Του Φαήλου Μ. Κρανιδιώτη
Οι εκλογές στην αστική δημοκρατία δυστυχώς δεν είναι ποιοτική αλλά ποσοτική διαδικασία Η αναγνωρισιμότητα είναι σημαντικότερο πράγμα για τον μέσο ψηφοφόρο απ΄ ότι η ικανότητα, που συνήθως είναι προς απόδειξη. Κοσμικοί, φανταχτερές γκόμενες, τηλεπατριώτες, κοσμούν τα ψηφοδέλτια κι ύστερα τη Βουλή των Ελλήνων, επιλεγμένοι με τα ίδια κριτήρια με τα απορρυπαντικά. Το φαίνεσθαι έχει καβαλήσει την ουσία. Στα τηλεοπτικά τραπέζια συζητήσεων καλούνται πολλές φορές όχι αυτοί που έχουν κάτι να πουν αλλά αυτοί που θα κάνουν την περισσότερη φασαρία, θα καυγαδίσουν, ακόμη και θα γελοιοποιηθούν. Έτσι τα «μηχανάκια των νοικοκυραίων» θα τσιμπήσουν τηλεθέαση, την οποία θα πάνε οι διευθυντές στους διαφημιστές για τον άρτο και το παντεσπάνι το επιούσιο των ήδη προβληματικών μαγαζιών τους.
Αυτό είναι άλλη μια κολοσσιαία και παρακμιακή στρέβλωση.
Η άλλη, ακόμη πιο σημαντική, είναι η μετάθεση της πολιτικής δυναμικής σε εξωθεσμικά κέντρα αποφάσεων, τις επιλογές και την απληστία των οποίων πληρώνουμε σήμερα, μεταξύ άλλων.
Η επόμενη Βουλή κι η επόμενη κυβέρνηση θα κληθούν ν’ αντιμετωπίσουν τις κρισιμότερες περιστάσεις για το Έθνος από το 1974. Αυτό δεν μπορεί να γίνει με τους όρους του χθες. Δεν μπορεί να γίνει με πολιτικό προσωπικό ανίκανο ν’ ανταποκριθεί στους κινδύνους, τις τεράστιες απαιτήσεις και τις αδήριτες ανάγκες που επιβάλλει η επιβίωση του Λαού και του κράτους μας.
Στον δημόσιο βίο έχει επικρατήσει η σχολή της ήσσονος προσπαθείας. Να φαίνεσαι, να ακούγεσαι, θίγοντας όσο το δυνατόν λιγότερα πρόσωπα και καταστάσεις. Μόνο μόστρα, φρουφρού και αρώματα. Αυτό όμως δεν είναι πολιτική. Είναι δημόσιες σχέσεις. Η χώρα όμως δεν είναι μπαρ ή εστιατόριο. Το άγριο παρόν και το ακόμη αγριότερο μέλλον μας απαιτεί συγκρούσεις, μετωπικές αντιπαραθέσεις, έναν πολιτικό πόλεμο με την παρακμή, τους φορείς, τις νοοτροπίες και τα πρόσωπα που την υπηρετούν. Οι έξυπνες ατάκες και το μαρκετίστικο τίποτα, δεν πρόκειται να λύσουν κανένα πρόβλημα. Ούτε μισό. Όταν προσπαθείς να τους ευχαριστήσεις όλους, τους δυσαρεστείς όλους και δεν αλλάζεις τίποτα.
Υποθέτω τα παλ χρώματα στις γραβάτες, οι ωραίες κομμώσεις και η διδαγμένη από ειδικούς κινησιολογία και εκφορά του λόγου, παίζουν κάποιο ρόλο για την αρχική συμπάθεια και προσοχή του τηλεθεατή-ψηφοφόρου. Τι γίνεται όμως με τον ίδιο τον λόγο, την ουσία του, τις ιδέες που περιέχει, την συνέπεια σε αυτές; Οι όμορφοι και φανταχτεροί δεν λύνουν προβλήματα. Η ωχρά σπειροχαίτη του δημοσίου βίου, η πολιτική ορθότητα, παρήγαγε στρατιές και στρατιές ατσαλάκωτων διαφημιστών του εαυτού τους και των στενά προσωπικών φιλοδοξιών τους. Πίσω από όμως από τις στρογγυλές κουβέντες τα σακάκια και τα φορέματα, υπάρχει συνήθως ένα αβυσσαλέο κενό. Ενίοτε κι η διαφοροποίηση δημιουργείται για την διαφοροποίηση. Το παίζουν κάποιοι άλλοι για να ετεροκαθοριστούν σε σχέση με κάποιους άλλους και να δημιουργηθούν βάσεις για δημοσιότητα, υπονόμευση της αληθινής ενότητας και διεκδίκηση περισσότερης εξουσίας. Από πίσω δεν υπάρχει καμμία αληθινή ιδέα, κανένα πάθος για οτιδήποτε. Μόνο πολιτική βουλιμία και ίντριγκα. Συχνά συγκροτούνται ομάδες οι οποίες δεν υπηρετούν παρά τα εξωθεσμικά οργανωμένα συμφέροντα. Ο Λαός καμμιά φορά υποψιάζεται αλλά συχνά δεν παίρνει είδηση ότι η αντιπαράθεση που παρακολουθεί έχει άλλη, κρυφή, ατζέντα, άλλους εντολοδόχους κι όχι τον ίδιο.
Όμως τώρα στην σκληρή πραγματικότητα, μακριά από την ψεύτικη ευμάρεια με τα πήλινα πόδια, τώρα που είμαστε ρέστοι, άφραγκοι κι εν κινδύνω, το στυλ και τα στρογγυλά λόγια δεν παίζουν κανένα μα κανένα ρόλο. Δεν μπορούν να παίξουν.
Το δημοσιονομικό αδιέξοδο, η λαθρομετανάστευση, η εγκληματικότητα, η συυρικωμένη από την δανειακή εξάρτηση εθνική ανεξαρτησία μας, η ανασυγκρότηση της παραγωγικής βάσης της χώρας και κυρίως η ανάκτηση του ηθικού των Ελλήνων έχουν άλλες προϋποθέσεις. Αυτή η ανελέητη μάχη θέλει ιδέες, αδιαπραγμάτευτους ιδεολόγους, σημαιοφόρους ελληνοκεντρικών ιδεών. Η Ελλάδα, ο Λαός, χρειάζεται μαχόμενους πατριώτες, βαθιά δημοκράτες, που να προέρχονται από την ίδια την κοινωνία, να ανήκουν στον αληθινό κόσμο της εργασίας, των επιχειρήσεων, την επιστήμη.
Δεν έκρυψα ποτέ την πίστη μου στις Ιδέες και στους Αρχηγούς, στους πρόμαχους που είναι οι σημαιοφόροι των ιδεών, που οργανώνουν και κινητοποιούν τους πολλούς και καθοδηγούν τις πολιτικές μάχες. Αυτούς που εκφράζουν το όραμα για την Πατρίδα και την κοινωνία. Οι συλλογικότητες από μόνες τους είναι άνευρα, ακέφαλα όντα. Στείρα. Μόνο όταν από τα σπλάχνα τους αναδεικνύεται ο ηγέτης παράγουν πολιτική. Έτσι γράφεται η Ιστορία. Γιατί, ξαναλέω, ο Αλέξανδρος δεν θα ήταν τίποτα χωρίς τους Μακεδόνες του αλλά κι οι Μακεδόνες δεν θα ήταν τίποτα χωρίς τον Αλέξανδρο. Όμως κι ο Αρχηγός, κι εγώ το λέω ποιον αναγνωρίζω ως τέτοιον, χρειάζεται έναν στελεχωμένο πολιτικό στρατό. Χρειάζεται αυτούς που θα πάρουν το μήνυμα και θα το μεταφέρουν στο πλήθος, στους πολίτες. Χρειάζεται αυτούς που θα διοικήσουν δια του παραδείγματος, αυτούς που θα υλοποιήσουν το σχέδιο, θα φέρουν πέρας το δύσκολο έργο. Γιατί οι καιροί που η χώρα πήγαινε χαρωπή από χρόνο σε χρόνο βερεσέ, τέλειωσαν. Τώρα η πίστωση χρόνου κι ανοχής από τους πολίτες είναι ελάχιστη. Η κοινωνία δεν περιμένει. Βράζει. Λογής – λογής τυχοδιώκτες, μηδενιστές, εχθροί, παραμονεύουν. Τα προβ΄΄ηματα είναι πια θανάσιμα, δεν μπορούν να πάνε στις καλένδες κι ούτε θα αρκεί η βολική μετάθεση των ευθυνών στους προηγούμενους. Ο λαός λοιπόν θα πρέπει πια να κάνει αλλιώς τις επιλογές του. Να διαλέξει μαχητές κι όχι απορρυπαντικό.
(Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Δημοκρατία») ΠΗΓΗ:www.antinews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου