ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ

ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ

Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2015

Βίλφρηντ Φριτς Παρέτο (Wilfried Fritz Pareto)

(Vilfredo Federico Damaso Pareto, Paris, 15 Ιουλίου 1848 – Celigny Geneva, 19 Αυγούστου 1923)


Ιταλός μηχανικός, μαθηματικός, οικονομολόγος, κοινωνιολόγος και πολιτικός επιστήμονας, ένας από τους θεωρητικούς ηγέτες της λεγόμενης «Σχολής της Λωζάννης», μέλος της «δεύτερης γενεάς» του Νεοκλασικισμού, εισηγητής τριών πρωτότυπων θεωριών (της «Βέλτιστης Ανακατανομής», των «Κοινωνικών Κύκλων» και των «Ελίτ»), για τις οποίες όμως, παρά την εκπεφρασμένη αποστροφή του προς όλες τις ιδεολογίες, συκοφαντήθηκε ως «Μαρξ της μπουρζουαζίας» ή «Μαρξ του Φασισμού».



ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ

Γεννήθηκε το 1848 ως Βίλφρηντ Φριτς Παρέτο (Wilfried Fritz Pareto), 3ο τέκνο και μοναχογιός του Γενοβέζου πολιτικού εξόριστου στο Παρίσι δημοκράτη μαρκήσιου Ραφαέλε Παρέτο (Raffaele Pareto, 1812 - 1882) και της Γαλλίδας συζύγου του Μαρί Μετενιέ (Marie Metenier). Οι γονείς του τού έδωσαν γερμανικό όνομα θέλοντας να τιμήσουν την γερμανική επανάσταση της χρονιάς εκείνης, επτά χρόνια αργότερα όμως (1855), όταν επέστρεψαν στην Ιταλία μαζί με τον υιό τους και τις δύο θυγατέρες τους, το όνομα του υιού τους άλλαξε σε ιταλικό και παρέμεινε έκτοτε Βιλφρέντο Φεντέρικο Παρέτο.

Ο μικρός Παρέτο πήρε πολύ καλή παιδεία τόσο στην Γαλλία όσο και στην Ιταλία και το 1867 αποφοίτησε ως μηχανικός από το εμβρυακό τότε Πολυτεχνείο του Τορίνο («Politecnico di Torino», τότε «Scuola di Applicazione per gli Ingegneri»), από όπου και πήρε διδακτορικό (το 1870) με την διατριβή του «Θεμελιώδη αξιώματα της θεωρίας της ελαστικότητας των στερεών σωμάτων» («Principi fondamentali della teoria della elasticità dei corpi solidi e ricerche sulla integrazione delle equazioni differenziali che ne definiscono l’equilibrio»). Για αρκετά χρόνια εργάστηκε ως μηχανικός στους ιταλικούς σιδηροδρόμους και μετά ως διευθυντής παρα-

γωγής στην ιδιωτική χαλυβουργία «Società Ferriere d’ Italia» στην Φλωρεντία.

ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ

Αρχικά ο Παρέτο είχε τις ματσινικές και αντι-κληρικαλιστικές πολιτικές απόψεις του πατέρα του, όμως από τις αρχές της δεκαετίας του 1880 στράφηκε προς τις φιλελεύθερες θέσεις για πλήρη παραμερισμό του κρατισμού μπροστά στις αυτορρυθμίσεις της ελεύθερης αγοράς (πολιτεύθηκε μάλιστα στην περιοχή της Πιστόϊα το 1882 με τις γραμμές των φιλελευθέρων). Εκκινώντας από αυτές τις νέες φιλελεύθερες θέσεις του, ασχολήθηκε με την Οικονομία στις αρχές της δεκαετίας του 1880 και το 1886 έγινε λέκτορας Οικονομικών και Διοίκησης Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας («Università degli Studi di Firenze», UNIFI). Μετά από 3 μόλις χρόνια, το 1889, με αφορμή τον θάνατο της μητέρας του (ο πατέρας του είχε πεθάνει το 1882), ο Παρέτο παραιτήθηκε, εγκαταστάθηκε με τον πατρικό τίτλο του μαρκήσιου σε μία βίλλα στο Fiesole, αφιερώθηκε σε βαθιά μελέτη Πολιτικής Οικονομίας και Φιλοσοφίας και νυμφεύθηκε μία πάμφτωχη Ρωσίδα από την Βενετία, την Αλεσαντρίνα Μπακούνιν (Alessandrina ή Dina Bakunin), η οποία όμως, οικονομικά στερημένη όπως ήταν και διψασμένη για «κοινωνική ζωή» σε αντίθεση με τον Παρέτο που όπως κάθε διανοούμενος προτιμούσε την ιδιωτικότητα και την απομόνωση, πολύ σύντομα τον εγκατέλειψε για έναν νεαρό υπηρέτη.


ΑΝΤΙΚΑΘΕΣΤΩΤΙΚΟΣ

Λόγω των συχνότατων αντικυβερνητικών άρθρων του και των τακτικών διαλέξεών του σε ένα εργατικό κέντρο, δέχθηκε την επίθεση των αρχών. Παρενοχλήθηκε από την αστυνομία, έγινε στόχος πληρωμένων τραμπούκων, αρκετές διαλέξεις του διακόπηκαν βίαια και καμμία από τις αιτήσεις του να διδάξει δεν έγινε δεκτή. Ο αποκλεισμός του έληξε μόνον όταν γνωρίστηκε με τον οικονομολόγο Μαφέο Πανταλεόνι (Maffeo Pantaleoni, 1857 – 1924) που τον έφερε σε επαφή με την «Νεοκλασική» οικονομική τάση και ιδίως με τον Μαρί Βαλράς (Marie-Esprit-Léon Walras, 1834 – 1910), καθηγητή στο ελβετικό Πανεπιστήμιο της Λωζάννης («Université de Lausanne») και πρώτο εισηγητή της μακρο-οικονομικής «Θεωρίας της Ισορροπίας», «La Τhéorie de l’ Εquilibre Général»). Μέσω του Πανταλεόνι, ο Παρέτο άρχισε να κάνει δημοσιεύσεις στο «Giornale degli Εconomisti».

Με μεσολάβηση του Πανταλεόνι διαδέχθηκε το 1893 τον αποχωρήσαντα Βαρλάς στο Τμήμα Πολιτικής Οικονομίας του ελβετικού Πανεπιστήμιου της Λωζάννης («Université de Lausanne»), ξεφεύγοντας έτσι από τη μήνη των ιταλικών αρχών αλλά μη παύοντας να τις ενοχλεί. Οι πολεμικές του Παρέτο εξαπολύονταν τώρα όχι μόνο μέσα από τα μηνιαία άρθρα του στο «Giornale degli Εconomisti», αλλά και μέσα από άλλα ευρωπαϊκά περιοδικά, ενώ μετά τις αιματηρές ταραχές του Μαϊου 1898 στο Μιλάνο, βοήθησε, στεγάζοντας μάλιστα κάποιους στο σπίτι του, αρκετούς συμπατριώτες του πολιτικούς φυγάδες, δημοκράτες, σοσιαλιστές και αναρχικούς. Την ίδια εποχή κατήγγειλε με άρθρα του τον αντισημιτισμό του γαλλικού κράτους στην περιβόητη «υπόθεση Ντρέϋφους».

Στα τέλη του 1898 κληρονόμησε έναν εύπορο θείο του, πράγμα που του επέτρεψε έκτοτε να ζει με μία άνεση την οποία επ’ ουδενί θα μπορούσε να έχει με τον ακαδημαϊκό μισθό του. Έκτισε ένα σπίτι (την Villa Angora) στο Σελινί (Celigny) της Ελβετίας, στο οποίο μετακόμισε με τις πολλές γάτες Αγκύρας που είχε και με την καινούργια του σύντροφο Τζαίην Ρεγκίς (Jane Regis), με την οποία θα έμενε μαζί όλη την υπόλοιπη ζωή του. Παρά την σχεδόν εξεζητημένη καλοπέρασή του, συνέχισε ωστόσο επιμελέστατα να μελετάει (ιδίως τον Herbert Spencer, τον οποίο κατ' επανάληψη χαιρέτισε ως κορυφή της κοινωνιολογίας) και να συγγράφει.

ΑΝΤΙΣΤΡΑΤΕΥΣΗ ΣΤΟΝ ΚΡΑΤΙΣΜΟ

Με την μονογραφία του «Un' applicazione di teorie sociologiche», που δημοσιεύθηκε στην «Rivista Italiana di Sociologia» το 1900, ο Παρέτο αποστασιοποιήθηκε από τον πολιτικό Φιλελευθερισμό, προσχωρώντας στην λεγόμενη «δεύτερη γενεά» της «Νεοκλασικής Επανάστασης» σε συνέχεια των Αντουάν Ωγκιστέν Κουρνό (Antoine Augustin Cournot, 1801 – 1877, που αυτονομοποίησε τα Οικονομικά, αποσπώντας τα από τις πολιτικές και νομικές επιστήμες), Ουϊλιαμ Στάνλεϋ Ντεβόνζ (William Stanley Jevons, 1835 – 1882), Καρλ Μένγκερ (Κarl Menger, 1840 – 1921), Μαρί Βαλράς, κ.ά. Οι πολιτικές ταραχές της τελευταίας δεκαετίας του 19ου αιώνα είχαν πείσει τον Παρέτο ότι οι δημοκρατικές διεκδικήσεις δεν ήσαν για μία πιο δίκαιη κοινωνία αλλ’ αποτελούσαν το άλλοθι ενός σκληρότατου ανταγωνισμού μεταξύ κάποιων επίδοξων κυβερνητικών ελίτ που απλώς χρησιμοποιούσαν για λόγους προπαγάνδας την α ή β ιδεολογική γλώσσα.

Για τον απαλλαγμένο από συναισθηματισμούς Παρέτο, όλες οι ιδεολογίες δεν ήσαν τίποτε περισσότερο από χυδαίο εργαλείο διεκδίκησης εξουσίας, συνεπώς, πέρα από τα διαφοροποιημένα τους πρώτα βήματα, όλες οι ιδεολογίες οδηγούσαν στα κατώφλια της εξουσίας. Κατ’ αυτόν η ανθρώπινη φύση και κατ’ επέκταση οι ανθρώπινες κοινωνίες μένουν απογοητευτικά αναλλοίωτες μέσα από το πέρασμα των αιώνων, παριστάνοντας απλώς ότι προσανατολίζονται στην Λογική εις βάρος του ζωώδους συναισθήματος, ενώ στην πραγματικότητα ισχύει το ακριβώς αντίθετο.

Το 1902 – 1903 εξέδωσε στο Παρίσι στα γαλλικά (έγραφε με άνεση τόσο στα ιταλικά όσο και στα γαλλικά) το δίτομο έργο του «Τα Κοινωνιστικά Συστήματα» (ή «Τα Σοσιαλιστικά Συστήματα», «Les Systemes Socialistes»), στο οποίο, παρ’ όλο που δεν ήταν πλέον με την πλευρά του πολιτικού Φιλελευθερισμού, έκανε εκτενέστατη ανάλυση αλλά και μαχητική κριτική στα πολιτικά συστήματα κρατικού παρεμβατισμού (σύμφωνα με τον ιστορικό Henry Stuart Hughes το εν λόγω βιβλίο προκάλεσε «πολλές αϋπνίες» στον Βλαδίμηρο Λένιν). Στο βιβλίο του αυτό ο Παρέτο καταγγέλλει τον Μαρξισμό ως μία κοσμικοφανή πλην όμως κανονική θρησκεία και επισημαίνει την ανορθολογική λειτουργία των μαζών μέσα στην Ιστορία.

Προσπαθώντας να επιτεθεί στην ίδια την Ιδεολογία (δηλαδή σε κάθε οργανωμένη συλλογή πολιτικών ιδεών), διατύπωσε στο ίδιο βιβλίο ακόμα και την ευθραυστότητα του «ανθρωπισμού», χρησιμοποιώντας μάλιστα τον προκλητικό όρο «αυτοκτονικός ανθρωπισμός»: «κάθε ελίτ που είναι ανέτοιμη να πολεμήσει για να υπερασπιστεί την θέση της βρίσκεται σε πλήρη παρακμή και το μόνο που της απομένει είναι να δώσει χώρο σε μία νεότερη ελίτ που διαθέτει τις ζωτικές ποιότητες που η πρώτη στερείται. Δεν είναι παρά καθαρή ονειροπόληση το να πιστεύει κάποιος πως οι ανθρωπιστικές αξίες που ίσως είχε καθιερώσει θα εφαρμοστούν και σε αυτόν: αυτοί που θα τον νικήσουν θα τον διαψεύσουν με την ανηλεή κραυγή "vae victis!" ("ουαί τοις ηττημένοις!")…»

Εκείνη ακριβώς την εποχή είχε συλλάβει για πρώτη φορά την ιδέα ότι η κοινωνική και πολιτική συμπεριφορά των ανθρώπων σε πολύ μικρό βαθμό επηρεάζεται από λογικότητα και συνειδητούς σκοπούς, τουναντίον κατά κανόνα υπακούει σε ζωώδη ένστικτα (τα οποία ο Παρέτο αποκαλεί «κατάλοιπα»), όπως λ.χ. το ένστικτο της διατήρησης της αγέλης, το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και της μέριμνας για κατοχή των αναγκαίων προς την αυτοσυντήρηση κ.λπ. Την άποψη αυτή διατύπωσε για πρώτη φορά το 1900, σε ένα εκτενές άρθρο του στην «Ιταλική Επιθεώρηση της Κοινωνιολογίας» («Rivista Italiana di Sociologia», 1897 - 1923).

«ΜΑΚΙΑΒΕΛΙΣΤΗΣ» ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΟΣ

Τα αμέσως επόμενα χρόνια βεβαιώθηκε για την βαθύτατη μυωπία των οικονομικών συστημάτων σε ό,τι αφορά την πραγματικότητα των κοινωνιών, και, πάντοτε στα πλαίσια του «Νεοκλασικισμού», προχώρησε στην αναζήτηση μιας γενικής θεωρίας των κοινωνιών. Το 1906 εξέδωσε το «Εγχειρίδιον Πολιτικής Οικονομίας» («Manuale di Economia Politica») και παραιτήθηκε για λόγους υγείας (του εκδηλώθηκε καρδιακή νόσος) από το Πανεπιστήμιο της Λωζάννης, στο οποίο όμως συνέχισε να δίνει περιοδικές διαλέξεις με θέμα τον γνωστό διπλωμάτη των αρχών του 16ου αιώνα Νικολό Μακιαβέλι (Niccolò di Bernardo dei Machiavelli, 1469 – 1527), στις οποίες εξηγούσε την επιστημονική αξία του βιβλίου του τελευταίου «Ο Ηγεμών» («De Principatibus / Il Principe»).

Πάσχοντας επίσης από άγχος και αϋπνία, από τα οποία κατέληγε να περνάει νύχτες ολόκληρες μελετώντας την βιβλιοθήκη του παρέα πάντα με ένα ακριβό κρασί, εξέδωσε μερικά ακόμη βιβλία και το 1916 στην Φλωρεντία την «Πραγματεία της Γενικής Κοινωνιολογίας» («Trattato di Sociologia Generale»), για την οποία θα κάνουμε λόγο παρακάτω. Η σταθερή έκτοτε κατεύθυνση του Παρέτο στην κοινωνιολογική του αναζήτηση ήταν η «κοινωνικο-οικονομική ισορροπία» («equilibrium»), την οποία παρέλαβε από τον προκάτοχό του στο Πανεπιστήμιο της Λωζάννης καθηγητή Μαρί Βαλράς.


Η «ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΒΕΛΤΙΣΤΗΣ ΑΝΑΚΑΤΑΝΟΜΗΣ»

Οι οικονομικοί προβληματισμοί του Παρέτο που αποζητούσε μία «οικονομική επιστήμη της ευημερίας», κινήθηκαν γύρω από την έννοια της «χρησιμότητας» («utility»), όχι όμως ως ατομική ή συλλογική ευημερία όπως εν γένει γινόταν έως τότε κατανοητή, αλλά ως οικονομική συμπεριφορά με βάση του τι είναι ισχυρά επιθυμητό υπό την έννοια της προσωπικής «ωφέλειας» («ophelimity»), ενός όρου που εισήγαγε για πρώτη φορά το 1896 στον πρώτο τόμο του «Cours d’ économie politique professé à l’ université de Lausanne»: λ.χ. ο μορφινομανής αντλεί «ωφέλεια» από την μορφίνη, δίχως να απολαμβάνει κανενός είδους «ευημερία». Υποστηρίζοντας, πολύ σωστά, ότι είναι ανεπίτρεπτο το να επιδιώκει ένα άτομο ή ομάδα ατόμων την δική τους υλική ικανοποίηση μέσω της μείωσης της υλικής ικανοποίησης άλλων ατόμων ή ομάδων ατόμων, έθεσε στο κέντρο της δικής του θεωρίας την ανάγκη για ύπαρξη και λειτουργία κανόνων δικαίου υπεράνω των ανταγωνιστικών «αγορών» του Φιλελευθερισμού.

Στα πλαίσια λοιπόν της πολύ συγκεκριμένης αναζήτησής του, ο Παρέτο ανέπτυξε 2 θεωρήματα ευημερίας, σύμφωνα με τα οποία:

1. Μια κατανομή πόρων θεωρείται όντως αποτελεσματική, όταν δεν υπάρχει άλλη που θα βελτίωνε την θέση ενός ατόμου, δίχως να επιδεινώσει την θέση κάποιου άλλου, και

2. Αποτελεσματική κατανομή πόρων επιτυγχάνεται μόνον μέσω αποκεντρωμέ- νων συστημάτων τιμών και ανταγωνισμού, που υπόκεινται όμως σε σαφείς κανόνες δικαίου.

Από εκεί ο Παρέτο οδηγήθηκε στην «Θεωρία της Βέλτιστης Ανακατανομής», σύμφωνα με την οποία υπάρχει μία μοναδική και συγκεκριμένη αναλογία κατανομής του πλούτου, κάθε απόκλιση από την οποία χειροτερεύει πάντα την θέση κάποιου ή κάποιων μερών, αφού κανένα μέρος δεν μπορεί να αυξήσει τους πόρους ή τον συσσωρευμένο πλούτο του δίχως να αφαιρεθούν ισόποσοι πόροι ή πλούτος από άλλο ή άλλα μέρη. Αφορμή για την θεωρία του ήταν η διαπίστωση που έκανε ο Παρέτο το 1906 ότι το 80% των εκτάσεων της Ιταλίας ανήκε σε μόνον το 20% του πληθυσμού.

Η θεωρία της «Βέλτιστης Ανακατανομής» κατευθύνει συνεπώς προς ένα «Άριστο Κριτήριο». Αυτό το περίφημο «κατά Παρέτο κριτήριο» εξασφαλίζει την καλύτερη δυνατή κοινωνική ευημερία, αναζητώντας το σημείο όπου η βελτίωση της οικονομικο-κοινωνικής θέσης ενός ατόμου ή μιας ομάδας ατόμων γίνεται χωρίς την ίδια ώρα να χειροτερεύει την θέση κάποιου άλλου ή άλλων.

Συγγενής του «Αρίστου Κριτηρίου» είναι επίσης ο «μαθηματικός νόμος του Παρέτο», κατά τον οποίο σε κάθε κατάσταση οι ζωτικοί παράγοντες είναι λίγοι (περίπου 20%), ενώ οι επουσιώδεις πολλοί (περίπου 80%), αυτός δε ο κατά προσέγγιση κανόνας 20/80 ισχύει παντού, από την ανθρώπινη οικονομία (λ.χ. το περίπου 80% των κερδών μιας επιχείρησης προέρχεται από το περίπου 20% των πελατών της) και την οργάνωση (το περίπου 20% των μελών μιας συλλογικότητας παράγουν το περίπου 80% του αποτελέσματος), μέχρι τον φυσικό κόσμο. Με βάση αυτόν τον κανόνα, εάν καταβληθεί το περίπου 20% μιας προσπάθειας προκύπτει το περίπου 80% του αποτελέσματος. Από την άλλη, για να προκύψει το υπόλοιπο (εάν κριθεί ουσιώδες) 20% του αποτελέσματος απαιτείται να καταβληθεί το 80% της προσπάθειας που απομένει.

Η «ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΥΚΛΩΝ»

Την «Θεωρία των Κοινωνικών Κύκλων» ανέπτυξε ο Παρέτο για πρώτη φορά το 1916 στο δοκίμιό του «Trattato di Sociologia Generale». Σύμφωνα με αυτήν, η πραγματική και διαχρονική κοινωνικοπολιτική σύγκρουση είναι ανάμεσα σε δύο βασικούς τύπους πολιτικών υποκειμένων, δηλαδή ανάμεσα στους ανθρώπους που ενδιαφέρονται να ανακαλύψουν ή να καθιερώσουν νέα δεδομένα («αλεπούδες», που χαρακτηρίζονται από την ευφυϊα και την στρατηγική τους) και σε εκείνους που ενδιαφέρονται να υπερασπιστούν με κάθε μέσο τα ισχύοντα και τα καθιερωμένα («λέοντες», που χαρακτηρίζονται από δύναμη και αποφασιστικότητα). Πολιτική ακινησία υπάρχει όταν οι κυβερνώμενοι είναι «λέοντες» και οι κυβερνώντες είτε «αλεπούδες» είτε «λέοντες». Αστάθεια προκύπτει όταν κάποιοι από τους κυβερνώμενους μεταμορφώνονται σε «αλεπούδες». Εάν οι κρατούντες δεν προλάβουν έγκαιρα να αφομοιώσουν την νέα αυτή μη κυβερνώσα ελίτ, τότε η ανατροπή τους είναι αναπόφευκτη. Υπό αυτή την έννοια, «η Ιστορία είναι ένα απέραντο νεκροταφείο αριστοκρατιών», είτε καθεστωτικών που ανατράπηκαν, είτε επαναστατικών που απέτυχαν να ανατρέψουν.

Ενδιαφέρουσα είναι στο ίδιο βιβλίο η περιγραφή από τον Παρέτο της τέχνης της διακυβέρνησης ως διαχείρισης των ανθρώπινων προκαταλήψεων: «η τέχνη της διακυβέρνησης είναι το να μπορεί να βρίσκει κάποιος τους τρόπους με τους οποίους θα εκμεταλλευθεί τις ανθρώπινες προκαταλήψεις, αντί να ξοδεύεται ο ίδιος στην μάταια προσπάθεια να τις εξαφανίσει, κάτι που κατά κανόνα καταλήγει στο ακριβώς αντίθετο, δηλαδή να τις γιγαντώσει. Εκείνος που έχει την ικανότητα ν’ απελευθερώσει τον εαυτό του από την τυραννία των δικών του συναισθημάτων, είναι αυτομάτως και ικανός να εκμεταλλευθεί τα συναισθήματα των άλλων υπέρ των δικών του στόχων… Ο καλύτερος πολιτικός, τόσο για την παράταξή του όσο και για τον εαυτό του, είναι ο δίχως προκαταλήψεις άνθρωπος που γνωρίζει πώς να επωφελείται από τις προκαταλήψεις των άλλων».

Η «ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΙΤ»

Ως κοινωνιολόγος και πολιτικός επιστήμονας, ο Παρέτο ανέπτυξε τέλος την «Θεωρία των Ελίτ», που στις αρχές του 20ου αιώνα ύψωσε ισχυρό φράγμα απέναντι στον προελαύνοντα τότε Μαρξισμό, ο οποίος επέμενε να ορίζει την πολιτική ζωή αποκλειστικά ως αντανάκλαση της ταξικής πάλης, με τα πολιτικά κόμματα και τους πολιτικούς ηγέτες να αποτελούν τίποτε περισσότερο από εκπροσώπους ταξικών συμφερόντων. Την πρώτη ανάπτυξη της «Θεωρίας των Ελίτ» έκανε το 1900 σε ένα κείμενό του στην «Rivista Italiana di Sociologia» με τίτλο «Un' applicazione di teorie sociologiche», που αργότερα μεταφράστηκε στα αγγλικά ως «Η άνοδος και η πτώση των ελίτ» («The Rise and Fall of the Elites»).

Για τον Παρέτο, η πολιτική ζωή στην ιστορική διαχρονία δεν είναι παρά ακατάπαυστη σύγκρουση ανάμεσα σε διάφορες ελίτ, που όμως δεν είναι κληρονομικές αλλά μέλη τους μπορούν να γίνουν άνθρωποι προερχόμενοι από όλες τις τάξεις και τα στρώματα της κοινωνίας. Οι ελίτ δεν είναι εκτροπές του πολιτικού σχήματος αλλά αναγκαίες για την αποτελεσματική λειτουργία κάθε κοινωνικής οργάνωσης, πηγάζουσες από αυτή την ίδια την ανθρώπινη φύση και άρα κοινωνικά και πολιτικά αναπόφευκτες. Οι άνθρωποι πάντοτε διαφέρουν μεταξύ τους ως προς την δύναμη, την ευφυϊα, την έμπνευση και την ηθική συγκρότηση, δημιουργώντας έτσι διάφορους τύπους ελίτ, διαφορετικού είδους η κάθε μία.

Πολιτική ελίτ συγκροτείται αυτομάτως άπαξ και κάποιοι άνθρωποι διαθέτουν τις ικανότητες που αναγνωρίζει και επιβραβεύει η εκάστοτε μορφή κοινωνίας, ακόμη και αρνητικές, όπως λ.χ. την διαφθορά σε μία διεφθαρμένη κοινωνία. Για τον Παρέτο, η ιδιαίτερη φύση και τα επιτεύγματα της κάθε κοινωνίας είναι ουσιαστικά η ιδιαίτερη φύση και τα επιτεύγματα της ελίτ της. Ομοίως, το παρελθόν της απλώς αντανακλά την Ιστορία της ελίτ της, το δε μέλλον της είναι προδιαγεγραμμένο σύμφωνα με τις επιδιώξεις, δυνατότητες και επιλογές της ελίτ της.

Η ελίτ αποτελεί αντίπαλο της μάζας, δίχως όμως ευθεία σύγκρουση ανάμεσα στις δύο πλευρές, επειδή η κατανομή των ιδιοτήτων είναι συνεχής, σε μία ομαλή καμπύλη, όμοια με την κατανομή του πλούτου. Διάδοχοι του Παρέτο στην «Θεωρία των Ελίτ», την οποία βεβαίως συμπλήρωσαν ή διαφοροποίησαν, υπήρξαν οι Γκαετάνο Μόσκα (Gaetano Mosca, 1858 - 1941) και Ρομπέρτο Μιχέλς (Roberto Michels, 1876 - 1936).

«ΝΙΤΣΕ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ»

Ανενδοίαστα ο Παρέτο έδειχνε τις επιρροές του από την κοινωνιολογία του Κάρολου Μαρξ (του οποίου όμως απέρριπτε, όπως είδαμε παραπάνω, την βασισμένη στον «ιστορικό υλισμό» οικονομική θεωρία), την πολιτική θεωρία του Νικολό Μακιαβέλι και τις ιδέες του Γάλλου φιλοσόφου και ιδρυτή του Αναρχοσυνδικαλισμού Ζωρζ Σορέλ (Georges Eugène Sorel, 1847 - 1922, στενό του φίλο όπως αποδεικνύει η μεταξύ τους αλληλογραφία την οποία δημοσίευσε ο De Rosa). Την προσωπικότητα και το έργο του Σορέλ είχε εκθειάσει με μακρό κείμενό του σε ένα αφιέρωμα της επιθεώρησης «Φιλελεύθερη Επανάσταση» («La Rivoluzione Liberale») στις 14 Δεκεμβρίου 1922.

«Κάθε λαός που τρέμει το αίμα σε τέτοιο σημείο, ώστε να μην  γνωρίζει πώς να υπερασπισθεί τον εαυτό του, αργά ή γρήγορα θα γίνει το θήραμα ενός πολεμοχαρούς λαού ή κάποιου άλλου. Ίσως δεν υπάρχει ούτε καν ένα μέτρο γης πάνω στην υφήλιο, που να μην έχει κατακτηθεί  με το σπαθί κάποια στιγμή και να μην το έχει διατηρήσει με την δύναμη ο λαός που το κατέχει», έγραψε ο Παρέτο στα πλαίσια των γενικότερων θέσεών του ότι την Ιστορία διαμορφώνουν κατά κανόνα οι μη λογικές δυνάμεις και ότι αποτελεί αναγκαιότητα η αντιμετώπιση της βίας με βία. Αυτές οι θέσεις του έκαναν κάποιους να τον θεωρήσουν διάδοχο του Φρειδερίκου Νίτσε (Friedrich Wilhelm Nietzsche, 1844 – 1900), ενώ «Νίτσε της κοινωνιολογίας» ήταν ο τίτλος που του απένειμε το 1927 σε άρθρο του στο «Archiv für Sozialwissenschaft und Sozialpolitik» ο γνωστός Τσέχος πολιτικός επιστήμονας Όττο Ζίγκλερ (Heinz Otto Ziegler, 1903 – 1944).

ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΠΟΙΗΣΗ

Εχθρός όλων των πολιτικών ιδεολογιών, ο Παρέτο απέφυγε συστηματικά να προτείνει «τι πρέπει να γίνεται», περιοριζόμενος ως πολιτικός επιστήμονας και όχι πολιτικός στο να αναλύει «αυτό που ήδη γίνεται», δηλαδή στην ιστορική πραγματικότητα. Παρά το ότι σαφώς αναγνώριζε τις αξίες της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, αντιμετώπιζε απροκάλυπτα και ανενδοίαστα ως απάτες ή, στην καλύτερη των περιπτώσεων, ως ανόητες ονειροπολήσεις όλες τις πολιτικές προσδοκίες που αναφέρονταν ή στηρίζονταν στις ανθρώπινες μάζες. Αυτή η απομάκρυνσή του από τον ισοπεδωτισμό στον οποίο είχε παγιδευτεί το δημοκρατικό κίνημα ήδη από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, τον έκανε εύκολο στόχο ώστε μετά από τον θάνατό του να επιχειρηθεί η ιδεολογική του περιθωριοποίηση, με χαρακτηρισμούς όπως «Κάρλ Μαρξ της Μπουρζουαζίας», αλλά και… «Μαρξ του Φασισμού» (στο αμερικανικό «Economic Forum», 1933).

Για τον δεύτερο χαρακτηρισμό έγινε εκμετάλλευση του γεγονότος ότι ένθερμος θαυμαστής του Παρέτο δήλωνε ο Μπενίτο Μουσολίνι (Benito Amilcare Andrea Mussolini, 1883 - 1945), ο οποίος είχε παρακολουθήσει παλαιότερα δύο διαλέξεις για τον Μακιαβέλι και τελικά, ενώ ετοίμαζε την «πορεία» του προς την Ρώμη, του προσέφερε το 1923 μία τιμητική θέση στην φασιστική Γερουσία και τον προσκάλεσε να γράφει στο προσωπικό περιοδικό του Μουσολίνι «Γεραρχία» («Gerarchia»). Ο Παρέτο, που είχε διαμαρτυρηθεί όταν οι φασίστες κατήργησαν την ελευθερία έκφρασης στα ιταλικά πανεπιστήμια, δεν δέχθηκε τις θέσεις και λίγους μήνες αργότερα, στις 19 Αυγούστου 1923, πέθανε στην Γενεύη σε ηλικία 75 ετών. Οι διάφοροι θεωρητικοί του ιταλικού Φασισμού εξακολούθησαν ωστόσο και μετά τον θάνατό του να του αποδίδουν τις πηγές της δικής τους ιδεολογίας, παρά το ότι κατά κανόνα δήλωναν παράλληλα ότι ο ίδιος δεν ήταν φασίστας (αντίθετα άλλωστε από αυτό που η άγνοια κάνει τους πολλούς σήμερα να πιστεύουν, ο ελιτισμός ήταν όλως απεχθής για το μουσολινικό καθεστώς, που τον εκλάμβανε ως «σνομπισμό», πλήρως ασυμβίβαστος με τον λαϊκό / μαζικό προσανατολισμό του Φασισμού). Αντίθετα, οι «αντιφασίστες», κυρίως Αμερικανοί, επέμειναν στο να χαρίζουν ανενδοίαστα τον Παρέτο στον Φασισμό, βλέποντας στην προσπάθειά του με μία επιστολή προς τον Μουσολίνι να αποτρέψει τον διωγμό ανθρώπων μόνο και μόνο για τις ιδέες τους… προτροπή σε πάταξη των στην πράξη αντιστασιακών («αφήστε τα κοράκια να κρώζουν, μπορείτε να είστε ανηλεείς μόνον όταν πρόκειται για πράξεις»).

O εισηγητής πάντως της θεωρίας της «κοινωνικής κινητικότητας» Πιτιρίμ Σορόκιν (Pitirim Alexandrovich Sorokin, 1889 - 1968) τον κατέταξε ανενδοίαστα στους τρεις μεγαλύτερους κοινωνιολόγους του καιρού του μαζί με τους Μαξ Βέμπερ (Max Weber, 1864 - 1920) και Εμίλ Ντύρκχαϊμ (David Émile Durkheim, 1858 –  1917), ενώ το 1936 το έργο του επαινέθηκε από τον μετέπειτα πρόεδρο της «Αριστοτελικής Εταιρείας» Ρωσοεβραίο Μόρις Γκίνσμπεργκ (Morris Ginsberg, 1889 - 1970) στην αγγλική «Κοινωνιολογική Επιθεώρηση» («The Sociological Review», στο άρθρο «The Sociology of Pareto») και επίσης έτυχε θερμής υποδοχής από το αμερικανικό κοινό όταν η «Saturday Review» του αφιέρωσε την ίδια χρονιά ένα ολόκληρο τεύχος της. Λίγα χρόνια μετά όμως, στην διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου, το κλίμα είχε αλλάξει εντελώς και ο Παρέτο αντιμετωπιζόταν τώρα ως κύριος θεωρητικός του εχθρού και φυσικά ως… «φασίστας».

ΤΑ ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ

Ο Παρέτο τάφηκε στο νεκροταφείο του Σελινί. Λίγους μήνες πριν το θάνατό του, είχε νυμφευθεί την Ρεγκίς, βασικά για να την εξασφαλίσει οικονομικά, έχοντας προηγουμένως πάρει με «κομπίνα» διαζύγιο από την πρώτη σύζυγό του (πολιτογραφηθείς στο κρατίδιο του Φιούμε, όπου το διαζύγιο ήταν νομικά επιτρεπτό).

Από το 1964 έως το 2005 ο Giovanni Busino επιμελήθηκε στην Γενεύη την έκδοση των «Απάντων» του Παρέτο σε 32 τόμους με τίτλο «Oeuvres complètes de Vilfredo Pareto», ενώ ο  Τζέφρι Μίτσελ παραδέχθηκε το 1968 στο «A Hundred Years of Sociology» (σελ. 115) πως «δεν είναι δυνατόν να γράψει κανείς την Ιστορία της Κοινωνιολογίας χωρίς ν’ αναφερθεί στον Παρέτο».

Βλάσης Γ. Ρασσιάς, 2012


ΕΠΙΛΟΓΗ ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑΣ:

Principii Fondamentali della Teorie dell' Elasticità (1869)
Della logica delle nuove scuole economiche, διάλεξη στην Accademia dei Gerogofili (1877)
L’ Italie économique, κείμενο στην «Revue des deux mondes» (1891)
Les nouvelles théories économiques, κείμενο στην «Le Μonde Εconomique» (1892)
Considerazioni sui principi fondamentali dell'economia politica pura, κείμενο στο «Giornale degli Economisti» (1893).
Εισαγωγή στην ιταλική έκδοση του «Κεφαλαίου» του Marx (1893)
The Parliamentary Regime in Italy, κείμενο στο «American Poli Sci Quarterly» (1893)
La courbe des revenus", κείμενο στο «Le Monde Εconomique» (1896)
Cours d’ économie politique professé à l’ université de Lausanne, 3 τόμοι (1896 – 1897)
The New Theories of Economics, κείμενο στο «The Journal of Political Economy» (1897)
Comment se pose le problème de l’ économie pure? (1898, εκδόθηκε το 1965)
La liberté économique et les événements d’ Italie (1898)
Un' applicazione di teorie sociologiche, κείμενο στην «Rivista Italiana di Sociologia» (1900)
On the Economic Phenomenon: A Reply to Benedetto Croce, κείμενο στο «Giornale degli Εconomisti» (1900, αναδημοσιεύθηκε και στο «International Economic Papers», 1953)
Le nuove toerie economiche (con in appendice le equazioni dell' equilibrio dinamico), κείμενο στο «Giornale degli Εconomisti» (1901)
De l’ économique, discours d’ installation de M.V. Pareto à professeur ordinaire, 1901 (εκδόθηκε το 1965)
Les systèmes socialistes, 2 τόμοι (1902 - 1903)
L’ économie pure, resumé du cours donné a l’ Ecole des Hautes Etudes Sociales de Paris (1902)
Review of Aupetit, κείμενο στην «Revue d’ Εcon Ρolitique» (1902)
Anwendungen der Mathematik auf Nationalökonomie, κείμενο στην «Encyklopödie der Mathematischen Wissenschaften» (1903)
Il Crepuscolo della Libertà, κείμενο στην «Rivista d’ Italia» (1905)
Manual of Political Economy (1906, μεταφράστηκε σε Ιταλικά και Γαλλικά το 1909 και στα Αγγλικά το 1971)
L'économie et la sociologie au point de vue scientifique, κείμενο στην «Rivista di Scienza» (1907)
Economie mathématique, στην «Encyclopedie des Sciences Μathematiques» (1911)
Le mythe vertuiste et la littérature immorale (1911)
Εισαγωγή στο «Théorie mathematique de l’ échange» του G. Osorio (1913)
Trattato di Sociologia Generale (1916)
Discorso per il Giubileo (1917)
Formi di fenomeni economici e previsioni, κείμενο στην «Rivista di Scienza Bancaria» (1917)
Fatti e Teorie (1920)
Trasformazione della Democrazia (1921)
Mon Journal (μετά θάνατον, 1958)
Scritti sociologici di Vilfredo Pareto (μετά θάνατον 1966)


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

Ραϋμόν Αρόν, «Η εξέλιξη της κοινωνιολογικής σκέψης - Ντυρκέμ, Παρέτο, Βέμπερ», Αθήνα, 1984
Norberto Bobbio, «On Mosca and Pareto», Paris, 1972
George C. Homans - Charles P. Curtis, Jr., «An Introduction to Pareto», New York, 1934
Wright C. Mills, «The Power Elite», New York, 1956.
Geoffrey Duncan Mitchell, «A Hundred Years of Sociology», Chicago, 1968
Gabriele De Rosa, «Carteggi paretiani», Roma, 1962
Pitirim A. Sorokin: «Social Mobility», New York, 1927

Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2015

ΝΤΥΜΕΝΟΙ ΣΑΝ ΓΥΦΤΟΙ

Ο υπουργός Οικονομικών, ο υπουργός Παιδείας και ο Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων ντυμένοι σαν γύφτοι υποδέχονται τον Πρόεδρο της Γαλλίας Φρανσουά Όλαντ.
Τέτοιες στιγμές ντρέπεσαι που ζεις σε αυτή τη Χώρα...

Ο ΑΝΘΕΛΛΗΝΑΣ



ΑΥΤΟΣ Ο ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ ΕΙΝΑΙ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΤΗΝ ΩΡΑ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΜΑΣ ΥΜΝΟΥ...

ΞΕΦΤΙΛΙΣΜΕΝΕ ΑΝΘΕΛΛΗΝΑ

Allons enfants de la Partouze



του Γιάννη Λαζάρου
Το συμβάν με τον αλευρωμένο Ολάντ δεν έγινε στην Αθήνα διότι ως Έλληνες το savoir vivre το βάζουμε παραπάνω από το Ελληνικό Σύνταγμα. Εδώ εμείς τους αποικιοκράτες τους κοιμίζουμε στην βασιλική σουίτα του ξενοδοχείου Μεγάλη Βρετανία, τους ποτίζουμε λευκό γαλλικό κρασί σε γαλλικά πάρτι σε αριστερά κουλτουρέ στέκια στο Γκάζι υπό τους ήχους γαλλικής τζαζ. Στέλνουμε ως εκπροσώπους πολιτισμού τα τηλεοπτικά φερέφωνα της εξουσίας τύπου Λαζόπουλου, και για να δώσουμε βαρύτητα στέλνουμε και μία Καραΐνδρου. Εμείς στην Ελλάδα πρώτοι στην Ευρώπη καταφέραμε να βάλουμε την φαντασία του Σύριζα στην εξουσία της αποικίας. Διότι η φαντασία στην εξουσία των Ευρωπαίων αριστεριστών από το Μάη του '68 αυτή ήταν, που εις στην ελληνογαλλική μεταφράζεται ως "σκύβω ο ευλογημένος".
Εμείς στην Ελλάδα όταν πουλάμε το γλεντάμε. Στρώνουμε τραπέζια στα προεδρικά μέγαρα να φάνε και να πιούνε οι ξεπουλητάδες με τα όρνεα και τον λογαριασμό τον στέλνουμε μέσω φόρου στους Έλληνες. Βάζουμε και τον πρόεδρο της ελληνικής γελοιογραφίας, Πάκη Παυλόπουλο, να μιλήσει επειδή έτσι γουστάρει εκ μέρους του ελληνικού λαού λέγοντας ότι "ο ελληνικός λαός θα φανεί απολύτως συνεπής στις υποχρεώσεις του για να παραμείνει στη μεγάλη Ευρωπαϊκή Οικογένεια". Άλλος πληρώνει κι άλλος γαμάει αλλά το σίγουρο είναι ότι ο Πάκης και ο ομόλογός του δεν είναι από αυτούς που πληρώνουν.
Εμείς στην Ελλάδα δεν λέμε κουβέντα για τα έργα και τις μίζες που έπεσαν για Ολυμπίες Οδούς, για Γέφυρες Ρίου-Αντιρίου, για έργα Γάλλων με συμβάσεις μέσω ΔΕΗ. Εμείς είμαστε κουβαρντάδες: Χρεωνόμαστε τη μίζα, την κατασκευή του έργου, πληρώνουμε διόδια,  φορτωνόμαστε το χρέος που έφερε η μίζα και η κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος για το έργο, και στο τέλος δίνουμε τζάμπα το έργο σε αυτόν που ήταν πίσω από όλη την λαμογιά. Διότι λαμόγια είναι οι Έλληνες αλλά τόσο μεγάλα λαμόγια όσο οι κατασκευαστικές και επενδυτικές εταιρείες που κουβάλησε ο βαψομαλλιάς Ολαντ στην Αθήνα δεν υπάρχουν. 20 χρόνια και βάλε εδώ γινόταν το πανηγύρι με όλους αυτούς τους μεγαλόσχημους που η ελληνική κυβέρνηση τίμησε σαν να ήρθε ο Βοναπάρτης. Μαζί με το κόκκινο χαλί που στρώσατε μέχρι την Βουλή καλό θα ήταν να βάζατε και ένα κόκκινο φωτάκι στην είσοδο του μπουρδέλου γιατί στην καριόλα-βήμα ανέβηκε μία από τις μεγαλύτερες τσατσάδες της ευρωπαϊκής δημοκρατίας που υπέγραφε ΝΑΙ σε όλα τα χρέη της Ελλάδας.
Κι εκεί που λες δεν έχει άλλο πάτο η ξεφτίλα, πετάγεται ο πρόεδρος του Cabaret "Vouli rouge", Βούτσης,  σαν βούτσα μες στα λάχανα και αποδέχεται το χρέος που επέβαλλε και ο Ολάντ στην Ελλάδα παρακαλώντας τον να μην συνεχίσει η Ευρώπη να περιορίζει τα δικαιώματα των Ελλήνων. Ναι, σας παρακαλούμε αφήστε μας μέσα στα σκατά αλλά δώστε μας το δικαίωμα που και που να παίρνουμε ανάσα.
Εμείς στην Ελλάδα αποδεχόμαστε οι σοσιαλιστές και οι αριστεροί της Ευρώπης να υπογράφουν Διακήρυξη Συνεργασίας που πρώτος όρος είναι η παροχή τεχνογνωσίας προς την Ελλάδα, στους τομείς της δημόσιας διοίκησης, της φορολογίας και των μεταρρυθμίσεων. Θέλουμε τεχνογνωσία γαλλική στην χώρα για να αργαστεί φορολογικά και μεταρρυθμιστικά το κορμί των Ελλήνων με γαλλικά μαστίγια. Θέλουμε γαλλικά βίτσια για να ρουφήξουμε το ευρωπαϊκό αγγούρι και εμείς ως ανταπόδοση θα προωθήσουμε την ελληνική γλώσσα στην Γαλλία μέσω του εκπαιδευτικού της συστήματος. Αυτό είναι το μαράζι του Τσίπρα: Αν η ελληνική γλώσσα θα διδάσκεται στα γαλλόπουλα διότι τα ελληνόπουλα μπορεί να πεινάνε και να κρυώνουν αλλά μια γνώση της γαλλικής θα τα κάνει χορτάτα στο πνεύμα και θα τα ζεσταίνει τον Φλεβάρη στους -5 βαθμούς Κελσίου στο σπίτι και στο σχολείο.
Εμείς στην Ελλάδα του σήμερα μεγαλώνουμε με πιάνο και γαλλικά κι αν κάποιοι κάποτε έβαζαν το savoir vivre στον κώλο όποιου τολμούσε να υπονοήσει υποδούλωση λαού και ξεπούλημα πατρίδας ζητούμε συγνώμη. Ζητούμε ταπεινά συγνώμη που σε αυτή την χώρα κάποτε ζούσαν Έλληνες.

ΠΗΓΗ

ΓΕΡΜΑΝΙΑ: Παραδοχή αρχισυντάκτη δελτίου ειδήσεων: «Ψάχνουμε στους πρόσφυγες να βρούμε οικογένειες με παιδάκια για να συγκινήσουμε τον κόσμο, ενώ οι περισσότεροι που έρχονται είναι νεαροί, καλογυμνασμένοι, μοναχικοί άντρες»

Το "Tagesschau" και το "Tagesthemen", δύο μεγάλα γερμανικά ειδησεογραφικά δελτία του ARD, του πρώτου κρατικού τηλεοπτικού καναλιού της Γερμανίας, δεν δίνουν πάντα την ακριβή εικόνα των προσφύγων που έρχονται στη Γερμανία. Αυτό παραδέχτηκε ο Kai Gniffke, αρχισυντάκτης του News ARD.

Μιλώντας με εμπειρογνώμονες της βιομηχανίας στο Αμβούργο, ο Gniffke είπε: «Όταν οι εικονολήπτες βιντεοσκοπούν πρόσφυγες, ψάχνουν για οικογένειες με μικρά παιδιά και μεγάλα μάτια κουταβιού».

Αλλά το γεγονός είναι ότι «το 80 τοις εκατό των προσφύγων οι νέοι, καλογυμνασμένοι, μοναχικοί άντρες».


Αντιθέτως, η φωτογραφία που συνοδεύει το ρεπορτάζ για τους πρόσφυγες , είναι συχνά μια «οικογενειακή φωτογραφία». Αυτό πρέπει να αλλάξει με σαφήνεια.

«Πρέπει να είμαστε ευαίσθητοι στο θέμα, έτσι ώστε η επιλογή των εικόνων να μην επικεντρώνεται πάρα πολύ στα παιδιά», είπε ο αρχισυντάκτης στο FOCUS.

ΠΗΓΗ         ΑΠΟ ΕΔΩ


Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2015

Στόχος τους, τώρα, είναι: Το σπίτι, το μαγαζί, το χωράφι, οι καταθέσεις…

pleistiriasmoi-akinita-620x320-620x320

Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους. Σε πάνω από 84 δισ ευρώ υπολογίζονται οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το κράτος!

Πρόκειται, κυρίως, για οφειλές, τις οποίες αδυνατούν να πληρώσουν οι οφειλέτες- φορολογούμενοι.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ίδιας της κυβέρνησης διαγράφεται σοβαρό ενδεχόμενο υστέρησης των φορολογικών εσόδων κατά 5 δισ σε σχέση με αυτά που είχαν προϋπολογισθεί για το 2015.

Βεβαίως, αν συμβεί κάτι τέτοιο, η κυβέρνηση οφείλει (βάσει του νέου μνημονίου) να καλύψει αυτή τη διαφορά με νέα εισπρακτικά μέτρα…

Και ενώ είναι γνωστό σε όλους ότι για τη συντριπτική πλειοψηφία των νοικοκυριών τα πράγματα θα πάνε προς το χειρότερο, η κυβέρνηση προωθεί προς είσπραξη (μέχρι το τέλος του χρόνου) νέο πακέτο φόρων, ύψους άνω των 6 δισ !

Στο πακέτο αυτό περιλαμβάνονται εκτός του ΕΝΦΙΑ, η δόση Νοεμβρίου για το φόρο εισοδήματος 2015, τα τέλη κυκλοφορίας 2016, η προκαταβολή φόρου και η δόση Νοεμβρίου (από τη ρύθμιση των 100 δόσεων) με αυξημένο επιτόκιο…

Δικαιολογημένα αναρωτιέται κανείς, πως είναι δυνατόν να ζητάει η κυβέρνηση από μια κοινωνία, που δηλώνει με κάθε τρόπο, ότι έχει πτωχεύσει, να πληρώσει μέσα σε δύο μήνες 6 δισ ευρώ επιπλέον…

Η απάντηση βρίσκεται στην κινητή και ακίνητη περιουσία των φορολογουμένων. Αυτήν έχουν βάλει στο μάτι οι δανειστές και σ΄ αυτήν στοχεύει το τρίτο μνημόνιο.

Η οικονομική ασφυξία των λαϊκών νοικοκυριών είναι φανερή. Τα στοιχεία της επίσημης στατιστικής υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που δόθηκαν πριν από μια εβδομάδα στην επικαιρότητα το λένε ξεκάθαρα: « πάνω από ένας στους τρεις Έλληνες (3,8 εκατ. άνθρωποι) είτε είναι φτωχός, είτε ζει σε κατάσταση ένδειας (στερούμενος βασικά αγαθά), είτε ζει σε οικογένεια της οποίας κανένα μέλος δεν έχει “κανονική” δουλειά». Σχετικά με τους δείκτες εξαθλίωσης του ελληνικού λαού μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Παρ” όλα αυτά, η κυβέρνηση επιμένει να ζητά από μια καθημαγμένη κοινωνία να πληρώσει ακόμα περισσότερα.

Ήδη, όπως προκύπτει από τις αντίστοιχες καταναλωτικές έρευνες, τα λαϊκά νοικοκυριά στη συντριπτική τους πλειοψηφία δίνουν τη μάχη για την επιβίωση τους, χωρίς πολλά απ” αυτά να το καταφέρνουν. Επομένως, διαθέτουν το όποιο εισόδημα τους για την αγορά τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης, αφήνοντας απλήρωτους λογαριασμούς, φόρους, δάνεια και άλλες υποχρεώσεις. Το ζήτημα τίθεται με πραγματικούς όρους από πολλούς φορολογούμενους: Ή θα φάμε για να ζήσουμε, ή θα πληρώσουμε το κράτος και τις τράπεζες.

Η δραματική αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο, αλλά και η αντίστοιχη αύξηση των «κόκκινων δανείων», δείχνουν ακριβώς το σημείο στο οποίο βρίσκεται η πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας.

Το μόνο που μένει (αν μένει) είναι η όποια ακίνητη και κινητή περιουσία. Το σπίτι, το μαγαζί, το οικόπεδο, το χωράφι, το αυτοκίνητο, οι όποιες καταθέσεις από τον κόπο μιας ζωής…

Με αυτά λοιπόν πρέπει να τελειώνουμε τώρα!

Σφίγγοντας ακόμα περισσότερο τη θηλιά στο λαιμό του ήδη πτωχευμένου οφειλέτη, τον οδηγούν στο επόμενο στάδιο. Είτε στη ρευστοποίηση της περιουσίας του, απ΄ αυτόν τον ίδιο για να πληρώσει τους φόρους και τα δάνεια, είτε στους πλειστηριασμούς και τις κατασχέσεις που σχεδίασαν και ανακοινώνουν.

