Αγαπημένε αστέ, νομοταγή πολίτη, καλέ χριστιανέ, εμετικέ δημοκράτη ξέρω πως σε διακόπτω από τις διακοπές και τη Θεία Λειτουργία σου αλλά κάτι συνέβη και πρέπει να στο πώ ... ο ‘’Θεός’’σου λείπει σήμερα.
Καταδίκασες είς θάνατον την Πατρίδα...
Καταδίκασες είς θάνατον τα Νιάτα...
Καταδίκασες είς θάνατον το Αύριο...
Καταδίκασες είς θάνατον την Ελπίδα...
Καταδίκασες είς θάνατον την Αλήθεια...
Καταδίκασες είς θάνατον τον Αγώνα...
Καταδίκασες είς θάνατον την Χαρά...
Καταδίκασες είς θάνατον το Χαμόγελο...
Καταδίκασες είς θάνατον Εμένα...
Καταδίκασες είς θάνατον και σκότωσες ένα Σπλάχνο σου ...
Καταδίκασες είς θάνατον και σκότωσες τον Αθανάσιο Καναούτη ...
Κάθε φορά που άπλωνες το χέρι για να ρίξεις το ψηφοδέλτιο στην κάλπη, εσύ που γιορτάζεις το βδέλυγμα της δημοκρατίας ... Κάθε φορά που άναβες ένα κερί στην εκκλησία για να σ’έχει καλά ο Θεός, κι ας καίγονται οι υπόλοιποι αμαρτωλοί στο πύρ το εξώτερον ... Κάθε φορά που έχουν λόγο υπάνθρωποι όπως ο Χατζηδάκης και η Διβάνη ... Κάθε φορά που κλείνεις τα μάτια, μετατοπίζοντας το πρόβλημα αλλού ...
Το Καλοκαίρι σου θα τελειώσει αστέ και τότε θα έρθει ο Χειμώνας μας και οι παγωμένες μας Καρδιές θα σε συνθλίψουν...
Το Αίμα των Παιδιών σου που σκορπάς δεν θα στεγνώσει...
Το Αίμα αυτό δεν θα σκουπίσει τα ψεύτικα δάκρυα σου...
Το Αίμα ξέρει μόνο να Επιστρέφει...
Δεν σε συγχωρώ Πατέρα που μου ‘κλέψες τον Αδελφό...
Σε Καταδικάζω Είς Αιώνιον Θάνατον...
Μάταιη ψυχή, στην ατονία εσπέρας εαρινής,
ενώ θα κλείνεις τα χρυσά φτερά σου πληγωμένη,
την ώρα που σα λύτρωση κάτι θα καρτερείς,
φτωχή καρδιά, θανάσιμα μα αιώνια λυπημένη·
Κώστας Καρυωτάκης - Πεθαίνοντας (Νηπενθή - 1921)
Για το Θανάση Καναούτη ΠΗΓΗ
Καταδίκασες είς θάνατον την Πατρίδα...
Καταδίκασες είς θάνατον τα Νιάτα...
Καταδίκασες είς θάνατον το Αύριο...
Καταδίκασες είς θάνατον την Ελπίδα...
Καταδίκασες είς θάνατον την Αλήθεια...
Καταδίκασες είς θάνατον τον Αγώνα...
Καταδίκασες είς θάνατον την Χαρά...
Καταδίκασες είς θάνατον το Χαμόγελο...
Καταδίκασες είς θάνατον Εμένα...
Καταδίκασες είς θάνατον και σκότωσες ένα Σπλάχνο σου ...
Καταδίκασες είς θάνατον και σκότωσες τον Αθανάσιο Καναούτη ...
Κάθε φορά που άπλωνες το χέρι για να ρίξεις το ψηφοδέλτιο στην κάλπη, εσύ που γιορτάζεις το βδέλυγμα της δημοκρατίας ... Κάθε φορά που άναβες ένα κερί στην εκκλησία για να σ’έχει καλά ο Θεός, κι ας καίγονται οι υπόλοιποι αμαρτωλοί στο πύρ το εξώτερον ... Κάθε φορά που έχουν λόγο υπάνθρωποι όπως ο Χατζηδάκης και η Διβάνη ... Κάθε φορά που κλείνεις τα μάτια, μετατοπίζοντας το πρόβλημα αλλού ...
Το Καλοκαίρι σου θα τελειώσει αστέ και τότε θα έρθει ο Χειμώνας μας και οι παγωμένες μας Καρδιές θα σε συνθλίψουν...
Το Αίμα των Παιδιών σου που σκορπάς δεν θα στεγνώσει...
Το Αίμα αυτό δεν θα σκουπίσει τα ψεύτικα δάκρυα σου...
Το Αίμα ξέρει μόνο να Επιστρέφει...
Δεν σε συγχωρώ Πατέρα που μου ‘κλέψες τον Αδελφό...
Σε Καταδικάζω Είς Αιώνιον Θάνατον...
Μάταιη ψυχή, στην ατονία εσπέρας εαρινής,
ενώ θα κλείνεις τα χρυσά φτερά σου πληγωμένη,
την ώρα που σα λύτρωση κάτι θα καρτερείς,
φτωχή καρδιά, θανάσιμα μα αιώνια λυπημένη·
Κώστας Καρυωτάκης - Πεθαίνοντας (Νηπενθή - 1921)
Για το Θανάση Καναούτη ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου