Σε βρετανικά χέρια βρίσκεται το ένα τέταρτο του ελληνικού χρέους, γεγονός το οποίο εξηγεί και το γιατί το Λονδίνο και ο εκεί Τύπος βάλλει κατά ριπάς έναντι της Ελλάδας. Η στάση των χωρών και των κυβερνήσεών τους απέναντι στην Ελλάδα το τελευταίο διάστημα, μόνον ανιδιοτελής δεν είναι, καθώς από τη βιωσιμότητα ή μη των δημόσιων οικονομικών και κατ' επέκταση της ελληνικής οικονομίας, εξαρτάται και η τύχη ξένων τραπεζών, ασφαλιστικών Ταμείων και οργανισμών.
Για τον λόγο αυτό και τις τελευταίες μέρες έχει «φουντώσει» η συζήτηση σχετικά με το εάν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αποφασίσει να αλλάξει ή όχι τον κανονισμό βάσει του οποίου βαθμολογεί τα κρατικά ομόλογα και τα δέχεται ως ενέχυρο για να δανείσει τις τράπεζες. Αυτή τη στιγμή η ΕΚΤ λαμβάνει υπόψη της την καλύτερη αξιολόγηση από τους τρεις οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης (Moody's, Standard & Poor's και Fitch).
Δηλαδή, για τα ελληνικά κρατικά ομόλογα θεωρεί προς το παρόν ότι συμπεριλαμβάνονται στην «πρώτη» κατηγορία σύμφωνα με την πρόσφατη αξιολόγηση της Moody's, οπότε μπορεί να τα δεχθεί ως ενέχυρο.
Αν όμως αλλάξει αυτός ο κανονισμός, η Ελλάδα κινδυνεύει σοβαρά να μην μπορεί να δανειστεί από την ΕΚΤ, αφού οι άλλοι δύο ξένοι οίκοι έχουν θέσει τη χώρα στη «δεύτερη» κατηγορία, περιμένοντας τα μέτρα που θα περιλαμβάνονται στο επικαιροποιημένο Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΠΣΑ), αλλά και την υλοποίησή τους, για να αποφασίσουν αν θα μας αναβαθμίσουν ή θα μας υποβαθμίσουν εκ νέου.
Τις εξελίξεις αυτές παρακολουθούν οι αρμόδιοι οικονομικοί παράγοντες των υπολοίπων χωρών και αναλόγως με το κατά πόσο θίγονται τα συμφέροντά τους, αντιδρούν υπέρ ή κατά της Ελλάδας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών για τις χώρες που κατέχουν το ελληνικό χρέος την τελευταία πενταετία (2005-2009), προκύπτει ότι μετά την Ελλάδα, η Βρετανία έρχεται δεύτερη και μάλιστα όχι με μεγάλη διαφορά. Να σημειωθεί ότι στον όρο χώρες περιλαμβάνονται τράπεζες, Κεντρικές Τράπεζες, επενδυτικά κεφάλαια, ασφαλιστικά Ταμεία κ.λπ. Στη συγκεκριμένη πενταετία το δημόσιο χρέος της Ελλάδας αυξήθηκε κατά 89,2 δισ. ευρώ (ήταν 183,1 δισ. ευρώ στις αρχές του 2005 και αναμένεται να διαμορφωθεί στα 272,3 δισ. ευρώ φέτος), ενώ το ελληνικό Δημόσιο άντλησε από τις αγορές κεφάλαια ύψους 213 δισ. ευρώ κατά τη χρονική αυτή περίοδο.
Στην Ελλάδα υπάρχει το 29% των ελληνικών ομολόγων που εκδόθηκαν την τελευταία πενταετία και στη Βρετανία το 23%. Ακολουθεί η Γαλλία με 11%, ενώ οι Γερμανία, Ελβετία και Αυστρία μαζί κατέχουν το 9%, η Ιταλία το 6% και το Βέλγιο και η Ολλανδία έχουν από κοινού το 6%. Στη Σκανδιναβία βρίσκεται το 3% του ελληνικού χρέους, όπως και στις ΗΠΑ, ενώ σε ασιατικά χέρια υπάρχει το 2%. Μόλις το 1% έχουν η Ισπανία και η Πορτογαλία.
Χαρακτηριστικό της ανησυχίας που υπάρχει διεθνώς είναι το γεγονός ότι μετά τη συνεδρίαση του τελευταίου Συμβουλίου υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης (Eurogroup), αρκετοί ξένοι δημοσιογράφοι απηύθυναν ερωτήματα στον Ελληνα υπουργό Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου σχετικά με την ποιότητα των ελληνικών κρατικών ομολόγων.
Μάλιστα, δημοσιογράφος από την Ιταλία ζητούσε επισταμένως από τον υπουργό να μάθει αν υπάρχει ενδεχόμενο τα ελληνικά ομόλογα να συμπαρασύρουν αρνητικά τις ιταλικές τράπεζες, το χαρτοφυλάκιο των οποίων είναι αρκετά εκτεθειμένο σε ελληνικό χρέος.
Πάντως, από την ελληνική πλευρά αναφέρουν σε κάθε ευκαιρία ότι δεν υπάρχει κίνδυνος για τα ελληνικά ομόλογα, ούτε για τους κατόχους τους και παραπέμπουν στη σταδιακή εφαρμογή των μέτρων, η οποία θα πείσει τις αγορές να εμπιστευτούν και πάλι τη χώρα μας.
Στο μισό μειώθηκε η διάρκεια των ομολόγωνΣημαντική μείωση της μέσης διάρκειας των ελληνικών ομολόγων που εκδόθηκαν το 2009 σημειώθηκε κατά το τρέχον έτος σε σχέση με ό,τι συνέβαινε τα προηγούμενα χρόνια. Ο λόγος ήταν ότι το Δημόσιο αποφάσισε να περιορίσει τον χρόνο για τον οποίο θα χρωστάει στους δανειστές του, καθώς φέτος η διαφορά απόδοσης (spread) των ελληνικών ομολόγων με τα αντίστοιχα γερμανικά έχει εκτοξευτεί σε υψηλά επίπεδα δεκαετίας. Κατά συνέπεια, υπάρχει ο κίνδυνος του απρόβλεπτου, που αυξάνεται όσο αυξάνει και η διάρκεια του δανεισμού. Και ο κίνδυνος αυτός έχει τον αντίκτυπο του στο κόστος.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, η μέση διάρκεια των φετινών εκδόσεων διαμορφώθηκε στα 5,6 χρόνια, όταν η μέση διάρκεια των εκδόσεων του 2008 ήταν 11,3 χρόνια και του 2007 ήταν 14,1 χρόνια.
Παράλληλα, το μέσο κόστος των εκδόσεων του 2009 υποχώρησε στο 4,1% από 4,6% πέρυσι και 4,4% πρόπερσι, εξαιτίας κυρίως των πολλών εντόκων γραμματίων που εξέδωσε φέτος ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), σε σύγκριση με τις προηγούμενες χρονιές. Για φέτος, τα έντοκα γραμμάτια είχαν επιτόκιο το οποίο κυμάνθηκε από 0,35% έως και 2,67%, όταν για τα ομόλογα το Δημόσιο έδωσε αποδόσεις από 3,65% έως και 6,13%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι την τελευταία δεκαετία, το χαμηλότερο μέσο ετήσιο κόστος από τις εκδόσεις του Δημοσίου καταγράφηκε το 2005 (3,1%), ενώ το υψηλότερο το 2000 (6,2%).
Μέχρι και το 2057 φτάνουν οι λήξειςΠερισσότερα από 205 δισ. ευρώ (ή περίπου το 85% του φετινού ΑΕΠ) θα πρέπει να βρει το ελληνικό Δημόσιο στην επόμενη δεκαετία (2010-2019) για να αναχρηματοδοτήσει τις υποχρεώσεις του, ενώ λήξεις του κρατικού χρέους φτάνουν μέχρι και το 2057. Με βάση τις εκδόσεις ομολόγων που έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια, η Ελλάδα ουσιαστικά μεταφέρει τα χρέη της από έτος σε έτος. Για παράδειγμα, για να καλύψει τις φετινές υποχρεώσεις του, το Δημόσιο εξέδωσε ομόλογα 3τούς, 5ετούς, 10ετούς και 15ετούς διάρκειας. Δηλαδή, βρήκε κεφάλαια φέτος, τα οποία θα πρέπει να πληρώσει σε 3, 5, 10 και 15 χρόνια, ενώ και τότε θα ξαναδανειστεί μετακυλίοντας τις υποχρεώσεις του για τα επόμενα χρόνια. Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, η πιο δύσκολη χρονιά θα είναι το 2012, οπότε και το Δημόσιο θα έχει να πληρώσει περίπου 31 δισ. ευρώ. Ακολουθεί το 2014, με περίπου 30 δισ. ευρώ και το 2013 με περίπου 26,5 δισ. ευρώ. Το ανησυχητικό όμως είναι ότι οι συνθήκες στις αγορές, υπαγορεύουν στην Ελλάδα να αναχρηματοδοτεί τις υποχρεώσεις της με μεγαλύτερο κόστος. ΠΗΓΗ:kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου