος Ραδιοσταθμός Πάφου», μετέδιδε ότι ο Μακάριος ήταν ζωντανός. Εκεί απευθύνει διάγγελμα:
Διάγγελμα Μακαρίου
Ελληνοκυπριακέ λαέ.
Η φωνή, που ακούτε, σάς είναι γνωστή. Γνωρίζετε ποιος σάς ομιλεί. Είμαι ο Μακάριος. Είμαι αυτός, που εκλέξατε αρχηγό σας. Είμαι συμπολεμιστής και ηγήτοράς σας στον κοινό αγώνα. Το πραξικόπημα της χούντας απέτυχε. Ήμουν ο στόχος. Και όσο είμαι ζωντανός, η χούντα στην Κύπρο δεν θα περάσει.
Ο λαός της Κύπρου δεν ανέχεται πραξικοπήματα και δικτάτορες. Η χούντα χρησιμοποίησε τανκς και τεθωρακισμένα, για να πετύχει το πραξικόπημά της. Αλλά η αντίσταση της προεδρικής φρουράς σταμάτησε τα τανκς και τα τεθωρακισμένα. Το μοναδικό κατόρθωμα της χούντας ήταν να κυριεύσει το σταθμό Ραδιοφωνίας, ώστε να μεταδώσει ανακρίβειες και να μιλήσει για αλλαγή κυβέρνησης.
Μήν υπακούετε καμία οδηγία ή διαταγές, που μεταδίδει η χούντα από το σταθμό αυτό.
Ελληνικέ λαέ της Κύπρου,
Η χούντα αποφάσισε να καταστρέψει την Κύπρο, να τη διχοτομήσει, αλλά δεν θα το επιτύχει. Αντισταθείτε στη χούντα με κάθε τρόπο. Μή φοβάστε, δείξτε καθαρά τη θέση σας και την απόφασή σας να αντισταθείτε, να πολεμήσετε.
Καταταγείτε όλοι σας στις νόμιμες δυνάμεις του κράτους. Η χούντα δεν πρέπει να περάσει και δεν θα περάσει. Ο αγώνας είναι ιερός και η νίκη είναι δική μας.
Ζήτω η ελευθερία, ζήτω ο ελληνοκυπριακός λαός, ζήτω το έθνος.
15.7.1974

Από την Πάφο μεταβένει με βρεττανικό ελικόπτερο στις βρεττανικές βάσεις, και από κει στο Λονδίμο μέσω Μάλτας.
Οι πολιτικοί χειρισμοί πλέον έπρεπε να είναι απολύτως συγχρονισμένοι και ύστερα από βαθύτατη σκέψη. Θα έπρεπε δηλαδή ο Μακάριος πηγαίνοντας στον ΟΗΕ να ανακοινώσει ότι αυτό που γινόταν στην Κύπρο δεν ήταν τίποτα άλλο παρά ενδοκυπριακή διένεξη. Μόνο έτσι θα απεφεύγετο η νόμιμη πλέον εμπλοκή της Τουρκίας. Αντί αυτού όμως ο Μακάριος στην ομιλία του στο Σ.Α του ΟΗΕ αναφέρει ότι «Το πραξικόπημα δεν έγινε υπό συνθήκες τέτοιες, που να το καθιστούν εσωτερικό ελληνοκυπριακό ζήτημα. Πρόκειται σαφώς για εισβολή εκ των έξω… Δεν υπήρξε επανάσταση στην Κύπρο, που θα μπορούσε να θεωρηθεί εσωτερική υπόθεση. Υπήρξε εισβολή, που παραβίασε την ανεξαρτησία και την κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και η εισβολή συνεχίζεται, και θα συνεχίζεται όσο θα υπάρχουν Έληνες αξιωματικοί στην Κύπρο… Όπως ανέφερα ήδη, τα γεγονότα της Κύπρου δεν αποτελούν εσωτερική υπόθεση των Ελληνοκυπρίων. Αφορούν και επηρεάζουν και τους Τουρκοκυπρίους. Το πραξικόπημα της ελληνικής χούντας αποτελεί εισβολή, και οι συνέπειές του πλήττουν ολόκληρο τον κυπριακό λαό, Έλληνες και Τούρκους…»

Αυτή ήταν και η αφορμή που έψαχνε η Τουρκία. Έχοντας καταστήσει σαφές ο Μακάριος ότι το πραξικόπημα δεν ήταν υπόθεση που αφορούσε τους Έλληνες της Κύπρου αλλά επηρέαζε και τους Τούρκους έδωσε το πράσινο φως για την καθ όλα νόμιμη επέμβαση της Τουρκίας ως εγγυήτριας δύναμης. Ενώ το νέο καθεστώς στη Λευκωσία διεμήνυε ότι η «επανάσταση» δεν είχε τίποτα να κάνει με τους Τούρκους και ότι ήταν καθαρά υπόθεση των Ελλήνων ο Μακάριος τυφλωμένος από το μίσος του για τους «πραξικοπηματίες» και τους συνταγματάρχες της Αθήνας υπέπεσε στο τραγικότερο λάθος. Αυτό ήταν και το νομικό ένδυμα της εισβολής.
Πιο κάτω παραθέτουμε τις δύο αντιφατικές ομιλίες στο Σ.Α. Η μια είναι του αντιπροσώπου της Ελλάδας που προσπαθεί να πείσει ότι πρόκειται για επανάσταση που αφορά μόνο τους Ελληνοκύπριους (ελαχιστοποιείται η νομική εμπλοκή της Τουρκίας) και η άλλη του Μακαρίου που πασχίζει να πείσει ότι είναι πραξικόπημα και διατάραξη της έννομης τάξης, παρακαλώντας ουσιαστικά για εμπλοκή των υπολοίπων εγγυητριών δυνάμεων δηλαδή Αγγλίας και Τουρκίας!
Η ομιλία του Αντιπροσώπου της Ελλάδας στο Συμβούλιο Ασφαλείας κ. Παναγιωτάκου (15.7.1974)
Κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα πρώτα να σάς ευχαριστήσω προσωπικά, που μού δώσατε την ευκαιρία να ομιλήσω. Η παρουσία μου σήμερα στο χώρο αυτό είναι μάλλον τυχαία, δεδομένου ότι αναμένεται ανά πάσα στιγμή η άφιξη του νέου μόνιμου αντιπροσώπου. Νοιώθω, όμως, ιδιαίτερα χαρούμενος που βρίσκομαι και πάλι μεταξύ παλαιών φίλων και συναδέλφων, παρ’όλο που αυτό συμβαίνει υπό ιδιαίτερα οδυνηρές συνθήκες. Ωστόσο, η προσωπική μου εμπειρία, ως τέως πρεσβευτού στην Κύπρο, μού επιτρέπει να σάς εξιστορήσω με ενισχυμένη αξιοπιστία ορισμένα γεγονότα που οδήγησαν σ’αυτή την θλιβερή κατάσταση, και να σάς δώσω μία περιγραφή, από πρώτο χέρι, των όσων συμβαίνουν σήμερα στο κατεστραμμένο από τον πόλεμο αυτό νησί.
Ξεκινώντας, θα ήθελα να επαναλάβω την επίσημη θέση της ελληνικής κυβέρνησης σε σχέση με τα πρόσφατα γεγονότα στην Κύπρο, όπως καθορίζεται σαφώς στο μήνυμα που απευθύνει ο Έλληνας πρωθυπουργός στο Γενικό Γραμματέα, και το οποίο κυκλοφόρησε ως έγγραφο S/11337, με ημερομηνία 16 Ιουλίου 1974. Επίσης, θα επιθυμούσα να επαναλάβω και να υπογραμμίσω το περιεχόμενο της δήλωσης του υπουργού Εξωτερικών κ. Κυπραίου, που έχει ως εξής: “Τα πρόσφατα γεγονότα, στην Κύπρο, αποτελούν εσωτερική υπόθεση μίας ανεξάρτητης χώρας μέλους των Ηνωμένων Εθνών. Στην περίπτωση αυτή, η Ελλάδα τηρεί τον αυστηρό κανόνα της μη επέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις των άλλων. Η ελληνική πολιτική έναντι της Κύπρου παραμένει αναλλοίωτη, και ισοδυναμεί με την προάσπιση της ανεξαρτησίας, της εδαφικής ακεραιότητας και της ενότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η ελληνική κυβέρνηση αποδίδει μεγάλη σημασία στη συνέχιση των ενισχυμένων διακοινοτικών συνομιλιών, και εκφράζει την ελπίδα πως όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη θα επιδείξουν τη δέουσα αυτοσυγκράτηση, κατόπιν των προσφάτων εξελίξεων στο νησί της Κύπρου”.
Εν όψει της ξεκάθαρης αυτής στάσης, απορρίπτω κατηγορηματικά και ανεπιφύλακτα, ως εντελώς αβάσιμους, τους χυδαίους ισχυρισμούς περί της λεγόμενης άμεσης ανάμειξης της ελληνικής κυβέρνησης στο στρατιωτικό πραξικόπημα, που οδήγησε στην ανατροπή του Μακαρίου. Είναι αλήθεια, πως ο διοικητής του επιτελείου της εθνοφρουράς, στρατηγός Ντενίσης, ο διοικητής της ελληνικής δύναμης στην Κύπρο και ο Έλληνας πρεσβευτής στην Κύπρο βρίσκονταν στην Αθήνα, σε διαβουλεύσεις με αντικείμενο το περιεχόμενο της επιστολής του Μακαρίου, αρκετές ημέρες πριν το πραξικόπημα. Όμως θα έπρεπε να σημειωθεί το γεγονός, ότι εξ αρχής κάθε επικοινωνία, μέσω τέλεξ ή και αλλιώς, μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας είχε διακοπεί, τουλάχιστον μέχρι χθες. Το γεγονός αυτό, από μόνο του, αποτελεί την πιο τρανή απόδειξη, εάν χρειάζεται κάποια απόδειξη, ότι οι ένοπλες δυνάμεις στην Κύπρο ενήργησαν με δική τους πρωτοβουλία, εντελώς μυστικά, και ότι ήσαν απρόθυμες να μοιρασθούν με οποιονδήποτε είτε την πρόοδο των επιχειρήσεών τους είτε τους απώτερους στόχους τους.
Τα γεγονότα αυτά είναι αληθινά. Όλα τα υπόλοιπα είναι φαντασιώσεις, παραλογισμοί ή σκόπιμες διαστρεβλώσεις, ανάξιες διαψεύσεως.
Συνεπώς, έμεινα πραγματικά εμβρόνητος ακούγοντας ορισμένες εσπευσμένες και, το λιγότερο, αυθαίρετες εκτιμήσεις ορισμένων συμμετεχόντων στη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας της περασμένης Τρίτης. Ας μού επιτραπεί να κάνω, με τη σειρά μου, ορισμένες παρατηρήσεις, προς απάντησιν στις εκτιμήσεις αυτές.
Οι παράλογες κατηγορίες εναντίον των Ελλήνων αξιωματικών από τον κ. Ρωσσίδη – αν είναι ποτέ δυνατόν -, του οποίου, παρεμπιπτόντως, η θέση ως αντιπροσώπου παραμένει αμφίβολη, μού δημιούργησαν βαθύ αίσθημα θλίψης, διότι δεν αναγνωρίζω πια το φλογερό πατριώτη των δεκαετιών του πενήντα και εξήντα, που γνώριζα και θαύμαζα τότε. Προτού προβεί σε τέτοιες κατηγορίες, θα έπρεπε τουλάχιστον να σεβασθεί τη μνήμη των Ελλήνων αξιωματικών, που έχυσαν το αίμα τους στα γεγονότα του 1964 για τη διαφύλαξη της ανεξαρτησίας της Κύπρου. Ξέχασε μήπως, ότι Έλληνας αξιωματικός ήταν αυτός που έσωσε το Μακάριο, κατά την απόπειρα δολοφονίας του από έναν από τους πιο κοντινούς συνεργάτες του; Λησμόνησε μήπως ότι, επί σειρά ετών, οι Έλληνες αξιωματικοί υπέμειναν με καρτερία και υπομονή ανείπωτες προσβολές, εξευτελισμούς, ακόμα και αισχρότητες εκ μέρους των αριστερών στοιχείων, των οπαδών του Μακαρίου και άλλων παραστρατιωτικών υποχειρίων; Ίσως η μνήμη του κ. Ρωσσίδη να έχει εξασθενίσει και να χρειάζεται φρεσκάρισμα. Το θεωρώ μάταιο, όμως, να εντρυφήσω σε περαιτερω επεξηγήσεις γεγονότων που γνώριζαν καλά όλοι οι Κύπριοι, γεγονότων, που θα έκαναν τα κόκκαλα των Ελλήνων αξιωματικών να τρίζουν.
Από την άλλη πλευρά, ο υπαινιγμός, ότι μία χούφτα Ελλήνων αξιωματικών πέτυχαν μέσα σε λίγες ώρες να εξουδετερώσουν τον ισχυρό στρατιωτικό μηχανισμό του Μακαρίου και να καταστρέψουν την υποτιθέμενη ευρεία λαϊκή υποστήριξή του, δεν είναι καθόλου λογικός. Σε τελευταία ανάλυση, ο Μακάριος ήταν αυτός που επανειλημμένως καυχήθηκε ότι, κατά τη διάρκεια της θητείας του, η Ελλάδα άλλαξε δεκατρείς ολόκληρες κυβερνήσεις, και θα άλλαζε κι άλλες πολλές μέχρι το πέρας της θητείας του. Ο αντιπρόσωπος της Σοβιετικής Ένωσης είχε την απροσεξία να μιλήσει για “οφθαλμοφανή παρέμβαση ξένων δυνάμεων”. Αυτό μού υπενθύμισε μία παρόμοια φράση, εδώ και έξι χρόνια, του τότε Σοβιετικού αντιπροσώπου σ’αυτήν εδώ την αίθουσα, ο οποίος ισχυρίσθηκε, σχεδόν με τα ίδια λόγια, ότι η κυβέρνησή του είχε αδιάσειστες αποδείξεις εξωτερικής ανάμειξης στις εσωτερικές υποθέσεις της Τσεχοσλοβακίας. Και ένα τελευταίο, αλλά εξ ίσου σημαντικό: Ο φίλτατος και αγαπητός συνάδελφος κ. Ολτσάυ, πρεσβευτής της Τουρκίας, αναφέρθηκε, στην ομιλία του, σε μία δήθεν ελληνική επέμβαση. Μήπως θα έπρεπε να τού υπενθυμίσω κι εγώ τους τουρκικούς βομβαρδισμούς πολιτών, το 1964; Επίσης, ανέφερε την “παρουσία και παράνομη δραστηριότητα των ελληνικών δυνάμεων στην Κύπρο”. Ας μάς πει ειλικρινά, μπορεί να αφήσει το ακροατήριό του με την εντύπωση πως οι εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες, Τούρκων αξιωματικών που εκπαιδεύουν σήμερα τις τουρκοκυπριακές δυνάμεις και εξουδετερώνουν όλους τους πολιτικούς αντιπάλους του Ντενκτάς, όπως ο γνωστός δικηγόρος Βερβερόγλου, βρίσκονται στην Κύπρο για λόγους υγείας ή ενεργώντας νόμιμα; Προσωπικά, πάντως, μπορώ να τον διαβεβαιώσω, για άλλη μία φορά, ότι δεν υπάρχει καμία απειλή – είτε για το εθνικό καθεστώς της Κύπρου είτε για τα δικαιώματα που έχουν παραχωρηθεί στην τουρκική κοινότητα, – παρά μόνο στη φαντασία όσων προσπαθούν, με παράλογες κατηγορίες εναντίον των Ελλήνων αξιωματικών, να συγκαλύψουν τις μηχανορραφίες τους και τους πραγματικούς τους σκοπούς.
Όσο για τη σημερινή ομιλία του Μακαρίου, επιφυλάσσομαι, μέχρι να δοθεί η ευκαιρία στους νόμιμους εκπροσώπους της Κυπριακής Δημοκρατίας, που φθάνουν στη Νέα Υόρκη σήμερα το βράδυ, να εκφράσουν τις απόψεις τους.
Τώρα, ως προς την ουσία του προβλήματος που δημιουργεί η παρούσα κατάσταση στην Κύπρο, πιστεύω πως δεν πρέπει να ξεχνάμε ορισμένα γεγονότα, που εξηγούν τα πραγματικά αίτια της επαναστατικής πρωτοβουλίας των δυνάμεων της εθνοφρουράς. Στην πραγματικότητα, στα πρόσφατα γεγονότα της Κύπρου ταιριάζει το αγγλικό ρητό “οι παλαιές αμαρτίες πληρώνονται, έστω και αργά”. Την επομένη της ανεξαρτησίας της Κύπρου, ο Μακάριος άρχισε να προωθεί την προσωπολατρεία και την μεγαλομανία. Συνδυάζοντας τη νοοτροπία ενός Καίσαρα και ενός Πάπα, ταυτίσθηκε με την Κύπρο, σαν το Λουδοβίκο τον XIV, και με τον καιρό έγινε θύμα των ίδιων του των σφαλμάτων, φιλοδοξιών και ψευδαισθήσεων. Είναι γεγονός ότι η θητεία του διήρκεσε όσο 13 ελληνικές κυβερνήσεις, αλλά τελικά διήρκεσε παραπάνω απ’όσο ήταν χρήσιμος για την Κύπρο, και η μοίρα του ήταν παρόμοια με αυτή άλλων εξεχόντων πολιτικών ηγετών πρώην αποικιοκρατικών χωρών, όπως ο Νκρούμαχ, ο Μπεν Μπέλλα, ο Ομπότε και άλλοι.
Βρισκόταν σε διαρκή σύγκρουση με όλους τους Έλληνες πρωθυπουργούς, όχι μόνο με τη χούντα: Με τον Καραμανλή, το Βενιζέλο, που δεν θέλησε ποτέ να τού μιλήσει, με τον Παπανδρέου, τον Παρασκευόπουλο, τον Στεφανόπουλο και άλλους. Αγνοούσε συστηματικά και αλαζονικά τις σοφές συμβουλές και νουθεσίες του εθνικού κέντρου. Αψηφώντας με περιφρονητικό τρόπο τις γραπτές προειδοποιήσεις του πρώην υπουργού Εξωτερικών κ. Αβέρωφ, επέμενε να προτείνει τα 13 σημεία για την αναθεώρηση του Συντάγματος της Ζυρίχης, ανοίγοντας έτσι τους ασκούς του Αιόλου, πράγμα που οδήγησε στις τραγικές συγκρούσεις του Δεκεμβρίου του 1963 και στην de factο διχοτόμηση του νησιού με τη λεγόμενη πράσινη γραμμή. Αντιφατικός από χαρακτήρος, από τη μία υποστήριζε ολόψυχα την ανεξαρτησία και από την άλλη παραπλανούσε τον απλό κυπριακό λαό, διακηρύσσοντας την Ένωση κάθε φορά που χρειαζόταν τόνωση της φθίνουσας δημοτικότητάς του, θεωρώντας, ότι μπορούσε να κοροϊδέψει όλους σε οποιαδήποτε στιγμή. Αδίστακτος δημαγωγός και μεγάλος ηθοποιός, αριστοτέχνης στα θεαματικά πυροτεχνήματα, σαν κι αυτό που μόλις ακούσατε, αλλά πάντοτε παίζοντας ένα ρόλο με μοναδικό πρωταγωνιστή τον εαυτό του και περιτριγυρισμένος από ανδρείκελα και τσιράκια, απεχθανόταν τόσο την αντίδραση όσο και τον ανταγωνισμό. Μέχρι τα τέλη του Δεκεμβρίου του 1971 αρνείτο πεισματικά να αποδεχθεί τη φόρμουλα του Ου Θαντ για τις ενισχυμένες διακοινοτικές συνομιλίες, διακατεχόμενος από ψύχωση, ότι η Ελλάδα και η Τουρκία έχουν κάνει μυστική συμφωνία για να πουλήσουν την Κύπρο.
Το Φεβρουάριο του 1972, αγνόησε την τελευταία συμβουλή της Αθήνας για σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Εις απάντησιν, δημιούργησε και εξόπλισε τις δικές του παραστρατιωτικές μονάδες πραιτωριανών, που δεν ήσαν παρά μία συμμορία ζηλωτών των SS. Άρχισε να διώκει τους πολιτικούς αντιπάλους του και να χρησιμοποιεί συστηματικά τα βασανιστήρια για να αποσπάσει ομολογίες, όπως αποδεικνύει μία πρόσφατη έρευνα. Οι πολιτικοί αντίπαλοί του αποκλείσθηκαν από την πολιτική ζωή και από όλα τα δημόσια αξιώματα.
Διέπραξε αναρίθμητες πολιτικές δολοφονίες, συμπεριλαμβανομένης της σφαγής του υπ’αριθμ. 2 ανθρώπου του, του Γεωρκάτζη, αν όχι με τις ευλογίες του, τουλάχιστον με πλήρη αδιαφορία και απάθεια εκ μέρους του. Το συσσωρευόμενο μίσος κλιμακώθηκε με τα χρόνια, κι ακόμα και οι πιο στενοί του φίλοι απογοητεύθηκαν. Για να χρησιμοποιήσω τα τελευταία λόγια του Γεωρκάτζη πριν τη δολοφονία του, ο Μακάριος “πέταγε στα σκουπίδια τους φίλους του, σαν στιμμένες λεμονόκουπες”. Αξίζει επίσης να σημειωθεί, ότι ο άνθρωπος που τον ανέτρεψε, ο Νίκος Σαμψών, πρώην αγωνιστής της ΕΟΚΑ, συμπεριλαμβανόταν κάποτε μεταξύ των φίλων του. Η εψημερίδα του “Μάχη” επιχορηγείτο από τη Μονή Κύκκου, την πραγματική Τράπεζα Κύπρου, που ήλεγχε ο Μακάριος. Και ο Σαμψών, όπως και τόσοι άλλοι, με τον καιρό απογοητεύθηκε από τους μακιαβελλικούς χειρισμούς του Μακαρίου.
Είναι αλήθεια ότι ο Μακάριος, χάρις στην προσωπική του γοητεία, μαγνήτιζε το λαό, και κατάφερε να κρατήσει πλατιές λαϊκές μάζες κάτω από την επιρροή του. Είναι επίσης αλήθεια ότι ήταν χαρισματικός ηγέτης. Η τελική του πτώση, όμως, ήταν αναπόφευκτη, για τον απλούστατο λόγο ότι, όπως πολύ ορθά παρατήρησε ο Ρίτσαρντ Μόρρις, ιστορικός στο Πανεπιστημιο Κολούμπια, “Ίσως ο αιώνας μας έχει πλεόνασμα χαρισματικών ηγετών – σήμερα, όμως, οι λαοί τους θέλουν και τίμιους”.
Ομιλία Μακαρίου στο Σ. Ασφαλείας (19.7.1974)
Θα ήθελα πρώτα να εκφράσω τις θερμότερες ευχαριστίες μου προς τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, για το έντονο ενδιαφέρον τους ως προς την κρίσιμη κατάσταση που δημιουργήθηκε στην Κύπρο μετά το πραξικόπημα, που οργάνωσε το στρατιωτικό καθεστώς της Ελλάδας και που υλοποίησαν οι Έλληνες αξιωματικοί, που υπηρετούν και διοικούν την κυπριακή εθνοφρουρά. Είμαι ιδιαίτερα ευγνώμων στο Συμβούλιο Ασφαλείας για τη συμφωνία του να αναβάλει τη συνεδρίαση αυτή μέχρι την άφιξή μου, δίνοντάς μου έτσι την ευκαιρία να παρουσιασθώ ενώπιόν του και να αναφερθώ στα πρόσφατα δραματικά γεγονότα της Κύπρου. Τα όσα συμβαίνουν στην Κύπρο, από την περασμένη Δευτέρα το πρωί, είναι μία πραγματική τραγωδία. Το στρατιωτικό καθεστώς της Ελλάδας παραβίασε κατάφωρα την ανεξαρτησία της Κύπρου. Χωρίς ίχνος σεβασμού για τα δημοκρατικά δικαιώματα του κυπριακού λαού, χωρίς ίχνος σεβασμού για την ανεξαρτησία και την κυριαρχία της Δημοκρατίας της Κύπρου, η ελληνική χούντα επεξέτεινε τη δικτατορία στο κυπριακό έδαφος. Είναι γεγονός, ότι εδώ και λίγο καιρό η πρόθεσή τους είχε γίνει φανερή. Ο κυπριακός λαός είχε την αίσθηση, εδώ και πολύ καιρό, ότι ετοιμαζόταν πραξικόπημα από την ελληνική χούντα, και η αίσθηση αυτή έγινε ακόμα εντονότερη τις τελευταίες εβδομάδες, όταν η τρομοκρατική οργάνωση “ΕΟΚΑ Β”, υποκινούμενη από την Αθήνα, πολλαπλασίασε τις βιαιότητές της. Ανέκαθεν γνώριζα, ότι η παράνομη αυτή οργάνωση είχε τις ρίζες και τις πηγές ανεφοδιασμού της στην Αθήνα. Εδώ και καιρό αντιλήφθηκα, ότι οι Έλληνες, που υπηρετούσαν και διοικούσαν την εθνοφρουρά, στρατολογούσαν μέλη της οργάνωσης αυτής και την υποστήριζαν με διάφορους τρόπους, μέχρι που τη βοηθούσαν να έχει πρόσβαση στις αποθήκες πυρομαχικών της εθνοφρουράς. Στα στρατόπεδα της εθνοφρουράς, οι Έλληνες αξιωματικοί έκαναν ανοικτή προπαγάνδα υπέρ της παράνομης αυτής οργάνωσης, και μετέτρεψαν την εθνοφρουρά, από κρατικό όργανο, σε όργανο ανατροπής της εξουσίας. Κάθε φορά που, κατά καιρούς, παραπονέθηκα στην Αθήνα για την ανάρμοστη συμπεριφορά των Ελλήνων αξιωματικών της εθνοφρουράς, η απάντηση ήταν ότι, εάν παρουσίαζα ισχυρές αποδείξεις, οι ένοχοι θα ανακαλούντο στην Ελλάδα. Από την όλη στάση της μού δημουργήθηκε η ορθή εντύπωση, ότι η μόνιμη απάντησή της αποτελούσε προσποίηση αθωότητας. Εδώ και λίγες ημέρες έφθασαν έγγραφα στα χέρια της αστυνομίας, που αποδεικνύουν σαφέστατα, ότι η “ΕΟΚΑ Β” δεν ήταν παρά παράρτημα του καθεστώτος των Αθηνών.
Η κυβέρνηση των Αθηνών χορηγούσε οικονομική βοήθεια για τη συντήρηση της οργάνωσης, και τής έδινε λεπτομερείς οδηγίες για τις δραστηριότητές της. Θεώρησα αναγκαίο να στείλω μία επιστολή στον πρόεδρο της Ελλάδας, στρατηγό Γκιζίκη, ζητώντας του να δώσει εντολή για την κατάπαυση της βίας και της αιματοχυσίας και για τη διάλυση της “ΕΟΚΑ Β”. Επίσης, τού ζήτησα να ανακληθούν οι Έλληνες της κυπριακής εθνοφρουράς, προσθέτοντας ότι σκοπεύω να μειώσω την αριθμητική δύναμη του σώματος αυτού και να το μεταφέρω σε κρατικό όργανο. Είχα την εντύπωση, ότι το καθεστώς των Αθηνών δεν επιθυμούσε τη μείωση των μελών της εθνοφρουράς, ούτε, βέβαια, την απομάκρυνση των Ελλήνων αξιωματικών.
Ακολούθως, με επισκέφθηκε ο Έλληνας πρεσβευτής στην Κύπρο, κατόπιν εντολής της κυβερνήσεώς του, για να μού εξηγήσει, ότι η αριθμητική μείωση των μελών της εθνοφρουράς ή ηαποχώρηση των Ελλήνων αξιωματικών θα οδηγούσαν στην εξασθένιση της κυπριακής άμυνας, σε περίπτωση τουρκικού κινδύνου. Αυτό το επιχείρημα, παρόλο που φαινόταν λογικό, δεν ήταν καθόλου πειστικό, διότι γνώριζα, ότι πίσω από αυτό εκρύβοντο άλλα συμφέροντα. Απάντησα ότι, όπως έδειχναν να εξελίσσονται τα πράγματα, θεωρούσα τον τουρκικό κίνδυνο πιο ασήμαντο από τον ελληνικό. Και, όπως αποδείχθηκε, οι φόβοι μου ήσαν δικαιολογημένοι.
Το Σάββατο, 13 Ιουλίου, πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα συνάντηση υπό την προεδρία του στρατηγού Γκιζίκη, η οποία διήρκεσε πολλές ώρες. Παρόντες ήσαν ο Έλληνας διοικητής των ενόπλων δυνάμεων, ο πρεσβευτής της Ελλάδας στην Κύπρο, ο διοικητής της Εθνοφρουράς και άλλοι αξιωματούχοι. Σκοπός της συνάντησης αυτής ήταν να συζητηθεί το περιεχόμενο της επιστολής μου. Το σχετικό ανακοινωθέν, που εξεδόθη στο τέλος της συνάντησης, ανέφερε ότι η συνάντηση θα επαναληφθεί στις 15 Ιουλίου, ημέρα Δευτέρα. Αυτή η αναφορά ήταν παραπλανητική. Διότι, ενώ τη Δευτέρα περίμενα την απάντηση στην επιστολή μου, η απάντηση που ήρθε ήταν το πραξικόπημα.
Την ημέρα εκείνη επέστρεψα από την εξοχική μου κατοικία στο βουνό Τρόοδος, όπου βρισκόμουν το Σαββατοκύριακο, και στις 8:00 π.μ. έφθασα στο γραφείο μου, στο προεδρικό μέγαρο. Μισή ώρα αργότερα υποδέχθηκα στην αίθουσα δεξιώσεων μία ομάδα αγοριών και κοριτσιών, μελών της Ελληνικής Ορθόδοξης Νεολαίας Καίρου, που είχαν έρθει στην Κύπρο ως προσκεκλημένοι μου, για λίγες ημέρες. Καλά-καλά δεν πρόλαβα να τους καλωσορίσω, όταν ακούσθηκαν οι πρώτοι πυροβολισμοί. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα οι πυροβολισμοί πολλαπλασιάσθηκαν, και ένα μέλος της προεδρικής φρουράς με πληροφόρησε ότι τεθωρακισμένα άρματα και οχήματα είχαν περάσει την έξω πύλη και βρίσκοντο ήδη στο προαύλιο του προεδρικού μεγάρου, που εσείετο από τους βομβαρδισμούς. Σύντομα η κατάσταση έγινε κρίσιμη. Προσπάθησα να συνδεθώ τηλεφωνικά με το κτίριο της Κυπριακής Ραδιοφωνίας, για να στείλω ειδική ανακοίνωση ότι γινόταν επίθεση στο προεδρικό μέγαρο, αλλά αντιλήφθηκα ότι οι τηλεφωνικές γραμμές είχαν διακοπεί. Οι πυροβολισμοί αυξάνοντο συνεχώς. Νομίζω, ότι σώθηκα ως εκ θαύματος της θείας πρόνοιας. Όταν πλέον βρέθηκα στην περιοχή της Πάφου, απέστειλα ραδιοφωνικό μήνυμα στο λαό από έναν τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό, πληροφορώντας τον ότι είμαι ζωντανός και ότι θα αγωνισθώ μαζί του ενάντια στη δικτατορία, που προσπαθεί να επιβάλει το ελληνικό καθεστώς.
Δεν σκοπεύω να απασχολήσω περισσότερο τα αξιότιμα μέλη του Συμβουλίου με την προσωπική μου περιπέτεια. Απλώς θα ήθελα να προσθέσω, ότι τη δεύτερη ημέρα της ένοπλης επίθεσης τα τεθωρακισμένα κατευθύνθηκαν προς την Πάφο, ενώ ταυτόχρονα ένα μικρό πολεμικό πλοίο της εθνοφρουράς άρχισε να βομβαρδίζει τη μητρόπολη της Πάφου, όπου έμενα. Υπ’αυτές τις συνθήκες, θεώρησα φρονιμότερο να εγκαταλείψω την Κύπρο, παρά να πέσω στα χέρια της ελληνικής χούντας.
Είμαι ευγνώμων στη βρεττανική κυβέρνηση, που μού χορήγησε ελικόπτερο, το οποίο με μετέφερε από την Πάφο στις βρεττανικές βάσεις, και αεροπλάνο από τις βάσεις στο Λονδίνο, μέσω Μάλτας. Είμαι επίσης ευγνώμων στον ειδικό αντιπρόσωπο του Γενικού Γραμματέα και στο διοικητή των ειδικών ειρηνευτικών δυνάμεων του Ο.Η.Ε. στην Κύπρο, για το ενδιαφέρον που έδειξαν για την ασφάλειά μου. Η παρουσία μου στην αίθουσα αυτή κατέστη δυνατή χάρις στη βοήθεια της βρεττανικής κυβέρνησης και των εκπροσώπων του Γενικού Γραμματέα, δρος Βαλντχάιμ. Το ενδιαφέρον τους για το άτομό μου, και για την κρίσιμη κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Κύπρος, με συγκινεί ως τα μύχια της ψυχής μου.
Δεν γνωρίζω ακόμα όλες τις λεπτομέρειες της κρίσης, που δημιούργησε η ελληνική στρατιωτική κυβέρνηση στην Κύπρο. Φοβούμαι, ότι ο αριθμός των νεκρών είναι μεγάλος και οι υλικές φθορές ανυπολόγιστες. Ωστόσο, πρωταρχικό μας μέλημα, τη στιγμή αυτή, είναι να δοθεί ένα τέλος στην τραγωδία.
Όταν έφθασα στο Λονδίνο, πληροφορήθηκα το περιεχόμενο της ομιλίας του εκπροσώπου της ελληνικής χούντας στα Ηνωμένα Έθνη. Εξεπλάγην, με τον τρόπο που προσπαθούν να εξαπατήσουν την παγκόσμια κοινή γνώμη. Χωρίς καν να κοκκινίζει από ντροπή, η ελληνική χούντα προσπαθεί να απλοποιήσει την κατάσταση, ισχυριζόμενη ότι δεν έχει ανάμειξη στην ένοπλη επίθεση και ότι οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών αποτελούν ενδοκοινοτική υπόθεση των Ελληνοκυπρίων. Δεν νομίζω ότι υπάρχουν άνθρωποι, που πιστεύουν τους ισχυρισμούς αυτούς. Το πραξικόπημα δεν έγινε υπό συνθήκες τέτοιες, που να το καθιστούν εσωτερικό ελληνοκυπριακό ζήτημα. Πρόκειται σαφώς για εισβολή εκ των έξω, μαζί με κατάφωρη παραβίαση της ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας της Δημοκρατίας της Κύπρου. Το λεγόμενο πραξικόπημα είναι δημιούργημα των Ελλήνων αξιωματικών, που αποτελούν και διοικούν την εθνοφρουρά. Πρέπει, επίσης, να τονίσω το ότι η ελληνική δύναμη, που αποτελείται από 950 αξιωματικούς και στρατιώτες, οι οποίοι βρίσκονται στην Κύπρο δυνάμει της Συνθήκης Συμμαχίας, διεδραμάτισε πρωταρχικό ρόλο στην επιθετική αυτή υπόθεση κατά της Κύπρου. Η κατάληψη του αεροδρομίου έγινε από αξιωματικούς και στρατιώτες της ελληνικής δύναμης, που έχει το στρατόπεδό της κοντά στο αεροδρόμιο. Αρκεί να πούμε στο σημείο αυτό, πως ορισμένες φωτογραφίες, που δημοσίευσε ο παγκόσμιος τύπος, έδειχναν τεθωρακισμένα που ανήκουν στην ελληνική δύναμη. Από την άλλη πλευρά, Έλληνες αξιωματικοί, που υπηρετούσαν στην εθνοφρουρά, διηύθυναν τις επιχειρήσεις. Στις επιχειρήσεις αυτές στρατολογούσαν μέλη της τρομοκρατικής οργάνωσης “ΕΟΚΑ Β”, τα οποία εξόπλιζαν με όπλα της εθνοφρουράς.
Εάν δεχθούμε πως δεν είχαν ανάμειξη οι Έλληνες αξιωματικοί της εθνοφρουράς, τότε πώς εξηγείται το γεγονός ότι μεταξύ των νεκρών υπήρχαν και Έλληνες αξιωματικοί, που η σορός τους μεταφέρθηκε και κηδεύθηκε στην Ελλάδα; Εάν δεχθούμε πως το πραξικόπημα δεν έγινε από Έλληνες αξιωματικούς, πώς εξηγούνται οι νυκτερινές πτήσεις των ελληνικών αεροσκαφών, που μετέφεραν στην Κύπρο προσωπικό με πολιτικά και επέστρεφαν με νεκρούς και πληγωμένους; Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι το πραξικόπημα οργανώθηκε από την ελληνική χούντα και εκτελέστηκε από αξιωματικούς και στρατιώτες της ελληνικής δύναμης στην Κύπρο. Άλλωστε, όλος ο παγκόσμιος τύπος περιέγραψε το πραξικόπημα ακριβώς έτσι.
Το πραξικόπημα προκάλεσε μεγάλη αιματοχυσία και αφαίρεσε τη ζωή πολλών ανθρώπων. Αντιμετωπίσθηκε με την αποφασιστική αντίσταση των νομίμων δυνάμεων ασφαλείας και του ελληνοκυπριακού λαού. Μπορώ να πω με βεβαιότητα, ότι η αντίσταση και η αντίδραση του ελληνοκυπριακού λαού ενάντια στους συνωμότες θα συνεχισθεί, μέχρι να αποκατασταθούν η ελευθερία και τα δημοκρατικά δικαιώματα. Ο κυπριακός λαός ποτέ δεν θα υποκύψει στη δικτατορία, ακόμα κι αν, προς το παρόν, υπερισχύει η βάρβαρη βία των τεθωρακισμένων.
Μετά το πραξικόπημα, οι πράκτορες του ελληνικού καθεστώτος στην Κύπρο διόρισαν πρόεδρο έναν πασίγνωστο κακοποιό, το Νίκο Σαμψών, ο οποίος, με τη σειρά του, διόρισε υπουργούς γνωστά κακοποιά στοιχεία και οπαδούς της τρομοκρατικής οργάνωσης “ΕΟΚΑ Β”.
Μπορεί να ισχυρίζονται μερικοί ότι όσα συνέβησαν στην Κύπρο αποτελούν επανάσταση, και ότι η νέα κυβέρνηση σχηματίστηκε με βάση τον επαναστατικό νόμο. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Δεν υπήρξε επανάσταση στην Κύπρο, που θα μπορούσε να θεωρηθεί εσωτερική υπόθεση. Υπήρξε εισβολή, που παραβίασε την ανεξαρτησία και την κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και η εισβολή συνεχίζεται, και θα συνεχίζεται όσο θα υπάρχουν Έληνες αξιωματικοί στην Κύπρο. Οι συνέπειες της εισβολής αυτής θα είναι καταλυτικές για την Κύπρο, εάν δεν επανέλθουμε στη συνταγματική ομαλότητα και εάν δεν αποκατασταθούν οι δημοκρατικές ελευθερίες.
Με σκοπό τον αποπροσανατολισμό της παγκόσμιας κοινής γνώμης, το στρατιωτικό καθεστώς της Ελλάδας ανακοίνωσε χθες τη βαθμιαία αντικατάσταση των Ελλήνων αξιωματικών της εθνοφρουράς. Το θέμα, όμως, δεν είναι η αντικατάστασή τους, αλλά η αποχώρησή τους. Η κίνηση αντικατάστασής τους σημαίνει παραδοχή, ότι οι Έλληνες αξιωματικοί, που υπηρετούν τώρα στην εθνοφρουρά, είναι οι ίδιοι με ‘κείνους που έκαναν το πραξικόπημα. Όμως οι αξιωματικοί αυτοί δεν ενήργησαν με δική τους πρωτοβουλία, αλλά κατόπιν εντολής των Αθηνών, και η αντικατάστασή τους θα γίνει πάλι με εντολή της ελληνικής κυβέρνησης. Κατ’αυτόν τον τρόπο, η εθνοφρουρά θα παραμείνει για πάντα όργανο του ελληνικού στρατιωτικού καθεστώτος. Είμαι βέβαιος, ότι τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας αντιλαμβάνονται το τέχνασμα αυτό.
Μπορεί να λεχθεί, πως η κυπριακή κυβέρνηση ήταν αυτή που ζήτησε από τους Έλληνες αξιωματικούς να επανδρώσουν την εθνοφρουρά. Μετά λύπης μου ομολογώ, ότι ήταν λάθος μου να τους εμπιστευθώ τόσο πολύ, διότι έκαναν κατάχρηση της εμπιστοσύνης μου αυτής και, αντί να βοηθήσουν στην προάσπιση της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Κύπρου, έγιναν οι ίδιοι εισβολείς.
Επί μακρό χρονικό διάστημα διεξήχθησαν συνομιλίες μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, με σκοπό την εξεύρεση ειρηνικής λύσης για το Κυπριακό, πράγμα που επανειλημμένως έχει απασχολήσει το Συμβούλιο Ασφαλείας και την ολομέλεια των Ηνωμένων Εθνών. Ο αντιπρόσωπος του Γενικού Γραμματέα και δύο συνταγματολόγοι από την Ελλάδα και την Τουρκία παρακολούθησαν τις συνομιλίες αυτές. Το Συμβούλιο Ασφαλείας δύο φορές το χρόνο ανανέωσε τη θητεία της ειρηνευτικής δύναμης του Ο.Η.Ε. στην Κύπρο, εκφράζοντας κάθε φορά την ελπίδα του για τη σύντομη εξεύρεση λύσεως του προβλήματος. Δεν μπορούμε να πούμε, ότι μέχρι σήμερα σημειώθηκε ικανοποιητική πρόοδος στις συνομιλίες. Πώς μπορούσε, όμως, να υπάρξει πρόοδος, όταν η πολιτική της Αθήνας για την Κύπρο ήταν διπρόσωπη; Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν συμφωνήσει, πως οι συνομιλίες διεξήγοντο με βάση την ανεξαρτησία. Το καθεστώς των Αθηνών συμφώνησε σ’αυτό, και επανειλημμένα ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών δήλωσε, ότι η θέση της Ελλάδας στο ζήτημα είναι σαφής.
Αν αυτό ήταν αλήθεια, γιατί τότε το στρατιωτικό καθεστώς της Ελλάδας δημιούργησε και υποστήριξε την τρομοκρατική οργάνωση “ΕΟΚΑ Β”, που είχε στόχο την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα και της οποίας τα μέλη αυτοαποκαλούντο “ενωτικοί”; Στα στρατόπεδα της εθνοφρουράς, οι Έλληνες αξιωματικοί με κατηγορούσαν συνεχώς πως, ενώ η Ένωση ήταν δυνατή, εγώ υπονόμευα την πραγματοποίησή της. Έταν κάποιος τούς υπενθύμιζε πως η Ελλάδα είχε ξεκαθαρίσει τη θέση της πάνω σ’αυτό το θέμα, και ότι υποστήριζε την ανεξαρτησία, η απάντησή τους ήταν ότι δεν πρέπει να δίνει κανείς σημασία στα λόγια των διπλωματικών. Υπό τοιαύτας συνθήκας, πώς μπορούσαν οι συνομιλίες να φθάσουν σε θετικό αποτέλεσμα; Η διπρόσωπη πολιτική του ελληνικού καθεστώτος ήταν ένα από τα σημαντικότερα εμπόδια στην πρόοδο των συνομιλιών.
Υπό τις παρούσες συνθήκες, που επικρατούν στην Κύπρο, δεν δύναμαι να προβλέψω το μέλλον των συνομιλιών. Θα έλεγα, μάλλον, πως δεν υπάρχει μέλλον. Οποιαδήποτε συμφωνία που θα μπορούσε να επιτευχθεί δεν θα ήταν έγκυρη, διότι δεν υπάρχει εκλεγμένη ηγεσία για να χειρισθεί το θέμα. Το πραξικόπημα του στρατιωτικού καθεστώτος της Ελλάδας αποτελεί ανάσχεση της πορείας των συνομιλιών προς μία λύση. Επίσης, θα δημιουργήσει μία μόνιμη πηγή ανωμαλίας στην Κύπρο, οι συνέπειες της οποίας θα είναι βαθύτατες και μακρόχρονες, εάν επιτραπεί η κατάσταση αυτή να συνεχισθεί έστω και για βραχύχρονικό διάστημα.
Καλώ τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε να τεθεί ένα τέλος στην αφύσικη αυτή κατάσταση, που δημιουργήθηκε με το πραξικόπημα των Αθηνών. Καλώ το Συμβούλιο Ασφαλείας να κάνει χρήση όλων των τρόπων και μέσων που διαθέτει, ώστε να αποκατασταθούν χωρίς καθυστέρηση η συνταγματική τάξη και τα δημοκρατικά δικαιώματα του λαού της Κύπρου.
Όπως ανέφερα ήδη, τα γεγονότα της Κύπρου δεν αποτελούν εσωτερική υπόθεση των Ελληνοκυπρίων. Αφορούν και επηρεάζουν και τους Τουρκοκυπρίους. Το πραξικόπημα της ελληνικής χούντας αποτελεί εισβολή, και οι συνέπειές του πλήττουν ολόκληρο τον κυπριακό λαό, Έλληνες και Τούρκους.
Τα Ηνωμένα Έθνη έχουν εγκαταστήσει μία ειρηνευτική δύναμη στην Κύπρο. Η παρουσία της δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική υπό συνθήκες πραξικοπήματος. Το Συμβούλιο Ασφαλείας πρέπει να καλέσει το ελληνικό στρατιωτικό καθεστώς να αποσύρει τους Έλληνες αξιωματικούς, που υπηρετούν στην κυπριακή εθνοφρουρά, και να θέσει τέλος στην εισβολή τους στην Κύπρο.
Πιστεύω, με όσα στοιχεία παρέθεσα ενώπιόν σας, να σάς έδωσα μία ολοκληρωμένη εικόνα της κατάστασης. Δεν έχω ουδεμία αμφιβολία, πως μία αρμόζουσα απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας θα θέσει τέλος στην εισβολή, και θα αποκαταστήσει την παραβιασμένη ανεξαρτησία της Κύπρου και τα δημοκρατικά δικαιώματα του κυπριακού λαού.
ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΝΙΚΟΥ ΣΑΜΨΩΝ Ο Νίκος Σαμψών ήταν κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής (Αττίλας 1) ο πρόεδρος της Κύπρου. Στις 8 Αυγούστου 1999 έδωσε συνέντευξη στην αθηναϊκή εφημερίδα “Ελεύθερος Τύπος”. Η συνέντευξη αναδημοσιεύεται ασχολίαστη και τα συμπεράσματα για τους υπευθύνους της ήττας στον Κυπριακό πόλεμο του 1974 είναι προφανή. Ελεύθερος Τύπος: κ. Σαμψών από ποιούς σας έγινε η πρόταση για την προεδρία μετά το πραξικόπημα;
Σαμψών: Από τους επικεφαλής του πραξικοπήματος Γεωργίτση και Κομπόκη και τους συν αυτοίς. Εγώ μέχρι τότε ήμουν βουλευτής. Τα προηγούμενα χρόνια ήμουν μέλος της ΕΟΚΑ και υπεύθυνος στην πόλη της Λευκωσίας και των περιχώρων. Είχα συμμετάσχει, και το λέω με υπερηφάνεια, στο 60% της δράσης όλης της ΕΟΚΑ. Εμείς κάναμε το αντάρτικο πόλεων το οποίο το μιμήθηκαν κι άλλοι λαοί που έκαναν απελευθερωτικούς αγώνες.
Ελεύθερος Τύπος
: Υπό τις διαταγές του Γρίβα Διγενή…
Σαμψών
: Ναι, αλλά είχα το ελεύθερο δράσεως ώστε να δίνω αναφορά μετά τις ενέργειες.
Ελεύθερος Τύπος
: Είχατε καταδικαστεί δις εις θάνατον από τις βρετανικές δυνάμεις…
Σαμψών
: Ναι, αφού πέρασα βασανιστήρια στα οποία δεν είχε υποβληθεί κανένας Κύπριος όσο εγώ. Μου έβγαλαν δόντια και νύχια… Φυλακίστηκα στις κεντρικές φυλακές της Κύπρου, μετά με μετέφεραν στην Αγγλία στις φυλακές του Wormscraps στο Λονδίνο. Εκεί ήρθα σε επαφή με τον Ιρλανδικό Δημοκρατικό Στρατό (IRA) για απόδραση, αλλά το αντιλήφθηκαν οι ΄Αγγλοι και εμάς τους πρωτεργάτες της απόδρασης μας μετέφεραν ξημερώματα στις φυλακές υψίστης ασφαλείας Wakefield στο Yorkshire που χτίστηκαν το 1404 και δεν είχε αποδράσει ποτέ άνθρωπος. Είχαν ναρκοπέδια, κλπ. Εκεί γνώρισα τον αγωνιστή του IRA, τον Simus Murphy, που είχε καταδικαστεί 5 φορές σε ισόβια δεσμά από το 1951. Η συνάντηση μας έγινε το 1958. Αποφασίσαμε να αποδράσουμε μαζί και σε ένα χρόνο το πραγματοποιήσαμε! Η απόδραση μας έγινε πρωτοσέλιδο με τεράστια γράμματα στις αγγλικές εφημερίδες.
Ελεύθερος Τύπος
: Να επιστρέψουμε στην κατηγορία με την οποία καταδικαστήκατε στην Κύπρο…
Σαμψών: Ήθελαν ένα εξιλαστήριο θύμα. Η κατηγορία ήταν ότι συνεργάστηκα μετά την επικράτηση του πραξικοπήματος. Εγώ όμως έβαλα όρους για να συνεργαστώ. Ένας όρος ήταν να μην διαλυθεί η Βουλή και δεν διαλύθηκε γιατί έγιναν αποδεκτοί οι όροι. Δεύτερον, να μην διαλυθούν τα πολιτικά κόμματα. Τρίτον, να μην συλληφθούν πολιτικοί άνδρες. Και ήταν ένα πραξικόπημα όπου δεν συνελήφθησαν πολιτικοί άνδρες…

Ελεύθερος Τύπος
: Φαίνεται ότι υπερασπίζεστε το πραξικόπημα. Σε ποιούς επιβάλλατε τους όρους;
Σαμψών
: Στον Γεωργίτση. Και αυτός τα διαβίβασε στην Αθήνα και έγιναν αποδεκτά. Γιατί δεν έβρισκαν τους ανθρώπους που είχαν προτείνει…
Ελεύθερος Τύπος
: Νομιμοποιήσατε όμως το πραξικόπημα κατά του νόμιμα εκλεγμένου προέδρου της χώρας… Αυτό δεν είναι προδοσία;
Σαμψών
: Όχι! Δεν είμαι προδότης. Ο Σαμψών έμαθε να μην προδίδει ποτέ του… Και ο Σαμψών αν πήγε φυλακή από τον Μακάριο το 1976, δύο χρόνια μετά, είναι γιατί δεν δέχθηκε να προδώσει τους 15.000 που του έστειλαν τα τηλεγραφήματα συμπαραστάσεως. Ήθελε να εκδικηθεί τους ανθρώπους αυτούς που ήταν δικοί του και συνεχάρησαν το νέο καθεστώς. Στην Οριάνα Φαλάτσι είχε πει: “αν ο Σαμψών έμενε στην εξουσία μια εβδομάδα ακόμη ως και η αδελφή μου η Μαρία θα του έστελνε τηλεγράφημα…” Ο Μακάριος κάποτε ήθελε να γίνει αντιβασιλέας της Ελλάδας. Και όταν τον ρώτησα ξαφνιασμένος μου απάντησε: “εδώ έγινε αντιβασιλέας ο Δαμασκηνός και δεν θα γίνω εγώ;” Μου έστειλε ανθρώπους του μέσα στην φυλακή και μου έλεγε ότι δεν κοιμάται που με έχει άδικα μέσα και ήθελε να του δώσω αυτά τα τηλεγραφήματα για να δει ποιοι δικοί του δεν στάθηκαν πλάι του. Έτσι η κατηγορία ήταν ότι δέχθηκα παρανόμως τη θέση του προέδρου μετά την επικράτηση του πραξικοπήματος και δια του τρόπου αυτού συνεργάστηκα με τους πραξικοπηματίες. Η κατηγορία ανέφερε ότι ο Σαμψών ουδεμία σχέση είχε ούτε στην οργάνωση, ούτε στην σύλληψη του σχεδίου. Καταδικάστηκα 20 χρόνια όσο προέβλεπε ο νόμος και συνολικά έμεινα μέσα 5 χρόνια…
Ελεύθερος Τύπος: Εσείς ζητούσατε να διωχθεί ο Μακάριος;

Σαμψών:
Πώς; Εγώ ζητούσα συνεργασία Μακαρίου-Γρίβα για να σωθεί ο τόπος…
Ελεύθερος Τύπος
: Ακούγεται απίστευτο να λέει ο Σαμψών ότι ήταν και κατά των πραξικοπηματιών που οι ίδιοι τον τοποθέτησαν στον προεδρικό θώκο…
Σαμψών: Τότε γινόταν εμφύλιος σπαραγμός στην Κύπρο.

Ελεύθερος Τύπος
: Μα πώς αποδεχθήκατε την πρόταση που σας έκαναν οι πραξικοπηματίες κατά του νόμιμα εκλεγμένου προέδρου της χώρας; Πώς τους “νομιμοποιήσατε” με αυτή την αποδοχή;
Σαμψών: Ανακοίνωσαν ότι ο Μακάριος ήταν νεκρός! Εγώ επείσθηκα ότι ήταν νεκρός.

Ελεύθερος Τύπος
: Είχατε όμως πληροφόρηση σε ολόκληρο το νησί για το τι πραγματικά συνέβαινε. Μπορούσατε να μάθετε αμέσως ότι ο Μακάριος ήταν ζωντανός στην Πάφο.
Σαμψών:
Πρώτα-πρώτα ήσαν κομμένα τα τηλέφωνα…
Ελεύθερος Τύπος:: Ποιοι πρόδωσαν και φέρουν βαρύτατες ευθύνες για το πραξικόπημα και την εισβολή;
Σαμψών: Το πραξικόπημα έγινε για να ρίξουν τη χούντα.

Ελεύθερος Τύπος
: Πώς; Μέχρι τώρα γνωρίζαμε ότι η χούντα οργάνωσε το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου. Σαμψών: Το πέτυχαν σε 3 ημέρες. Το πραξικόπημα το έκαναν ο Αραπάκης, ο Μπονάνος, ο Ντάβος, ο Παπανικολάου, ο Γαλατσάνος για να ρίξουν τη χούντα του Ιωαννίδη και να επαναφέρουν τη δημοκρατία στην Ελλάδα με εντολή των Αμερικανών και εν συνεννοήσει με τον Καραμανλή και το Μακάριο…
Ελεύθερος Τύπος
: Αυτό είναι το σενάριο με την εκδοχή Σαμψών…
Σαμψών: Να ανοίξει ο φάκελος της Κύπρου! Βγαίνουν στις επετείους και δε λένε λέξη για το άνοιγμα του φακέλου της Κύπρου…
Ελεύθερος Τύπος: Όχι, όλοι το υποστηρίζουν και επιμένουν γι’ αυτό…
Σαμψών: Αλλά δεν το κάνουν.

Ελεύθερος Τύπος
: Ο στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης στην πολύκροτη συνέντευξη που είχε δώσει στην εφημερίδα μας σπάζοντας τη σιωπή του, είχε υποστηρίξει ότι Μπονάνος, Αραπάκης ευθύνονται για την προδοσία γιατί αυτοί ανακάλεσαν τις στρατιωτικές δυνάμεις, οι οποίες επέστρεψαν στην Ελλάδα.
Σαμψών
: Είχε πει ότι ο Αραπάκης κάλεσε τα 2 υποβρύχια που βρίσκονταν ήδη στην Πάφο και είχαν στα σκόπευτρά τους τον Τουρκικό αποβατικό στόλο να επιστρέψουν στην Ελλάδα γιατί δήθεν γινόταν εισβολή Τουρκικών δυνάμεων στη Ρόδο. Και είδαν με τα περισκόπιά τους τουρίστες στις παραλίες.
Ελεύθερος Τύπος
: Είχατε δηλώσει πως κάθε υποβρύχιο έφερε 18 τηλεκατευθυνόμενες τορπίλες και ότι τα τουρκικά αποβατικά ήταν 38.
Σαμψών: Ακριβώς. Λάβετε υπόψη ότι τα Φάντομ τα ελληνικά, γιατί η Τουρκία δεν είχε Φάντομ, είχαν ξεκινήσει για να ισοπεδώσουν την περιοχή των 500 μέτρων εισβολής. Προδότες ήταν οι Μπονάνος, Αραπάκης και Ντάβος.

Ελεύθερος Τύπος
: Το κλιμάκιο της CIA είχε προειδοποιήσει τον Ιωαννίδη ότι η Τουρκία θα εκμεταλλευόταν το πραξικόπημα και θα εισέβαλε στην Κύπρο. Τότε ο Ιωαννίδης αντέδρασε έντονα, όπως αναφέρεται στα απόρρητα τηλεγραφήματα, και κλώτσησε το τραπέζι που βρισκόταν μπροστά του, χύνοντας τους καφέδες που έπιναν, δηλώνοντας πως “αν η Τουρκία εισβάλλει, εκείνος θα έφτανε μέχρι την Κωνσταντινούπολη”.