ΠΗΓΗ

Εκπαίδευση ΦΠΑ 23% "Η αριστεία είναι ρετσινιά". Μας θέλουν όλους ισοπεδωμένους στη μιζέρια και στην αμορφωσιά


 του Γ.Λοβέρδου

Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη, που επιβάλλει ΦΠΑ σε υπηρεσίες παιδαγωγικές κι εκπαιδευτικές. Σήμερα έγινε γνωστό ότι η κυβέρνηση οριστικά πλέον επιβάλλει ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση, έστω και με χαμηλότερους συντελεστές του 23%. Τα ισοδύναμα δεν βρέθηκαν και δεν πρόκειται να βρεθούν, όπως ψευδώς έλεγε ο Αλ. Τσίπρας προεκλογικά. Σήμερα επίσης πληροφορηθήκαμε ότι η απόφαση γιά την επιβολή ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση δεν ήταν των δανειστών αλλά αποκλειστικά του Τσίπρα και της κυβέρνησης του, όπως αποκάλυψε επισήμως ο επίτροπος Μοσκοβισί.
Δυστυχώς, ο λόγος είναι προφανής. Οι ιδεοληπτικοί συριζαίοι απεχθάνονται κάθε τι το ιδιωτικό. Τα θέλουν όλα δημόσια. Κι ισοπεδωμένα. Δεν θέλουν την αξία, την διαφορετικότητα, τη διάκριση
. Οπως έλεγε κι ο πρώην υπουργός Παιδείας και νυν Πολιτισμού Μπαλτάς: "Η αριστεία είναι ρετσινιά". Μας θέλουν όλους ισοπεδωμένους στη μιζέρια και στην αμορφωσιά. Γι' αυτό θα εξαφανίσουν και τις όποιες πιθανότητες έχουν τα παιδιά των λαϊκών τάξεων να αποκτήσουν καλύτερη εκπαίδευση και μόρφωση από αυτή που σήμερα δίνουν τα υποβαθμισμένα δημόσια σχολεία. Η Ελλάδα μας μετατρέπεται σε μιά νέα, χειρότερη σοβιετία...

ΠΗΓΗ

Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2015

ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΚΑΙΡΗΣ

Ο Θεόφιλος Καΐρης (19 Οκτωβρίου 1784 - 13 Ιανουαρίου 1853) ήταν κορυφαίος νεοέλληνας διαφωτιστής, φιλόσοφος, διδάσκαλος του Γένους και πολιτικός.

TheophilosKairis.jpg

Βιογραφία

Γεννήθηκε στην Άνδρο στις 19 Οκτωβρίου 1784 από επιφανή οικογένεια του νησιού. Γονείς του ήταν ο πρόκριτος Νικόλαος Καΐρης και η Αναστασία Καμπανάκη. Είχε τρεις αδελφούς, τους μετέπειτα μοναχούς Ευγένιο και Ιωασάφ, και το Δημήτριο καθώς και τρεις αδελφές τη Μαρία, τη Λασκαρώ και την Ευανθία[1].
Διδάχθηκε τα πρώτα του γράμματα στην Άνδρο, στη Σχολή του Κάτω Κάστρου, από τον ιεροδιάκονο Ιάκωβο. Στα 1794 πεθαίνει ο πατέρας του. Ο αδελφός της μητέρας του και ανάδοχος του Σωφρόνιος Καμπανάκης, εφημέριος στο ναό του Αγίου Γεωργίου Κυδωνιών, τον παίρνει κοντά του ώστε να συνεχίσει εκεί τις σπουδές του.
Στα 1802 ιδρύεται το Ελληνομουσείον, η Ακαδημία των Κυδωνιών. Ο Καΐρης φοίτησε στην Ακαδημία και ταυτόχρονα εργαζόταν προσφέροντας βοηθητικές υπηρεσίες στο σπίτι του Χατζή Διαμαντή, γαμπρού του Γρηγορίου Σαράφη, καθηγητή της σχολής. Στην Ακαδημία διδάχθηκε φιλολογία και φιλοσοφία από το Γρηγόριο Σαράφη και μαθηματικά και φυσικές επιστήμες από τον περίφημο διδάσκαλο της εποχής Βενιαμίν το Λέσβιο. Ακολουθώντας τον Σαράφη συνέχισε τις σπουδές του στη Σχολή της Πάτμου, όπου δίδασκε ο Δανιήλ Κεραμεύς και στη Σχολή της Χίου, όπου δίδασκαν οΑθανάσιος Πάριος και ο Δωρόθεος Πρώιος[2] Το 1801 έγινε μοναχός και χειροτονήθηκε Διάκονος αλλάζοντας το όνομα του από Θωμάς σε Θεόφιλος[2]. Το 1803 με δαπάνες του θείου του και μερικών πλουσίων Κυδωνιατών έφυγε στην Ευρώπη. Αρχικά διέμεινε στην Ελβετία, όπου μελέτησε την οργάνωση των διδακτηρίων του μεγάλου παιδαγωγού Πεσταλότσι, και κατέληξε στην Πίζα, όπου σπούδασε φιλοσοφία, μαθηματικά και φυσική και παρακολούθησε μαθήματα φυσιολογίας στην ιατρική σχολή.
Το 1807 μετέβη στο Παρίσι, όπου ολοκλήρωσε τις φιλοσοφικές σπουδές του και συνδέθηκε στενά με το μεγάλο νεοέλληνα διαφωτιστή Αδαμάντιο Κοραή[3].
Το 1808 προσκλήθηκε από τους Κυδωνιάτες προκρίτους να αναλάβει τη διευθυνση της Σχολής τους στη θέση του Βενιαμίν του Λέσβιου, ο οποίος υπέφερε από τα μάτια του. Ο Καΐρης αρνήθηκε να διακόψει τη φοίτησή του. Στις 11 Ιουλίου 1810 επαναλήφθηκε η πρόσκληση προς τον Καΐρη και τότε επέστρεψε στις Κυδωνιές. Όμως οι έφοροι της Ευαγγελικής Σχολής της Σμύρνης θέλησαν να τον αποσπάσουν στη δική τους σχολή ως διευθυντή της. Πράγματι το Φεβρουάριο του 1811 ανέλαβε τη διεύθυνση της όμως στο τέλος του έτους απεχώρησε εξαιτίας της άρνησης των υπευθύνων να τηρήσουν την αρχική συμφωνία τους ως προς τις αποδοχές του και επέστρεψε στις Κυδωνίες[4]. Στα 1812 αποχώρησε προσωρινά από την Ακαδημία Κυδωνιών λόγω των διαφωνιών μεταξύ Σαράφη και Βενιαμίν Λεσβίου και εγκαταστάθηκε για λίγο στην Άνδρο.
Έπειτα από παράκληση των Κυδωνιατών επέστρεψε στην Ακαδημία (1814) και δίδαξε φυσική, μαθηματικά και χημεία. Εμπλούτισε, βοηθούμενος από τον Αδαμάντιο Κοραή, τη βιβλιοθήκη της Ακαδημίας με ελληνικά και ξένα συγγράμματα και την εφοδίασε με όργανα φυσικής, χημείας, αστρονομίας και γεωγραφίας. Το 1819 ίδρυσε στη Σχολή τυπογραφείο. Το ίδιο έτος μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Αριστείδη Παππά[5].
Δίδαξε στην Ακαδημία ως την καταστροφή των Κυδωνιών από τους Τούρκους στις 2 Ιουνίου του 1821. Έπειτα μαζί με εκατό μαθητές του πέρασαν στα Ψαρά, όπου με κήρυγμά του στο ναό του Αγίου Νικολάου προέτρεψε τους Ψαριανούς να ξεσηκωθούν. Από εκεί κατευθύνθηκε στην Άνδρο και ύψωσε πρώτος την επαναστατική σημαία στις 10 Μαΐου 1821, σε πανηγυρική δοξολογία στο ναό του Αγίου Γεωργίου[6].

Ο Θεόφιλος Καΐρης στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης και έως την άφιξη του Ιωάννη Καποδίστρια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την Επανάσταση συμμετείχε στην εκστρατεία του Ολύμπου το Μάρτιο του 1822, με διοικητή το Γρηγόριο Σάλα, όπου και δέχθηκε τρία τραύματα. Επέστρεψε στην Πελοπόννησο όπου με εντολή της Υπέρτατης Διοικήσεως συγκρότησε στρατιωτικό σώμα από εξόριστους Κυδωνιάτες[6].
Παρακολούθησε τις εργασίες της Α΄ Εθνοσυνέλευσης στην Επίδαυρο (20 Δεκεμβρίου 1821 – 15 Ιανουαρίου 1822) χωρίς επίσημη ιδιότητα, επειδή δεν εκπροσωπούνταν οι Κυκλάδες. Τον Νοέμβριο του 1822 εκλέγεται από τους κατοίκους της Άνδρου πληρεξούσιος παραστάτης της Άνδρου για τη Β΄ Εθνοσυνέλευση του Άστρους (29 Μαρτίου – 27 Απριλίου 1823).[7], ενώ στη συνέχεια είχε ενεργό συμμετοχή και το Μάιο του ίδιου έτους έγινε μέλος επιτροπής για την επεξεργασία και διόρθωση των «εγκληματικών νόμων» και του «οργανισμού των δικαστηρίων».[8] Στην επιδημία τύφου, που ξέσπασε στο Ναύπλιο το 1824, παρά την κλονισμένη υγεία του βοήθησε με αυταπάρνηση τους χειμαζόμενους.
Τον Απρίλιο του 1824 υπέβαλε παραίτηση από το αξίωμα του βουλευτή για λόγους υγείας, που έγινε δεκτή από το Βουλευτικό Σώμα με ευχαριστίες[6]. Οι Ανδριώτες , όμως, επέμειναν να τους εκπροσωπεί στο Βουλευτικό. Το Σεπτέμβριο του 1824 επέστρεψε στην Πελοπόννησο ως παραστάτης Άνδρου για τη Γ' Βουλευτική Περίοδο -ανέλαβε και προσωρινά την προεδρία του Βουλευτικού Σώματος- και τον Οκτώβριο συμμετείχε σε επιτροπή για τη σύνταξη οργανισμού των επαρχιακών σχολείων.
Στα 1826 εξελέγη πληρεξούσιος Άνδρου για τη Γ΄ Εθνοσυνέλευση στην Επίδαυρο (6 – 16 Απριλίου 1826), αλλά δεν συμμετείχε στις εργασίες της, επειδή διατελούσε μέλος του Βουλευτικού Σώματος.
Το 1828 ευρισκόμενος στην Αίγινα του ζητήθηκε να προσφωνήσει τον πρώτο Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια κατά την τελετή υποδοχής στο μητροπολιτικό ναό στις 12 Ιανουαρίου 1828[9].

Ο Θεόφιλος Καΐρης στα μετεπαναστατικά χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έχοντας σκοπό την ίδρυση ορφανοτροφείου για τα ορφανά των αγωνιστών της Επανάστασης ταξιδεύει από το 1832 σε ΙταλίαΓαλλίαΑγγλίαΑυστρία, Κάτω ΡωσίαΜολδαβία και Κωνσταντινούπολη για τη συγκέντρωση δωρεών από ομογενείς[9].
Το 1835 ο Βασιλέας Όθωνας τού απένειμε το Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Σωτήρος ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για την προσφορά του την περίοδο του Αγώνα. Ο Καΐρης, όπως και ο άλλος διδάσκαλος του Γένους Θεόκλητος Φαρμακίδης, σε μία πράξη αποδοκιμασίας προς το καθεστώς της αντιβασιλείας των Βαυαρών δεν απεδέχθη την τιμή. Την ίδια στάση κράτησε και όταν του προσεφέρθη η έδρα της Φιλοσοφίας στο νεοϊδρυθέν Πανεπιστήμιο Αθηνών (1837)[10].
Εγκαινίασε το Ορφανοτροφείο του το Σεπτέμβριο του 1835 δεχόμενος αρχικά τριάντα ορφανά και την επόμενη χρονιά το έθεσε σε πλήρη λειτουργία[11]. Στη σχολή του ορφανοτροφείου διδάσκονταν όλα τα μαθήματα που παραδίδονταν στα ευρωπαϊκά σχολεία με τη βοήθεια σύγχρονων επιστημονικών οργάνων. Η παιδαγωγική μέθοδος του Καΐρη στηρίζονταν στην ελεύθερη έκφραση του μαθητή και το φιλελευθερισμό. Ο ίδιος μάλιστα ονόμαζε τα μαθήματα «συνδιαλέξεις». Μαθητές της σχολής δεν ήταν μόνο τα ορφανά αλλά και νέοι από εύπορες οικογένειες που επιθυμούσαν να διδαχτούν από τον πρωτοπόρο δάσκαλο.
Ο Καΐρης ανέπτυξε μία προσωπική θρησκεία τη «Θεοσέβεια» επηρεασμένος από τους Γάλλους δεϊστές. Μία μονοθεϊστική διδασκαλία με δικές της τελετές λατρείας και αναφορές στην ισότητα και την ουσιαστική ελευθερία του ατόμου. Για αυτή του τη θρησκευτική θεωρία θεωρήθηκε σύντομα αιρετικός και επικίνδυνος τόσο από τη βαυαροκρατία, που έβλεπε στο πρόσωπο του έναν αφυπνιστή του λαού, όσο και από την επίσημη Εκκλησία.
Η Ιερά Σύνοδος του Βασιλείου της Ελλάδος με πρόεδρο τον Μητροπολίτη Κυνουρίας Διονύσιο ζήτησε από τον Καΐρη να προβεί σε «ομολογία πίστεως», την οποία εκείνος απέκρουσε ως καταπιεστική της συνείδησής του. Τότε η ελληνική κυβέρνηση, ενδίδοντας στις πιέσεις της Ιεράς Συνόδου, διέταξε τον αρχηγό του στόλου Κωνσταντίνο Κανάρη να πλεύσει με τη ναυαρχίδα του στόλου στην Τήνο για να πάρει από εκεί το διοικητή της Τήνου και να τον πάει στην Άνδρο, ώστε μαζί με το Μητροπολίτη Άνδρου να καλέσουν ενώπιον τους τον Καΐρη.
Από εκεί μεταφέρθηκε στην Αθήνα όπου δικάστηκε από εκκλησιαστικό δικαστήριο και το οποίο, παρά τη δήλωση του ότι δε δίδασκε θεολογία αλλά φιλοσοφία («Ούτε εισηγητής, ούτε ιδρυτής νέας θρησκείας είμαι, διότι φρονώ ότι τούτο δεν είναι έργον ανθρώπου, καθόσον τα τοιαύτα είς δύναται, ο εκ του μηδενός παραγαγών το Σύμπαν. Η θεοσέβεια δεν έχει άλλον διδάσκαλον ει μη μόνον τον Θεόν, καθότι αυτή είνε απόρροία της ηθικής του Θεού επομένως, ως προείπων, ούτε καθιδρυτής είμαι της θεοσεβείας, ούτε προσηλυτιστής υπέρ αυτής»), αποφάσισε στις 23 Οκτωβρίου 1839 την καθαίρεση του, ως αρχηγού άλλης θρησκείας που ονομαζόταν «θεοσεβισμός». Ως Γραμματέας της Συνόδου, ο Θεόκλητος Φαρμακίδης υπερασπίστηκε το φιλόσοφο και προσπάθησε, χωρίς αποτέλεσμα, να τον μετακινήσει από τις θέσεις του, προτείνοντας εν τέλει να του επιτραπεί η έξοδος από την Ελλάδα, όπως επιθυμούσε, προκειμένου να λυθεί το πρόβλημα. Στον αντίποδα ο κληρικός Κωνσταντίνος Οικονόμου ο εξ Οικονόμων ηγήθηκε της συντηρητικής μερίδας που επιθυμούσε την εξόντωση του Καΐρη.
Η κυβέρνηση, με το από 28 Οκτωβρίου 1839 διάταγμα, διέταξε την εξορία του Θεόφιλου Καΐρη στη Σκιάθο και μετά στη Θήρα. Έπειτα από την ανάγνωση της καθαίρεσης στους ναούς της επικράτειας, διέταξε την απέλασή του από τη χώρα. Στις 19 Δεκεμβρίου 1839 το Οικουμενικό Πατριαρχείο εξέδωσε εγκύκλιο («Περί της νεωστί αναφανείσης αντιχρίστου διδασκαλίας του Θεοσεβισμού») εναντίον του Καΐρη και της διδασκαλίας του[12]. Στις αρχές Απριλίου 1842 έφθασε στην Κωνσταντινούπολη και τόσο η Ελληνική Πρεσβεία όσο και το Οικουμενικό Πατριαρχείο πληροφορούμενα την άφιξή του, επιχειρούν να τον απομονώσουν στο πλοίο που τον μεταφέρει, ανήσυχο το δεύτερο, για την μεγάλη προσέλευση επισκεπτών στον Καΐρη. Μετά δεκαήμερης φρούρησής τους στο πλοίο, ανεχώρησε για την Αγγλία.[13] Στο Λονδίνο έμεινε για δύο χρόνια όπου δίδαξε φιλοσοφικά μαθήματα και και την θεοσεβικήν διδασκαλίαν του[14]

Η επιστροφή στην Ελλάδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με τη Συνταγματική Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 ο Καΐρης, με τη βοήθεια του παλαιού συμμαθητή του Ιωάννη Κωλέττη, επανήλθε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στην Άνδρο όπου συνέχισε τη λειτουργία του Ορφανοτροφείου του.
Παρά τις εκθέσεις των δύο αλληλοδιαδόχων νομαρχών Κυκλάδων, Αμβροσιάδη και Ζυγομαλά, που διαβεβαίωναν ότι ο Καΐρης δεν έκανε προσηλυτισμό, ο υπουργός Δικαιοσύνης Βόλβης, στηριζόμενος σε έγγραφο της Συνόδου, διέταξε τον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Σύρου να προβεί σε δίωξη του Καΐρη και των συνεργατών του. Ο εισαγγελέας Ν. Σιούπης άσκησε δίωξη και ο ανακριτής Σύρου Σταύρος Λογοθέτης ξεκίνησε τακτική ανάκριση που τερματίσθηκε με το από 26 Απριλίου 1852 παραπεμπτικό βούλευμα, επικυρωμένο με το 2693/1852 βούλευμα του Εφετείου Αθηνών.
Το δικαστήριο της Σύρου (με πρόεδρο τον Ι. Δοξαρά, συνέδρους τους Σταύρο Λογοθέτη, Δ.Α. Βαφειάδη, Αλέξανδρο Αλεξάνδρου και Ι. Πρεζάνη, Εισαγγελέα το Ν. Στούπη, κατηγορούμενους τους Θεόφιλο Καΐρη, Γρηγ. Δεσποτόπουλο, Σπυρ. Γλαυκωπίδη, Θ. Λουλούδη ή Μονοκόνδυλο και Συνηγόρους υπερασπίσεως τον καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου Νικ. Ι. Σαρίπολο και τον Ιω. Παλαιολόγο) εξέδωσε την υπ' αριθ. 181/21.12.1852 καταδικαστική απόφαση, με φυλακίσεις για όλους και ειδικότερα διετή φυλάκιση για τον Θεόφιλο Καΐρη.
Ο Καΐρης, ασθενής ήδη και σε προχωρημένη ηλικία, μεταφέρθηκε στις φυλακές Σύρου, όπου λίγες μέρες αργότερα στις 13 Ιανουαρίου 1853 άφησε την τελευταία του πνοή[15].
Το σκήνωμά του ενταφιάστηκε σε χώρο του λοιμοκαθαρτηρίου Ερμούπολης, αφού ο τοπικός ιερέας δεν παρείχε άδεια ταφής στο κοιμητήριο, χωρίς νεκρώσιμη ακολουθία και υπό την επίβλεψη της αστυνομίας. Την επομένη της ταφής του άγνωστοι βέβηλοι άνοιξαν τον τάφο του διδασκάλου τεμάχισαν τη σορό του και έριξαν μέσα στα σωθικά του ασβέστη.
Οκτώ ημέρες μετά το θάνατό του ο Άρειος Πάγος με την υπ. αριθ. 19/19.1.1853 απόφασή του απάλλαξε των κατηγοριών και αθώωσε το Θεόφιλο Καΐρη[16].

Έργα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Γνωστική-Στοιχεία Φιλοσοφίας, εισαγωγή, επιμέλεια, παραρτήματα: Νικήτας Σινιόσογλου. Άνδρος και Αθήνα: Καΐρειος Βιβλιοθήκη και Εκδόσεις Ευρασία 2008

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Άλμα πάνω Σάσα Μόσχου-Σακορράφου, «Θεόφιλος Καΐρης. Από τον άμβωνα στη φυλάκη», Ιστορία Εικονογραφημένη, τχ.65 (Νοέμβριος 1973),σελ.56
  2. ↑ Άλμα πάνω, στο:2,0 2,1 Σάσα Μόσχου-Σακορράφου, «Θεόφιλος Καΐρης. Από τον άμβωνα στη φυλάκη», Ιστορία Εικονογραφημένη, τχ.65 (Νοέμβριος 1973),σελ.57
  3. Άλμα πάνω Σάσα Μόσχου-Σακορράφου, «Θεόφιλος Καΐρης. Από τον άμβωνα στη φυλάκη», Ιστορία Εικονογραφημένη, τχ.65 (Νοέμβριος 1973),σελ.58
  4. Άλμα πάνω Σάσα Μόσχου-Σακορράφου, «Θεόφιλος Καΐρης. Από τον άμβωνα στη φυλάκη», Ιστορία Εικονογραφημένη, τχ.65 (Νοέμβριος 1973),σελ.58-59
  5. Άλμα πάνω Σάσα Μόσχου-Σακορράφου, «Θεόφιλος Καΐρης. Από τον άμβωνα στη φυλάκη», Ιστορία Εικονογραφημένη, τχ.65 (Νοέμβριος 1973),σελ.59-60
  6. ↑ Άλμα πάνω, στο:6,0 6,1 6,2 Σάσα Μόσχου-Σακορράφου, «Θεόφιλος Καΐρης. Από τον άμβωνα στη φυλάκη», Ιστορία Εικονογραφημένη, τχ.65 (Νοέμβριος 1973),σελ.60
  7. Άλμα πάνω Βασίλειος Σφυρόερας, «Ο Καΐρης στην Επανάσταση του 1821», στο: Πανελλήνιο Συμπόσιο Θεόφιλος Καΐρης (Άνδρος 6-9 Σεπτεμβρίου 1984) Πρακτικά (επίμ. Γιάννης Καράς), εκδ.Gutenberg, Aθήνα, 1988, σελ.105
  8. Άλμα πάνω Βασίλειος Σφυρόερας, «Ο Καΐρης στην Επανάσταση του 1821», στο: Πανελλήνιο Συμπόσιο Θεόφιλος Καΐρης (Άνδρος 6-9 Σεπτεμβρίου 1984) Πρακτικά (επίμ. Γιάννης Καράς), εκδ.Gutenberg, Aθήνα, 1988, σελ.106
  9. ↑ Άλμα πάνω, στο:9,0 9,1 Σάσα Μόσχου-Σακορράφου, «Θεόφιλος Καΐρης. Από τον άμβωνα στη φυλάκη», Ιστορία Εικονογραφημένη, τχ.65 (Νοέμβριος 1973),σελ.61
  10. Άλμα πάνω Σάσα Μόσχου-Σακορράφου, «Θεόφιλος Καΐρης. Από τον άμβωνα στη φυλάκη», Ιστορία Εικονογραφημένη, τχ.65 (Νοέμβριος 1973),σελ.62
  11. Άλμα πάνω Σάσα Μόσχου-Σακορράφου, «Θεόφιλος Καΐρης. Από τον άμβωνα στη φυλάκη», Ιστορία Εικονογραφημένη, τχ.65 (Νοέμβριος 1973),σελ.61-62
  12. Άλμα πάνω Ιωάννης Αναστασίου, «Μια εγκύκλιος και μία πράξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου για τον Θεόφιλο Καΐρη και τους μαθητές του», στο: Πανελλήνιο Συμπόσιο Θεόφιλος Καΐρης (Άνδρος 6-9 Σεπτεμβρίου 1984) Πρακτικά (επίμ. Γιάννης Καράς), εκδ.Gutenberg, Aθήνα, 1988, σελ.230κ.εξ
  13. Άλμα πάνω Γιώργος Τουσίμης, «Η απέλαση του Θεόφιλου Καΐρη από την Κωνσταντινούπολη το έτος 1842, σύμφωνα με αναφορές της εκεί Ελληνικής πρεσβείας», στο: Πανελλήνιο Συμπόσιο Θεόφιλος Καΐρης (Άνδρος 6-9 Σεπτεμβρίου 1984) Πρακτικά (επίμ. Γιάννης Καράς), εκδ.Gutenberg, Aθήνα, 1988, σελ.234-236
  14. Άλμα πάνω Ελένη Κούκου, «Τρεις αναφορές του επάρχου της Άνδρου Α. Δεσποτόπουλου εναντίον του Θεόφιλου Καΐρη», στο: Πανελλήνιο Συμπόσιο Θεόφιλος Καΐρης (Άνδρος 6-9 Σεπτεμβρίου 1984) Πρακτικά (επίμ. Γιάννης Καράς), εκδ.Gutenberg, Aθήνα, 1988, σελ.221
  15. Άλμα πάνω Σάσα Μόσχου-Σακορράφου, «Θεόφιλος Καΐρης. Από τον άμβωνα στη φυλάκη», Ιστορία Εικονογραφημένη, τχ.65 (Νοέμβριος 1973),σελ.65
  16. Άλμα πάνω Σάσα Μόσχου-Σακορράφου, «Θεόφιλος Καΐρης. Από τον άμβωνα στη φυλάκη», Ιστορία Εικονογραφημένη, τχ.65 (Νοέμβριος 1973),σελ.65

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Σάσα Μόσχου-Σακορράφου, «Θεόφιλος Καΐρης. Από τον άμβωνα στη φυλάκη», Ιστορία Εικονογραφημένη, τχ.65 (Νοέμβριος 1973),σελ.56-65
  • Βασίλειος Σφυρόερας, «Ο Καΐρης στην Επανάσταση του 1821», στο: Πανελλήνιο Συμπόσιο Θεόφιλος Καΐρης (Άνδρος 6-9 Σεπτεμβρίου 1984) Πρακτικά (επίμ. Γιάννης Καράς), εκδ.Gutenberg, Aθήνα, 1988, σελ.105-111
  • Γιώργος Τουσίμης, «Η απέλαση του Θεόφιλου Καΐρη από την Κωνσταντινούπολη το έτος 1842, σύμφωνα με αναφορές της εκεί Ελληνικής πρεσβείας», στο: Πανελλήνιο Συμπόσιο Θεόφιλος Καΐρης (Άνδρος 6-9 Σεπτεμβρίου 1984) Πρακτικά (επίμ. Γιάννης Καράς), εκδ.Gutenberg, Aθήνα, 1988, σελ.233-238
  • Ιωάννης Αναστασίου, «Μια εγκύκλιος και μία πράξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου για τον Θεόφιλο Καΐρη και τους μαθητές του», στο: Πανελλήνιο Συμπόσιο Θεόφιλος Καΐρης (Άνδρος 6-9 Σεπτεμβρίου 1984) Πρακτικά (επίμ. Γιάννης Καράς), εκδ.Gutenberg, Aθήνα, 1988, σελ.225-232
  • Ματθαίος Μηνδρινός, «Θηραϊκά έγγραφα για τον περιορισμό του Θεόφιλου Καΐρη στη μονή προφήτη Ηλία στη Θήρα», στο: Πανελλήνιο Συμπόσιο Θεόφιλος Καΐρης (Άνδρος 6-9 Σεπτεμβρίου 1984) Πρακτικά (επίμ. Γιάννης Καράς), εκδ.Gutenberg, Aθήνα, 1988, σελ.253-267
  • Ελένη Κούκου, «Τρεις αναφορές του επάρχου της Άνδρου Α. Δεσποτόπουλου εναντίον του Θεόφιλου Καΐρη», στο: Πανελλήνιο Συμπόσιο Θεόφιλος Καΐρης (Άνδρος 6-9 Σεπτεμβρίου 1984) Πρακτικά (επίμ. Γιάννης Καράς), εκδ.Gutenberg, Aθήνα, 1988, σελ.219-224

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Χρόνης, Νικόλαος, «Οι απόψεις του Θεόφιλου Καΐρη για την φιλοσοφία και για τις προϋποθέσεις αναπτύξεώς της στην Ελλάδα». Παρουσία 3 (1985), 1-10.
  • Κύρκος Βασίλειος, «Έννοια και περιεχόμενο της φιλοσοφίας κατά τον Θεόφιλο Καΐρη». Διαβάζω 106 (1984), 22-26
  • Καράς, Γιάννης, «Η φυσική σκέψη του Θεόφιλου Καΐρη και η ευρωπαϊκή φυσική σκέψη του καιρού του. Η υπόθεση του ενύλου». Διαβάζω 106 (1984), 31-34.
  • Αργυροπούλου, Ρωξάνη, «Η έννοια της προόδου στην Κοσμοσοφία του Θεόφιλου Καΐρη». Διαβάζω 106 (1984), 44-47.
  • Καζολέα-Ταβουλάρη, Παναγιώτα: Θεόφιλος Καΐρης. Από τη φιλοσοφική ψυχολογία στη θεοσεβική ηθική. "Τυπωθήτω - Γ. Δαρδανός", Αθ. 2005.
  • Καΐρης, Θ.: Γνωστική. Στοιχεία φιλοσοφίας. Εισαγωγή-Επιμ. Νικήτας Σινιόσογλου. "Ευρασία", Αθ. 2008.
  • Καράς, Γ.: Θεόφιλος Καΐρης, Κωνσταντίνος Μ. Κούμας. Δύο πρωτοπόροι δάσκαλοι του γένους, Αθ. 1977.
  • Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών Ε.Ι.Ε.: Πανελλήνιο Συμπόσιο Θεόφιλος Καΐρης. “Gutenberg”, Αθ. 1988.
  • Μαυρομάτης, Κ.: Η αστρονομία του Θεόφιλου Καΐρη. Αθ. 1989.
  • Πασχάλης, Δ.Π.: Θεόφιλος Καΐρης, Ιστορική και φιλοσοφική μελέτη. Αθ. 1928.
  • Σπεράντσα Στ., «Ο Θεόφιλος Καΐρης, διδάσκαλος στην Ανατολή», Ελληνική Δημιουργία , 129 (1953), σελ.715-720
  • Σωτηράκη Ν., «Η διδασκαλία του Θεόφιλου Καΐρη στη Σχολή των Κυδωνιών και στην Άνδρο», Μικρασιατικά Χρονικά, τομ. 7 (1957), σελ.116-152
  • Παλαμᾶς, Κωστῆς, «Στὸ Θεόφιλο Καΐρη » , Ἑλληνικὴ Δημιουργία, 11, 129 (1953), σ. 707
  • Καράς Γιάννης, Θεόφιλος Καΐρης. Ο επιστήμονας, ο φιλόσοφος, ο αιρετικός: Μια εξέχουσα μορφή των νεοελληνικών γραμμάτων,εκδ.Gutenberg 2013