Σαμψών: Τότε η 12η μεραρχία του Γ’ Σώματος Στρατού με επικεφαλής το στρατηγό Παύλο Παπαδάκη προέλασε μέσα στο τουρκικό έδαφος σε βάθος 75 χιλιομέτρων και οι ιχνηλάτες του βρίσκονταν 135 χιλιόμετρα από την Κωνσταντινούπολη και δεν βρήκαν τουρκικό στρατό.
Ελεύθερος Τύπος: Ποιος είχε διατάξει τη διείσδυση εντός τουρκικού εδάφους;
Σαμψών: Ήταν δουλειές του Ιωαννίδη. Στις 20 Ιουλίου ο Ντάβος πήγε να επιθεωρήσει τα προελαύνοντα ελληνικά στρατεύματα εντός των τουρκικών εδαφών, έβαλε τον Παπαδάκη μέσα στο αυτοκίνητο και του τοποθέτησε το πιστόλι του στον κρόταφο λέγοντας του: “ο εχθρός δεν είναι στην Κωνσταντινούπολη, είναι στην Αθήνα”. Και διατάχθηκαν τα στρατεύματα να γυρίσουν πίσω!
Ελεύθερος Τύπος: Ας επανέλθουμε στους άλλους πρωταγωνιστές. Στον τότε αρχηγό ΓΕΝ, Πέτρο Αραπάκη.

Σαμψών
: Είχε ολοκληρωθεί η προδοσία με τη διαταγή του Αραπάκη να επιστρέψουν τα υποβρύχια, τα αεροπλάνα να προσγειωθούν στο αεροδρόμιο των Χανίων και να διαλυθούν τα τάγματα στην Κύπρο. Η συμφωνία καταπαύσεως του πυρός έγινε μεταξύ Αραπάκη και Sisko. Εκείνη την ώρα που ο κ. Αραπάκης υπέγραφε την κατάπαυση του πυρός, εμείς στην Κύπρο παίρναμε τα σήματα του Ντενκτάς που ζητούσε ελικόπτερο να τον μεταφέρει στην Τουρκία διότι η Κύπρος έπεφτε στα χέρια των Ελλήνων. Παίρναμε και τα σήματα του αρχηγού του τουρκικού αποβατικού στόλου ότι δεν μπορούσαν να κρατηθούν στην ακτή των 500 μέτρων που τους περιορίσαμε. Τότε ο Γκιζίκης μου τηλεφώνησε να ετοιμάσω το διάγγελμα της Ένωσης με την Ελλάδα όταν τα Φάντομ σηκώθηκαν για να ισοπεδώσουν την περιοχή των 500 μέτρων. Αλλά μετά γύρισαν πίσω με εντολή Αραπάκη (ΓΕΝ) και Παπανικολάου (ΓΕΑ) και επέστρεψαν στα Χανιά. Τότε που ήμουν πρόεδρος καταβάλαμε μεγάλη αντίσταση κατά των εισβολέων Τούρκων που έχασαν 26 αεροπλάνα μαχητικά, παραδέχθησαν 19, ενώ στο δεύτερο μέρος της εισβολής έχασαν μόνο 3 αεροπλάνα. Ελευθερώσαμε θύλακες όπως Λεύκα, Μαργί, Κοφινού, Μούτουλλας, τουρκική συνοικία Λάρνακας, Ζαχάρια Αμμοχώστου, όλα τα μικτά χωριά, Κιόνελι, ΄Ασπρη Μούτη. Ήμουν στη Μαλούντα με το στρατό ως πρόεδρος της δημοκρατίας και καταλάβαμε τις περιοχές. Καταλάβαμε επί ημερών μου τη βάση των Τούρκων Κιόνελι 2 φορές με την ΕΛΔΥΚ και Κύπριους μαχητές και έρχονταν διαταγές από τον προδότη Μπονάνο απευθείας στον διοικητή της ΕΛΔΥΚ να επιστρέψουν πίσω όλοι στη βάση εξορμήσεως…
Ελεύθερος Τύπος: Μίλησες με τον τότε αρχηγό ΓΕΕΘΑ Μπονάνο;

Σαμψών
: Τον έβρισα με τις χυδαιότερες των εκφράσεων στο τηλέφωνο όταν και γινόταν η εισβολή των Τούρκων και δοκίμασε να μου πει ότι έβγαλα τα κανόνια έξω και έβαλλαν στον αέρα για να εμπλέξω την Τουρκία και την Ελλάδα… Και μου έλεγε ότι γινόταν άσκηση των Τούρκων. Και ο Γεωργίτσης επικεφαλής του πραξικοπήματος μου είπε πως “δεν επείθεται ο αρχηγός πως γίνεται εισβολή”. Και τότε πήρα το τηλέφωνο, το έβγαλα στο παράθυρο και του λέω “ακούς τους βομβαρδισμούς;” Και μου απαντά για τα κανόνια, οπότε του απαντώ με το χυδαίο υβρεολόγιο. Έβρισα και τον Γκιζίκη, αλλά αυτός τα είχε χαμένα. Όταν σας έδωσε συνέντευξη, μίλησε για πρώτη φορά για τις ευθύνες του. Μετά οι της χούντας των Αθνών δεν έβγαιναν στο τηλέφωνο. Ο εξ απορρήτων του Ιωαννίδη αξιωματικός Μιχ.Πηλιχός μου είπε ότι αν θέλω να παραμείνω πρόεδρος να δεχθώ να προελάσουν οι Τούρκοι και να ενώσουν το προγεφύρωμα με το θύλακα Β.Λευκωσίας κι εγώ είπα πως είναι απαράδεκτο, δεν δέχομαι να κάνουν βήμα οι Τούρκοι.
Ελεύθερος Τύπος: Με τίνος εντολή;
Σαμψών: Μου έλεγαν “Εθνικού Κέντρου”, δηλαδή της χούντας. Των προδοτών Μπονάνου, Αραπάκη, κλπ. Τους έβρισα. Τους είπα “Γ… τις συμφωνίες σας!” Μου απάντησε ο Πηλιχός πως κινδυνεύει η ζωή μου. Του είπα “ξέρω πως έχετε εδώ στην Κύπρο 5 ανθρώπους και δεν έχω σε τίποτα να τους συλλάβω και να τους εκτελέσω άνευ δίκης και μην απειλείς έναν άνθρωπο που καταδικάστηκε δις εις θάνατον από τους ΄Αγγλους και δεν φοβήθηκε και θα φοβηθεί δολοφονία από εσάς”. Και τότε μου είπε και με έριξε ότι “από το Εθνικό Κέντρο δεν θα έρθει φυσίγγιο αφού αρνείσαι”. Και γνωρίζοντας ότι είχαμε φυσίγγια πολέμου μισής ημέρας, είπα “παραιτούμαι” για δεν μπορούσα να οδηγήσω την Κύπρο στη σφαγή εν γνώσει μου μην έχοντας βοήθεια από την Ελλάδα. Μου είπε ο Πηλιχός να παραδώσω την εξουσία στον Κληρίδη. Και παρέδωσα.

Ελεύθερος Τύπος
: Ο Γκιζίκης αποκάλυψε σε συνέντευξη στον “Ελεύθερο Τύπο” τα τεχνάσματα της CIA προς τον πανίσχυρο δικτάτορα Ιωαννίδη…
Σαμψών
: Τον ξεγέλασαν τον Ιωαννίδη, Ήταν αφελέστατος.
Ελεύθερος Τύπος
: Το πιο συγκλονιστικό απ’ όλα είναι αυτό που μας είχε αποκαλύψει ο Γκιζίκης, ότι δηλαδή ο Γεωργίτσης είχε εντολή να μην ενεργήσει ακόμα κι αν είχαν κάνει απόβαση οι Τούρκοι στην Κύπρο…
Σαμψών: Αυτό προσπάθησε να κάνει ο Μπονάνος και τους το ανέτρεψα μαζί με τον Κομπόκη και τους άλλους που έφεραν αντίσταση κατά των Τούρκων και τους περιορίσαμε στα 500 μέτρα. Και υπάκουσαν εμένα. Ο Γεωργίτσης δέχθηκε και κάναμε κρυφά από την Ελλάδα μερική επιστράτευση. Και αυτά τα τάγματα κράτησαν τους εισβολείς!                                                                                                             ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια: